Σαν σήμερα: Ο Μάρκος Μουσούρος ήταν Έλληνας λόγιος, εκδότης, άνθρωπος των γραμμάτων κι ένας από τους σημαντικότερους φιλολόγους της Αναγέννησης για τον οποίο ο Έρασμος, που ήταν μαθητής του, έγραψε: «…άνδρας πολυμαθέστατος και πανεπιστήμων, κλειδοκράτωρ της ελληνικής γλώσσας και θαυμάσιος ειδήμων της λατινικής φωνής…».
Από το Ηράκλειο στη Φλωρεντία
Γεννήθηκε στο Χάνδακα (Ηράκλειο) στα 1470 από οικογένεια εύπορου εμπόρου. Από μικρός είχε δείξει την κλίση του στα γράμματα και αρχικά σπούδασε την ελληνική γλώσσα στο σχολείο της Αγίας Αικατερίνης του Σινά, στον Χάνδακα.
Το 1486 πήγε στη Φλωρεντία όπου σπούδασε δίπλα στο Ιανό Λάσκαρι διευθυντή τότε της περίφημης Λαυρεντιανής Βιβλιοθήκης.
Τα ελληνικά και τα λατινικά τα έμαθε σε εκπληκτικό βαθμό τελειότητας. Επανήλθε για λίγο καιρό στην Κρήτη, αλλά το 1494 είχε επιστρέψει στην Ιταλία και συγκεκριμένα στη Βενετία. Εκεί γνώρισε τον εκδότη-τυπογράφο Άλδο Μανούτιο (Aldo Manuzio), ο οποίος εκτίμησε τις γνώσεις του νεαρού Μάρκου Μουσούρου και τον προσέλαβε ως βοηθό του και επιστημονικό συνεργάτη στα έργα που εξέδιδε στο τυπογραφείο του.
Όταν ο Λάσκαρις εστάλη από τον Λαυρέντιο των Μεδίκων στην Ανατολή για την αναζήτηση χειρογράφων (1491-1492) όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, τότε ο Μουσούρος τον ακολούθησε και βρέθηκε για λίγο στην Κρήτη.
Στη Βενετία
Ο θάνατος του Λαυρεντίου (1492) και η γαλλική εισβολή (1494) ανάγκασαν τον Μουσούρο να φύγει από τη Φλωρεντία και να εγκατασταθεί στη Βενετία. Εκεί γνώρισε μια λαμπρή καριέρα ως καθηγητής ελληνικών και ως βοηθός και επιστημονικός συνεργάτης στο τυπογραφείο του φιλέλληνα λόγιου Άλδου Μανούτιου εξασκώντας τη τέχνη του κωδικογράφου.
Το 1497 δημοσιεύτηκε το Dictionarium graegorum copiosissimum με επίγραμμα του Μουσούρου. Το επόμενο έτος δημοσιεύτηκαν με επιστασία του Μουσούρου εννέα κωμωδίες του Αριστοφάνη ( (“Πλούτος, Νεφέλαι, Βάτραχοι, Ιππής, Αχαρνής, Σφήκες, Όρνιθες, Ειρήνη, Εκκλησιάζουσαι”).
Το Μάρτιο του 1499, σε δύο τόμους, οι Έλληνες Επιστολογράφοι. Το έργο περιελάμβανε μια συλλογή επιστολών που αποδίδονταν σε είκοσι έξι κλασικούς και πρώιμους χριστιανούς συγγραφείς. Το ίδιο έτος σε συνεργασία με τον επίσης Κρητικό Ζαχαρία Καλλέργη εξέδωσε το “Μεγάλον Ετυμολογικόν”.
Αναγνώριση από τη Βενετική Γερουσία
Το 1500, ύστερα από σύσταση του Μανούτιου, πήγε στο Κάρπι, μια κωμόπολη κοντά στη Φεράρα και δίδαξε ελληνικά και λατινικά στον δούκα Αλμπέρτο Πίο, σύντομα όμως επέστρεψε στη Βενετία, όπου δίδαξε αρκετές φορές στη Νέα Ακαδημία.
