Η πολιτική θύελλα που ξέσπασε μετά την αποκάλυψη της επιστολής του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς τον εισαγγελά της υπόθεσης των Τεμπών, Ντογιάκο, δεν έχει τέλος. Η πρόταση που κατέθεσε η κυρία Καρυστιανού για την παραπομπή του ίδιου του πρωθυπουργού και εννέα ακόμη υπουργών της κυβέρνησής του συγκεντρώνει πλέον μεγάλες πιθανότητες να γίνει δεκτή, βάζοντας την κυβέρνηση σε τροχιά πολιτικής κατάρρευσης.
Παρά την αρχική απογοήτευση του ΣΥΡΙΖΑ, που είδε την δική του πρόταση να απορρίπτεται, το κόμμα δεν διαθέτει πλέον καμία δυνατότητα να απέχει ή να αρνηθεί την υιοθέτηση της πρότασης Καρυστιανού. Η πολιτική πραγματικότητα επιβάλλει πλέον στην αντιπολίτευση μια ενιαία στάση απέναντι στο σκάνδαλο, καθώς το πολιτικό κόστος της αποστασιοποίησης από το αίτημα παραπομπής του πρωθυπουργού θα είναι βαρύ και μη αναστρέψιμο.
Το ΚΚΕ, παρότι μέχρι σήμερα κρατούσε αποστάσεις και προσποιούνταν ότι δεν αφορά τα αστικά κόμματα, βρίσκεται υπό ασφυκτική πίεση να ευθυγραμμιστεί με τη γενική γραμμή, καθώς διαφορετική στάση θα οδηγήσει σε πλήρη αποξένωση από το εκλογικό του σώμα. Δεν πρόκειται για μια απλή διαφωνία, αλλά για ζήτημα πολιτικής επιβίωσης.
Στο ΠΑΣΟΚ η κατάσταση είναι εξίσου κρίσιμη. Η ομάδα Διαμαντοπούλου, που συστηματικά επιδιώκει να εμφανίζεται ως «υπεύθυνη αντιπολίτευση» και ουσιαστικά ως ουρά της κυβέρνησης, θα δυσκολευτεί να αγνοήσει τις πιέσεις για στήριξη της παραπομπής, τουλάχιστον όσον αφορά τον ίδιο τον Μητσοτάκη. Η αμηχανία γίνεται ακόμα πιο έντονη αν αναλογιστεί κανείς ότι η αποστολή της επίμαχης επιστολής προς τον ανακριτή για αλλαγή ανακριτή της υπόθεσης Τεμπών, αποτελεί αδιαμφισβήτητη πολιτική και νομική πρόκληση.
Σύμφωνα με το άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικα, η εσχάτη προδοσία δεν περιορίζεται μόνο σε παραδοσιακές έννοιες εθνικής προδοσίας, αλλά περιλαμβάνει και την κατάχρηση κρατικής εξουσίας με στόχο την αλλοίωση των θεμελιωδών αρχών του πολιτεύματος, όπως η διάκριση των λειτουργιών. Η πρωθυπουργική παρέμβαση στον ανακριτή, σε υπόθεση όπου η ίδια η κυβέρνηση εμπλέκεται, εγείρει σοβαρότατα ζητήματα νομιμότητας και ηθικής τάξης.
Από τη Νέα Δημοκρατία δεν αναμένονται θαύματα. Με τους βουλευτές Σαμαρά, Σαλμά και Κυριαζίδη ήδη διαγραμμένους, η κοινοβουλευτική ομάδα διαθέτει 155 μέλη. Η μυστική ψηφοφορία που θα κρίνει την παραπομπή του πρωθυπουργού προσφέρει το τέλειο καταφύγιο για όσους επιθυμούν να «ανταρτεύσουν» χωρίς να εκτεθούν δημοσίως. Προβλέψεις κάνουν λόγο για δεκαέξι έως και είκοσι έξι βουλευτές ΝΔ που θα ψηφίσουν υπέρ της προανακριτικής, καταδεικνύοντας την αποσταθεροποίηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Μόνο ορισμένοι από τους πρώην «Σπαρτιάτες» βουλευτές της ΝΔ αναμένεται να καταψηφίσουν την πρόταση, αλλά αυτοί θα αντισταθμιστούν από τους «αντάρτες» μέσα στην κοινοβουλευτική ομάδα. Αυτό σημαίνει ότι η παραπομπή είναι όχι μόνο πιθανή αλλά και σχεδόν βέβαιη.
Μια τέτοια εξέλιξη δεν αφορά απλώς την παραπομπή σε προανακριτική, αλλά την ουσιαστική απώλεια εμπιστοσύνης προς τον πρωθυπουργό, γεγονός που θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην παραίτησή του. Το χρονοδιάγραμμα είναι στενό, καθώς ο κανονισμός της Βουλής απαιτεί την εγγραφή του αιτήματος στην ημερήσια διάταξη εντός 22 ημερών από την κατάθεσή του.
Μάλιστα, ο πρωθυπουργός διαθέτει τη δυνατότητα να διατάξει την αποχώρηση της κοινοβουλευτικής του ομάδας από τη Βουλή, ώστε να εμποδίσει διαρροές κατά την ψηφοφορία. Ωστόσο, αν κάποιοι βουλευτές επιλέξουν να παραμείνουν και να ψηφίσουν ενάντια στην κυβέρνηση, η πτώση της είναι άμεση και αναπόφευκτη.
Η πολιτική πραγματικότητα είναι αμείλικτη: πολλοί βουλευτές της ΝΔ επιθυμούν να απαλλαγούν από το βάρος Μητσοτάκη και δεν θα διστάσουν να εκφραστούν στην κρίσιμη στιγμή. Οι διαγραφές δεν θα προλάβουν να γίνουν ή θα είναι ανίσχυρες αν ο αριθμός των «ανταρτών» ξεπεράσει τους έξι.
Η υπόθεση Τεμπών έχει πλέον μετατραπεί σε μαγνήτη πολιτικής κρίσης, που επηρεάζει κάθε κόμμα και κάθε πολιτικό πρόσωπο. Ο επικοινωνιακός μηχανισμός της κυβέρνησης φαίνεται να μην έχει απάντηση στην ουσία της υπόθεσης, καθώς η επιστολή προς τον ανακριτή δεν μπορεί να δικαιολογηθεί.
Το πολιτικό τέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη μοιάζει πλέον αναπόφευκτο. Οι εξελίξεις των επόμενων ημερών αναμένεται να είναι καταιγιστικές, με την χώρα να εισέρχεται σε μια νέα φάση πολιτικής αναταραχής.