25 Δεκεμβρίου, 2025
Οικονομία

Πακέτο ΔΕΘ: γιατί οι «ελαφρύνσεις» που έρχονται είναι κατώτερες των περιστάσεων

Η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης στήνεται, για ακόμη μια φορά, ως σκηνικό εξαγγελιών. Το ίδιο δείχνει κι αυτό το βίντεο με τίτλο «Πακέτο Δ.Ε.Θ: Γιατί οι όποιες ελαφρύνσεις θα είναι τελικά κατώτερες των περιστάσεων», που θέτει το αυτονόητο: όταν η οικονομική πραγματικότητα πιέζει, δεν αρκούν οι λέξεις—μετρούν τα μεγέθη και οι επιπτώσεις στην τσέπη.

Από κυβερνητικά χείλη έχει ήδη προαναγγελθεί «πακέτο» φοροελαφρύνσεων. Το ύψος του—περί τα 1,5 δισ. ευρώ—κυκλοφορεί ως δημοσιονομική «οροφή» των εξαγγελιών, άρα ως το πραγματικό ταβάνι προσδοκιών. Όταν το ταμπούρι χτίζεται εξαρχής χαμηλά, το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι ψηλό: θα είναι ανακούφιση με το σταγονόμετρο, όχι ανατροπή των όρων ζωής για τη μεσαία τάξη και τους ασθενέστερους.

Τα σενάρια για την κλίμακα φόρου εισοδήματος περιλαμβάνουν την προσθήκη ενδιάμεσων συντελεστών—με έμφαση στην πεντάδα 10.000–15.000 ευρώ—ώστε ο πρώτος πραγματικός συντελεστής να πέσει κοντά στο 15%. Στα χαρτιά δείχνει «ανάσα». Στους μισθούς, όμως, μεταφράζεται σε όφελος της τάξης των λίγων δεκάδων ευρώ τον μήνα: περίπου 23 € για εργαζόμενο στα 1.000 € καθαρά, περίπου 29 € γύρω στα 1.600 €. Σε μια οικονομία που φθείρει το διαθέσιμο εισόδημα με ακρίβεια στα βασικά αγαθά και με ενοίκια που έχουν ξεφύγει, τέτοια νούμερα μοιάζουν περισσότερο με λογιστική διόρθωση παρά με πολιτική επιλογή αλλαγής πλεύσης.

Η επικοινωνιακή έμφαση στις «οικογένειες με παιδιά» επίσης ακούγεται σωστή, αλλά κρύβει την παγίδα της μερικής στόχευσης: αν η πολιτική απλώς μετακινεί πόρους εντός της ίδιας περιορισμένης πίτας, οι άτεκνοι μισθωτοί, οι νέοι επαγγελματίες, οι χαμηλοσυνταξιούχοι—δηλαδή οι ομάδες που ήδη πιέζονται—μένουν στο περιθώριο μιας δήθεν οριζόντιας ελάφρυνσης. Ακόμη και οι αποκλεισμοί (όπως η συζήτηση για 13ο μισθό ή έξτρα συντάξεις που βγαίνουν εκτός κάδρου) δείχνουν ότι κυριαρχεί η λογική του «λίγο απ’ όλα, για λίγους».

Το πραγματικό πρόβλημα είναι αλλού: στις προσδοκίες που καλλιεργούνται χωρίς να αναγνωρίζεται ο δημοσιονομικός μικρόκοσμος στον οποίο κινείται η χώρα. Όταν η ίδια η κυβέρνηση «κλειδώνει» τη μάζα του πακέτου, δεν πρόκειται για σχέδιο ανάπτυξης αλλά για ασκήσεις ισορροπίας στον στενό διάδρομο του προϋπολογισμού. Το αποτέλεσμα δεν αλλάζει συμπεριφορές στην αγορά, δεν στηρίζει ουσιαστικά την κατανάλωση, δεν ανακουφίζει το κόστος στέγασης. Και κυρίως: δεν αποκαθιστά το αίσθημα δικαιοσύνης που έχει τρωθεί από τις αλλεπάλληλες κρίσεις.