Η Νέα Ακαδημία είχε ιδρυθεί από τους Άλδο Μανούτιο, Ιωάννη Γρηγορόπουλο και Σκιπίωνα Καρτερόμαχο η λεγόμενη Νέα Ακαδημία, η οποία ήταν μια εταιρεία λογίων της Βενετίας για την προαγωγή των ελληνικών σπουδών.
Εκεί πήγαινε αρκετές φορές και Μουσούρος και δίδασκε αρκετά συχνά τα ελληνικά. Μέλη της Ακαδημίας αυτής ήταν περίπου σαράντα Έλληνες και Ιταλοί ουμανιστές και όλοι μιλούσαν τα ελληνικά. Η εταιρεία είχε σκοπό, πέρα από τα άλλα, τη μελέτη των εκδόσεων των αρχαίων συγγραφέων.
Εκτιμώντας τις εξαιρετικές του ικανότητες, η Βενετική Γερουσία του απένειμε το 1503 το αξίωμα Publica Graecarum Literarum Officina, δηλαδή του λογοκριτού επ’ αμοιβή για τα ελληνικά βιβλία που εκδίδονταν στη Βενετία και στις κτήσεις της και των οποίων το περιεχόμενο έπρεπε να είναι σύμφωνο με τη θρησκεία και την ηθική. Διατήρησε το αξίωμα αυτό μέχρι το 1516.
Έκδοση του Ευριπίδη και του Πλάτωνα
Το 1503-1504 ο Άλδος Μανούτιος εξέδωσε δεκαεπτά τραγωδίες του Ευριπίδη των οποίων την έκδοση επιμελήθηκε ο Μάρκος Μουσούρος.
Η Βενετική Γερουσία τον διόρισε καθηγητή της ελληνικής γλώσσας στη Βενετία και αργότερα καθηγητή των ελληνικών γραμμάτων στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας.
Εκεί δίδασκε το πρωί ελληνική γραμματική και το απόγευμα Ησίοδο, Όμηρο, Θεόκριτο και άλλους. Επιπλέον, δίδασκε μετάφραση από τα ελληνικά στα λατινικά και αντίστροφα.
Κατά τα έτη 1509-1516 η Βενετία ενεπλάκη σε σκληρό πόλεμο με εχθρούς της μέσα στην Ιταλία. Έτσι, ο Μάρκος Μουσούρος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Πάντοβα και να επανέλθει στη Βενετία. Χάρη στις ενέργειες του Φραγκίσκου Φατζιουόλι (Francesco Fragiuoli) ιδρύθηκε πάλι στη Βενετία η έδρα των ελληνικών και ο Μουσούρος έγινε καθηγητής.
Ο ακάματος Άλδος Μανούτιος, παρά τον πόλεμο, δεν σταμάτησε το έργο του. Εκεί εξέδωσε το 1512 μαζί με το Μουσούρο μια γραμματική ελληνικών του Μανουήλ Χρυσολωρά, γνωστή με τον τίτλο Ερωτήματα.
Το επόμενο έτος ο Μανούτιος με τον Μουσούρο εξέδωσαν ίσως το σημαντικότερο από τα έργα τους, τα Άπαντα του Πλάτωνος, με αφιέρωση του Μάρκου Μουσούρου στο φιλόμουσο Πάπα Λέοντα Ι’.
Στην έκδοση αυτή ο Μουσούρος προτρέπει τον Λέοντα για βοήθεια προς την Ελλάδα.
“Προς δε πάσι τούτοις ο φιλόπατρις Μουσούρος παρακαλεί εν τη ωδή ταύτη τον Λέοντα να βοηθήση εις απελευθέρωσιν του δουλωθέντος έθνους των Ελλήνων”.
Τα επόμενα έτη το αυτό δίδυμο των εκδόσεων εξέδωσαν τον Ησύχιο, τον Αθηναίο και τον Θεόκριτο. Η Βενετική Γερουσία παρέδωσε στον Μάρκο Μουσούρο και σε έναν Βενετό λόγιο οχτακόσια χειρόγραφα του Βησσαρίωνα, για να τα ταξινομήσουν, δημιουργώντας έτσι τα πρώτα τμήματα της βιβλιοθήκης που τότε ιδρύθηκε στην πλατεία του Αγίου Μάρκου και που σήμερα ονομάζεται Μαρκιανή.
