Οι πρόσφατες εκθέσεις της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκής Πολιτικής για το Περιβάλλον (IEEP) για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λειτουργούν σαν σεισμικός προειδοποιητικός κώδωνας για το μέλλον του ελληνικού τουρισμού. Όσα παρουσιάζουν δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών: ο νησιωτικός χώρος της Ελλάδας, το θεμέλιο της τουριστικής μας ταυτότητας και του οικονομικού μας μοντέλου, βρίσκεται πλέον σε κατάσταση κορεσμού, εξάντλησης και λειτουργικής κατάρρευσης. Η χώρα μας διαφημίζει διεθνώς την εικόνα ενός τουριστικού παραδείσου, αλλά κάτω από την επιφάνεια τα νησιά δέχονται πίεση πέρα από κάθε αντοχή.
Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία είναι αδιαμφισβήτητη — άνω του 20% του ΑΕΠ και εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Τα νησιά από μόνα τους καλύπτουν περίπου το 11% του παγκόσμιου νησιωτικού τουρισμού, προσελκύοντας πληθυσμούς που πολλαπλασιάζουν έως και δεκαπλάσια τον μόνιμο πληθυσμό μέσα σε λίγους μήνες. Αυτή η ανισορροπία μεταξύ αναγκών και υποδομών δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα:
Η επάρκεια νερού βρίσκεται σε οριακό σημείο. Δεκάδες νησιά εξαρτώνται από υδροφόρες, με κόστος έως και 8–10 φορές υψηλότερο από το πραγματικό κόστος παραγωγής νερού. Οι μονάδες αφαλάτωσης, όπου υπάρχουν, λειτουργούν ενεργοβόρα, με υψηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και χωρίς επαρκή σχεδιασμό μακροχρόνιας λειτουργίας. Η ενεργειακή τροφοδοσία των νησιών παραμένει εύθραυστη, με τοπικούς σταθμούς που αγκομαχούν να καλύψουν τις ανάγκες αιχμής, οδηγώντας σε συνεχείς διακοπές ρεύματος που πλήττουν την ποιότητα ζωής κατοίκων και επισκεπτών αλλά και τη φήμη των προορισμών.
Οι υποδομές μεταφορών —λιμάνια, οδικό δίκτυο, δημόσιες συγκοινωνίες— σε πολλά νησιά είναι ελλιπείς και φτιαγμένες για πληθυσμούς άλλων εποχών. Τα απορρίμματα αυξάνονται γεωμετρικά το καλοκαίρι: σε ορισμένα νησιά οι ΧΥΤΑ υπερκορεσμένοι λειτουργούν πέρα από τα επιτρεπτά όρια, ενώ η ανακύκλωση παραμένει σε εμβρυακό στάδιο. Η διαχείριση λυμάτων αποτελεί επίσης τεράστια πρόκληση, με κίνδυνο θαλάσσιας ρύπανσης που απειλεί άμεσα και άμεσα το βασικό προϊόν: το καθαρό φυσικό περιβάλλον.
Στο επίπεδο διοίκησης, οι δήμοι των νησιών βρίσκονται υποστελεχωμένοι και χωρίς τεχνική επάρκεια. Αδυνατούν να ωριμάσουν και να υλοποιήσουν έργα που θα χρηματοδοτηθούν από ευρωπαϊκούς πόρους· έτσι, σημαντικά κονδύλια μένουν αναξιοποίητα ή χάνονται, όχι επειδή η Ευρώπη δεν χρηματοδοτεί, αλλά επειδή οι τοπικοί μηχανισμοί δεν μπορούν να τρέξουν τις διαδικασίες. Η πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων —Κεντρικό Κράτος, Περιφέρειες, Λιμενικές Αρχές, ΔΕΔΔΗΕ, ΔΕΥΑ, Υπουργεία— δημιουργεί ένα δυσλειτουργικό πλέγμα χωρίς κέντρο ευθύνης και χωρίς σχέδιο.