Ακόμη πιο αποκαλυπτική είναι η ιδέα της «δεύτερης ΔΕΘ» την άνοιξη του 2026—μια προοπτική που ακούγεται σαν ομολογία ότι το τωρινό πακέτο είναι απλώς ημιτελές, ένα προκαταβολικό «βλέπουμε και κάνουμε» εφόσον τα έσοδα το επιτρέψουν. Πολιτικά, αυτό ισοδυναμεί με διαρκή αναμονή∙ οικονομικά, με αναστολή αποφάσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων που περιμένουν αν θα έρθει κάτι «καλύτερο» αύριο. Η ασάφεια δεν είναι κίνητρο επενδύσεων, είναι το αντίθετο.

Στο στεγαστικό, όπου η κοινωνική πίεση είναι εκρηκτική, οι πληροφορίες μιλούν για «παρεμβάσεις» χωρίς σχέδιο κλίμακας. Αν τα μέτρα περιοριστούν σε επιμέρους ενισχύσεις ή φορολογικά κίνητρα χωρίς αυστηρό πλαίσιο για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, χωρίς εργαλεία αύξησης της προσφοράς προσιτής κατοικίας και χωρίς ουσιαστική ενεργοποίηση της τοπικής αυτοδιοίκησης, τότε μιλάμε για ημίμετρα που συντηρούν το πρόβλημα.

Το συμπέρασμα είναι απλό, όσο κι αν ενοχλεί: ένα πακέτο 1,5 δισ. ευρώ σε μια οικονομία με τις παθογένειες της ελληνικής—χαμηλή παραγωγικότητα, υψηλές έμμεσες επιβαρύνσεις, ακριβή στέγη, καθηλωμένους πραγματικούς μισθούς—δεν μπορεί να κάνει θαύματα. Μπορεί, όμως, να κάνει ζημιά αν κατευθυνθεί σε οριζόντιες κινήσεις που σβήνουν σε τρεις αποδείξεις σούπερ μάρκετ και έναν λογαριασμό ρεύματος. Το πολιτικό κόστος ίσως καλυφθεί επικοινωνιακά για λίγες εβδομάδες∙ το κοινωνικό έλλειμμα, όχι.

Τι θα ήταν αντάξιο των περιστάσεων; Πρώτον, μόνιμη και γενναία μείωση των έμμεσων φόρων σε καλάθι βασικών ειδών—εκεί όπου η ακρίβεια δαγκώνει καθημερινά. Δεύτερον, ριζική αναμόρφωση της κλίμακας με ουσιαστική αύξηση του αφορολογήτου και ονομαστικές αυξήσεις μισθών στο Δημόσιο που να λειτουργούν ως δείκτης για τον ιδιωτικό τομέα, αντί για «ριπές» μικροελαφρύνσεων. Τρίτον, σοβαρό εθνικό πρόγραμμα στέγης: κίνητρα για μακροχρόνιες μισθώσεις, φορολογική πριμοδότηση ανακαινίσεων με ρήτρες συγκράτησης ενοικίων, αξιοποίηση δημόσιων κτιρίων, ρυθμιστικές παρεμβάσεις στο βραχυχρόνιο. Τέταρτον, στοχευμένη ελάφρυνση εισφορών για παραγωγικές επενδύσεις και εξαγωγές, ώστε το «ανάσα τώρα» να γίνει «δύναμη αύριο».

Η ΔΕΘ δεν είναι χώρος για να ανακοινώνονται ψίχουλα με φανταχτερή κορδέλα. Είναι, ή οφείλει να είναι, η στιγμή που μια κυβέρνηση δείχνει ότι καταλαβαίνει τη χώρα: όχι μόνο ως ισολογισμό, αλλά ως ζωντανό ιστό προσδοκιών, αδικιών και δυνατοτήτων. Αν το φετινό πακέτο περιοριστεί σε «λίγο απ’ όλα», θα επιβεβαιώσει ακριβώς ό,τι φοβούνται οι πολίτες και επισημαίνει το βίντεο: ότι οι ελαφρύνσεις θα είναι κατώτερες των περιστάσεων—και των αναγκών μας.