Το 1515 ο Άλδος Μανούτιος πέθανε και ο Μάρκος Μουσούρος συγκλονίστηκε από αυτό το γεγονός.
Στη Ρώμη
Το 1516 τον κάλεσε στη Ρώμη ο πάπας Λέων Ι’ και εκεί βοηθά το δάσκαλο του Ιανό Λάσκαρι στην οργάνωση του Ελληνικού Γυμνασίου και στη διδασκαλία των ελληνικών σε αυτό. Στη Ρώμη ο Μάρκος Μουσούρος, παράλληλα με τη διδασκαλία, συνέχισε την έκδοση και άλλων κλασικών.
Στη Ρώμη είχε γίνει και ιερέας, είχε διορισθεί από τον Πάπα Λέοντα Ι’ ως επίσκοπος Ιεράπετρας Κρήτης και αργότερα Μονεμβασίας, αλλά δεν πρόφτασε ποτέ να πάει εκεί. Ύστερα από δίμηνη ασθένεια απεβίωσε ξημερώματα της 25ης Οκτωβρίου 1517 στη Ρώμη σε ηλικία μόλις 47 ετών. Τάφηκε στην εκκλησία της Σάντα Μαρία ντε Πάτσε (Santa Maria de Pace).
Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε μεγάλη θλίψη σε όλη την Ιταλία, ιδιαίτερα στους κόλπους των ουμανιστών. Στην κηδεία παρευρέθηκαν αρκετοί επίσκοποι, ο πρεσβευτής Πορτογαλίας στη Ρώμη, ο πρεσβευτής της Βενετίας, οι αντιπρόσωποι του καρδιναλίου Ιουλίου των Μεδίκων και μελλοντικού Πάπα Κλήμη Ζ’ και πολλοί άλλοι.
Δύο επιγράμματα του Μουσούρου δημοσιεύτηκαν στο ποίημα του Μουσαίου “Τα καθ’ Ηρώ και Λέανδρον”, που είναι ίσως η πρώτη έκδοση του τυπογραφείου του Άλδου, τυπωμένη πιθανότατα περί το 1495.
Από το τυπογραφείο του Άλδου Μανούτιου εκδόθηκαν, το 1497 το Dictionarium graecum copiosissimum με επίγραμμα του Μουσούρου, το 1498, με επιστασία του Έλληνα φιλολόγου, εννέα κωμωδίες του Αριστοφάνη και το 1499, σε δύο τόμους το έργο Έλληνες Επιστολογράφοι, που περιελάμβανε επιστολές που αποδίδονται σε 26 κλασικούς και πρώιμους χριστιανούς συγγραφείς.
Το 1499 διέκοψε προσωρινά τη συνεργασία με τον Άλδο για να βοηθήσει το νεοϊδρυθέν και βραχύβιο αλλά εξαιρετικό ελληνικό τυπογραφείο της Βενετίας, των συμπατριωτών του Νικολάου Βλαστού και Ζαχαρία Καλλέργη, που εξέδωσε το Μέγα Ετυμολογικόν (1499) με πρόλογο του Μουσούρου, τον Γαληνό (1500) κ.ά.
Με τη διάλυση του τυπογραφείου των Βλαστού-Καλλέργη, ο Άλδος αγόρασε τα αποθέματα των εκδόσεών τους και προσέλαβε τους έμπειρους κρητικούς τυπογράφους του, καθώς και τον Ιωάννη Γρηγορόπουλο, παιδικό φίλο του Μουσούρου, ως αρχιδιορθωτή.
Ακολούθησε η έκδοση δεκαεπτά τραγωδιών του Ευριπίδη των οποίων την έκδοση επιμελήθηκε και πάλι ο Μουσούρος (1503-1504). Συνεργάστηκε με τον Δημήτριο Δούκα για την έκδοση του δίτομου έργου των Ελλήνων Ρητόρων (1508-1509), όπου υπάρχει εγκώμιο του Άλδου για τον Μουσούρο που συνδύαζε, όπως γράφει, την ελληνική και λατινική παιδεία.