Την ίδια στιγμή, η κλιματική αλλαγή εντείνει την αστάθεια του συστήματος. Παρατεταμένοι καύσωνες, ερημοποίηση μικρών νησιών, επιθετική άνοδος της στάθμης της θάλασσας, απώλεια βιοποικιλότητας, καταστροφικές πυρκαγιές και πλημμύρες αποτελούν πραγματικό κίνδυνο για τη δυνατότητα κατοίκησης και αξιοποίησης ολόκληρων περιοχών. Οι διεθνείς μελέτες προειδοποιούν ότι χωρίς οργανωμένη προσαρμογή, ορισμένοι προορισμοί θα χάσουν το τουριστικό τους πλεονέκτημα μέχρι το 2050 — ή και πολύ νωρίτερα.
Το πιο ανησυχητικό είναι ότι αυτός ο κίνδυνος δεν εμφανίζεται ως απόρροια αποτυχίας, αλλά της ίδιας της επιτυχίας του ελληνικού τουρισμού. Η χώρα αναπτύχθηκε χωρίς θεσμοθετημένα όρια, χωρίς υποχρεωτικό σχεδιασμό φέρουσας ικανότητας ανά νησί και με βάση το δόγμα «ας έρθουν όσο περισσότεροι γίνεται». Σήμερα όμως αποδεικνύεται πως αυτό το μοντέλο ακυρώνει την προοπτική του: όταν ο προορισμός εξαντλείται, ο επισκέπτης φεύγει και ο τουρισμός καταρρέει από τον κορεσμό.
Η λύση που οι ειδικοί θεωρούν αναπόφευκτη είναι η ριζική αλλαγή παραδείγματος. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα Εθνικό Σχέδιο για τον Νησιωτικό Χώρο που θα ορίζει ενιαία στρατηγική και θα θέτει κανόνες. Έναν φορέα κεντρικού συντονισμού με αποκλειστική αρμοδιότητα για τις υποδομές των νησιών και την παρακολούθηση της βιώσιμης ανάπτυξης. Ρητή θεσμοθέτηση του περιορισμού του υπερτουρισμού με βάση την πραγματική φέρουσα ικανότητα κάθε περιοχής.
Απόλυτη ανταποδοτικότητα των τουριστικών εσόδων —τα χρήματα που παράγουν τα νησιά να επιστρέφουν στα νησιά για έργα ανθεκτικότητας, υποδομών και προστασίας του περιβάλλοντος. Στροφή στην ενεργειακή και υδατική αυτάρκεια, με εκτεταμένη αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών και έξυπνων δικτύων. Ενίσχυση της τοπικής παραγωγής, ώστε ο τουρισμός να τροφοδοτεί την ελληνική οικονομία και όχι κυρίως εισαγόμενα προϊόντα.
Τα νησιά της Ελλάδας είναι η καρδιά του ελληνικού τουρισμού, αλλά και η καρδιά του ελληνισμού. Αν χαθεί η βιωσιμότητά τους, η ζημιά δεν θα είναι μόνο οικονομική· θα είναι εθνική. Το σημερινό παράθυρο δράσης είναι μικρό και κλείνει γρήγορα. Έχουμε λίγα χρόνια —όχι δεκαετίες— για να θωρακίσουμε το μέλλον.
Εάν η χώρα συνεχίσει να στηρίζει την οικονομική της ανάπτυξη σε μια απροστάτευτη, υπερφορτωμένη και υποβαθμιζόμενη νησιωτική Ελλάδα, το μοντέλο θα καταρρεύσει εκ των έσω. Τότε το κόστος δεν θα μπορεί να καλυφθεί ούτε με 35 δισεκατομμύρια· θα είναι ανυπολόγιστο. Τώρα είναι η στιγμή για σοβαρές αποφάσεις, εθνική στρατηγική και πράξεις. Γιατί ο ελληνικός τουρισμός μπορεί να συνεχίσει να θριαμβεύει μόνο αν, πρώτα απ’ όλα, σωθούν οι τόποι που τον κρατούν ζωντανό.


 
					 
					 
					 
					 
					 
					 
					 
					 
					 
					 
						
			 
					
									 
																		 
																		 
																		 
																		 
																		