Ο Ανδρέας Βορύλλας, βουλευτής Β2 Δυτικού Τομέα Αθηνών με τη ΝΙΚΗ, επισημαίνει στην τοποθέτησή του ότι …

Η κυβερνητική προπαγάνδα προσπαθεί λίγες μέρες πριν από την ΔΕΘ να μας πείσει  ότι τα μέτρα που θα ανακοινώσει ο Πρωθυπουργός για την φοροελάφρυνση των μικρομεσαίων, θα φέρουν σχεδόν τα πάνω κάτω και στην οικονομία και στην εικόνα της κυβέρνησης. Απλά πλανώνται πλάνην οικτρά. Άλλωστε η κυβέρνηση αυτή έχει φέρει τα πάνω κάτω αλλά με αρνητικό τρόπο. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και τα όσα πιθανόν θα  ακολουθήσουν και για άλλα κοινοτικά κονδύλια μας δείχνουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει μία μόνο οικονομική θεωρία, δηλαδή να  κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους. 

Όσο και αν προσπαθήσει ο Πρωθυπουργός να σχηματίσει μια ακόμα μαγική εικόνα για τα δημόσια οικονομικά, όσο και να προσπαθήσει να μας πείσει ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του δεν ενστερνίζονται τις φεουδαρχικές αντιλήψεις και απόψεις για την οικονομία, όσο και αν προσπαθήσει μένει προσηλωμένος σε ένα αντιπαραγωγικό και βαθιά προβληματικό οικονομικό μοντέλο τα ίδια τα γεγονότα τον διαψεύδουν. 

Δεν αναφέρομαι προφανώς στους επικοινωνιακούς αλχημιστές του που προσπαθούν να κάνουν το μαύρο άσπρο αλλά στα στοιχεία. 

Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών για το α’ εξάμηνο του 2025 ανέρχεται σε μείον 7,6 δις ευρώ, ενώ το 2024 έκλεισε σε μείον 15,1 δις ευρώ.

Να θυμίσουμε ότι όταν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ελλειμματικό, εισάγονται περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες από όσα εξάγουμε, ή πληρώνονται περισσότερα εισοδήματα προς το εξωτερικό από όσα εισπράττονται.

Αυτό το έλλειμμα σημαίνει εξάρτηση από εξωτερική χρηματοδότηση, είτε μέσω δανείων είτε μέσω επενδύσεων, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της οικονομίας.

Το ελληνικό δημόσιο χρέος αυξήθηκε στα τέλη Ιουνίου 2025, φτάνοντας τα 368,3 δισ. ευρώ, από 366,329 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2025 και τα 368,369 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Αν συγκρίνουμε το Δημόσιο Χρέος του Ιούνιου 2025 με τη προηγούμενη περίοδο του 2024, βλέπουμε μια φαινομενική σταθερότητα, ωστόσο δάνεια 8 δισ. ευρώ περίπου που προέρχονται από το Μηχανισμό Στήριξης είχαν εξοφληθεί από το Ελληνικό Δημόσιο τον Δεκέμβριο του 2024, χωρίς τελικά να προκληθεί έστω και μια μικρή μείωση χρέους.

Η λανθασμένη κυβερνητική οικονομική πολιτική αυξάνει δημόσιο χρέος. Τον Σεπτέμβριο του 2019 το δημόσιο χρέος ανέρχονταν σε 331,06 δισ. ευρώ και τον Ιούνιο του 2025 έφτασε τα 368,3 δισ. ευρώ, δηλαδή μια αύξηση 37,2 δισ. ευρώ την εξαετία 2019 – 2025!  

Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιεί πως ναι μεν η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής παρέχει πολύτιμο χώρο για την κάλυψη επειγουσών αμυντικών αναγκών, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει τον κίνδυνο για υψηλότερα ελλείμματα και χρέος στο μέλλον. Η ΤτΕ τονίζει ότι «δημοσιονομικά, οι υψηλότερες αμυντικές δαπάνες αναμένεται να επιβαρύνουν το χρέος, αν και η προσωρινή ευελιξία στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ και η ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση θα μετριάσουν εν μέρει την αντίδραση των αγορών, ιδίως για τις χώρες με αυξημένες προκλήσεις δημοσιονομικής βιωσιμότητας».

Αν συνυπολογίσουμε τα παραπάνω σε συνδυασμό με τις λανθασμένες πολιτικές της κυβέρνησης της ΝΔ, μια χώρα που βρίσκεται στην προ τελευταία θέση στην Ευρώπη στο επίπεδο της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, που δεν κάνει τίποτα για να εκμεταλλευτεί τον ορυκτό της πλούτο της είναι καταδικασμένη να βρεθεί και πάλι  σε κάποια χρόνια από τώρα  μπροστά στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης. 

Ο Πρωθυπουργός θα πάει στη ΔΕΘ να μας μιλήσει για κάποιο άλλο αφήγημα; Ασφαλώς και όχι. Άλλωστε και οι πολίτες δεν πιστεύουν πια λέξη από όσα λέει, γιατί κατάφερε να χάσει πλέον την όποια έξωθεν καλή μαρτυρία μπορεί να είχε στα μάτια μιας μερίδας των πολιτών, να χάσει κάθε  αξιοπιστία που είναι απαραίτητο συστατικό, ώστε να μπορείς να εξαγγείλεις έστω τα ελάχιστα.

Οι όποιες ελαφρύνσεις για μισθωτούς, οικογένειες και οικονομικά ευάλωτους που θα ανακοινωθούν στην ΔΕΘ, μέσω του υψηλού ΦΠΑ και της ακρίβειας στα τρόφιμα, σε μερικούς μήνες θα έχουν εξαφανιστεί, γεγονός που οι πολίτες το έχουν εμπεδώσει πλέον ως μια σκληρή πραγματικότητα.   

Δε θα αναφερθώ με λεπτομέρειες καν στο ΕΣΥ το οποίο το αφήνει συνειδητά  να καταρρεύσει στο βωμό των μεγάλων συμφερόντων της ιδιωτικής περίθαλψης. 

Ταυτόχρονα η κυβέρνησή των μεγάλων αρνητικών τομών στην ελληνική κοινωνία και οικονομία κατάφερε να δημιουργήσει στην Ελλάδα και το φαινόμενο της στεγαστικής κρίσης επιδοτώντας τα Airbnb . Με τον τρόπο αυτό κινδυνεύει να μείνει ανέστια η  ελληνική οικογένεια και κάνει τους πολίτες να βάζουν πολύ βαθιά το χέρι στην ρηχή τσέπη τους για την πληρωμή του ενοικίου. Δεν συζητάμε και για το ότι έχει κλείσει τις πόρτες στον τραπεζικό δανεισμό για την αγορά κατοικίας. Αν σε όλα αυτά συνυπολογίσουμε την ακρίβεια σε ότι αγοράζεται στην Ελλάδα και την ληστρική επίθεση στις τσέπες των πολιτών στον τομέα της ενέργειας , καταλαβαίνουμε πως ότι και να πει ο κ. Μητσοτάκης στην ΔΕΘ δεν μπορεί να έχει πλέον κανένα αντίκτυπο στον χειμαζόμενο από τις πολιτικές του Έλληνα πολίτη. 

Στη ΝΙΚΗ θα σταθούμε και πάλι απέναντι σε αυτή την κατηφόρα που θέλουν αυτές οι πολιτικές να μας τοποθετήσουν. Είμαστε βέβαιοι ότι ο ελληνικός λαός και νου έχει και κρίση και την κατάλληλη στιγμή θα αποδώσει τα πρέποντα σε όσους τον αντιμετωπίζουν ως μέτοικο στην ίδια του τη χώρα.