Το 1512 ο Μανούτιος και ο Μουσούρος εξέδωσαν τη γραμματική των ελληνικών του Μανουήλ Χρυσολωρά και τον Σεπτέμβριο του 1513 τον Πίνδαρο (σε πρώτη έκδοση), τον Ισοκράτη (σε δεύτερη) και τις επιστολές του Κικέρωνα.
Τον Σεπτέμβριο του 1513 ο Μουσούρος εκδίδει το σημαντικότερο έργο του: τα Άπαντα του Πλάτωνα με αφιέρωση στον πάπα Λέοντα Ι. Το κείμενο, φιλολογικά αποκατεστημένο, δεν ήταν τότε γνωστό στη Δύση παρά μόνο από τη λατινική μετάφραση του M. Ficino.
Στο έργο περιλαμβάνεται και Ωδή προς τον Πλάτωνα η οποία περιέχει και έκκληση στον πάπα για σταυροφορία και για ενίσχυση της διδασκαλίας των ελληνικών. Τα επόμενα δύο χρόνια εξέδωσαν έργα του Ησύχιου και του Αθήναιου (1514) και του Θεόκριτου (1515).
Το 1515 η Βενετική Γερουσία παρέδωσε στον Μουσούρο και στον Βενετό λόγιο Μπατίστα Ενιάτσιο οχτακόσια χειρόγραφα του Βησσαρίωνα για να τα ταξινομήσουν. Με αυτά τα χειρόγραφα δημιουργήθηκαν τα πρώτα τμήματα της Μαρκιανής βιβλιοθήκης. Την ίδια χρονιά ο Μουσούρος εξέδωσε στη Φλωρεντία, από το τυπογραφείο του Βερνάρδου Τζιούντα, τα Αλιευτικά του Οππιανού και το 1516 δεκαέξι λόγους του Γρηγόριου του Ναζιανζηνού και τον Παυσανία με αφιέρωση στον Ιανό Λάσκαρι.
Ο Μάρκος Μουσούρος αφιέρωσε τη ζωή του στο να υπηρετεί από το πόστο του την σκλαβωμένη Ελλάδα. Λιτός, αφιλοχρήματος και μεγάλος εραστής των γραμμάτων, πίστευε ακράδαντα ότι τα ελληνικά φώτα και η μόρφωση ήταν τα μόνα εφόδια με τα οποία οι σκλαβωμένοι Έλληνες μπορούσαν σιγά σιγά να αντιληφθούν την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν και να ελπίζουν σε κάτι καλύτερο, δηλαδή την απελευθέρωση τους.
Καλλιέργησε την ιδέα της ένοπλης επέμβασης στην Ελλάδα από τη μεριά της Ευρώπης για την απελευθέρωση της. Πέρα από αυτά, η αξία του Μάρκου Μουσούρου ως μεγάλου δασκάλου της ελληνικής και λατινικής γλώσσας, με εμβέλεια που ξεπερνούσε τα όρια της ουμανιστικής Ιταλίας, φαίνεται και από το γεγονός ότι στα μαθήματα του προσέρχονταν αρκετοί φοιτητές, Ιταλοί και Ευρωπαίοι.
Οι σχολιασμένες εκδόσεις του Μάρκου Μουσούρου αποκαλύπτουν την απέραντη αρχαιομάθεια του και την κριτική οξύνοια του, πράγματα για τα οποία ο Μάρκος Μουσούρος αναγνωρίστηκε από τους συγχρόνους του και τους μεταγενέστερους ως ο δεινότερος ελληνιστής των χρόνων της Αναγέννησης.
Σύμφωνα με το διαπρεπή ερευνητή της ελληνικής μεσαιωνικής ιστορίας Μανούσο Μανούσακα, ο Μάρκος Μουσούρος ήταν: «ο μεγαλύτερος φιλόλογος και εκδότης των κλασικών συγγραφέων που ο Ελληνισμός δώρισε στην Ευρώπη πριν από τον Κοραή».
Ανθρωπιστής, Ριζίτης, Κουρήτης, Πολεμιστής, πολέμησε με το δικό του τρόπο σε ένα ωραίο αγώνα μεταφέροντας από την Κρήτη τη Θεία Ελληνική Γνώση στην Ευρώπη.