18 Νοεμβρίου, 2025
Ελλάδα

«Ξεχασμένοι από όλους: Οι Ελληνορθόδοξοι της Συρίας πολεμούν μόνοι για την επιβίωση»

- Ο τζιχαντιστής με το κοστούμι και οι χριστιανοί που ξεχάστηκαν από την Ελλάδα

Οι Ελληνορθόδοξοι της Συρίας – γνωστοί ιστορικά και ως «Ρωμιοί» της Ανατολής – έχουν παρουσία αιώνων στη Μέση Ανατολή. Ήδη από τη βυζαντινή εποχή, η περιοχή της Αντιόχειας υπήρξε κέντρο της Ορθοδοξίας και έδρα του αρχαίου Πατριαρχείου Αντιοχείας, ενός εκ των σημαντικότερων του χριστιανικού κόσμου. Μετά τα πρώτα σχίσματα του 5ου και του 6ου αιώνα, οι ορθόδοξοι της περιοχής παρέμειναν πιστοί στο Βυζάντιο – εξ ου και ονομάστηκαν «Μελχίτες», δηλαδή αυτοκρατορικοί, πιστοί στον βασιλέα. Ακόμα και υπό την αραβική-μουσουλμανική κατάκτηση, συνέχισαν να αυτοαποκαλούνται «αλ Ρουμ», την αραβική λέξη για τον «Ρωμιό», δηλώνοντας την καταγωγή τους από την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Καθ’ όλη την Οθωμανική περίοδο, οι πιστοί του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου αντιμετωπίζονταν συλλογικά ως το «Ρωμιό μιλέτι», δηλαδή το έθνος των Ρωμιών, ανεξαρτήτως εθνότητας. Αυτό τους εξασφάλιζε μεν θρησκευτική συνοχή, αλλά δεν τους προστάτευσε πάντοτε από διώξεις. Κατά τον 19ο αιώνα σημειώθηκαν σφαγές εναντίον χριστιανών στη Συρία, όπως η μεγάλη σφαγή στη Δαμασκό το 1860, όπου χιλιάδες Ελληνορθόδοξοι και άλλοι χριστιανοί σφαγιάστηκαν από φανατικούς ένοπλους.

Αυτά τα γεγονότα, μαζί με γενικότερες αναταραχές, προκάλεσαν μεγάλα μεταναστευτικά κύματα. Εκτιμάται πως κοντά στο ένα εκατομμύριο χριστιανοί της περιοχής έφυγαν για τις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ 1899 και 1919, ενώ και προς τον Λίβανο και άλλες ασφαλέστερες περιοχές κατέφυγαν πολλοί. Παρά τις δοκιμασίες, μια σημαντική κοινότητα Ελληνορθόδοξων παρέμεινε στη Συρία. Στις αρχές του 20ού αιώνα, υπό το γαλλικό καθεστώς εντολής και αργότερα στο ανεξάρτητο συριακό κράτος, οι Ρωμιοί της Συρίας ενσωματώθηκαν στην κοινωνία, διατηρώντας όμως την ιδιαίτερη ταυτότητά τους. Το Πατριαρχείο Αντιοχείας – τρίτο στην ιεραρχία των Ορθόδοξων Πατριαρχείων μετά της Κωνσταντινούπολης και της Αλεξανδρείας – παρέμεινε το πνευματικό και διοικητικό τους κέντρο. Πολλοί Ελληνορθόδοξοι αποτέλεσαν την αστική και μορφωμένη τάξη, συμμετέχοντας στις επιστήμες, στο εμπόριο και στη δημόσια διοίκηση. Μέχρι την έναρξη του εμφύλιου πολέμου το 2011, οι χριστιανοί αποτελούσαν περίπου το 10% του συριακού πληθυσμού, δηλαδή 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους, με την πλειονότητα να ανήκει στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Η παρουσία τους στη συριακή γη υπήρξε αδιάλειπτη επί αιώνες, ως ζωντανός σύνδεσμος ανάμεσα στο ελληνορωμαϊκό παρελθόν και το σύγχρονο αραβικό κράτος.

Η δεκαετία του 2010 υπήρξε καταστροφική για τη Συρία. Ο εμφύλιος πόλεμος άνοιξε την πόρτα στην ακρότητα και τη βία, με ισλαμιστικές ριζοσπαστικές οργανώσεις να εκμεταλλεύονται το χάος για να εδραιωθούν. Το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος (ISIS) κατέλαβε εκτεταμένα εδάφη, εγκαθιδρύοντας ένα καθεστώς τρόμου, όπου οι μη μουσουλμανικές μειονότητες – και ιδίως οι χριστιανοί – βρέθηκαν αντιμέτωπες με διωγμούς, βίαιους εξισλαμισμούς και μαζικές εκτελέσεις. Παράλληλα, το παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία, το Μέτωπο αλ Νούσρα, εξαπέλυσε επιθέσεις σε πόλεις και χωριά, βυθίζοντας τη χώρα σε έναν διαρκή εφιάλτη. Δύο ορθόδοξοι Μητροπολίτες του Χαλεπίου, ο Παύλος και ο Γιοχάννα, απήχθησαν τον Απρίλιο του 2013 και έκτοτε αγνοούνται, σύμβολα του κινδύνου που διέτρεξαν οι χριστιανικές ηγεσίες. Από το 2011 έως το 2017, υπολογίζεται ότι 300.000 έως 900.000 χριστιανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Συρία.

Καθώς ο εμφύλιος μετατράπηκε σε παγωμένη σύγκρουση με πολλαπλές ζώνες επιρροής, ένας από τους πρώην ηγέτες των τζιχαντιστών επιχειρεί μια απροσδόκητη πολιτική μεταμόρφωση. Ο Αμπού Μοχάμεντ αλ Γκολάνι, πρώην αρχηγός του Μετώπου αλ Νούσρα και νυν επικεφαλής της οργάνωσης Χαϊγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ στο Ιντλίμπ, εμφανίστηκε τον Δεκέμβριο του 2024 με κοστούμι και πουκάμισο, συνομιλώντας με δυτικούς απεσταλμένους – μόλις λίγες ημέρες μετά από δημόσια εμφάνιση με στρατιωτική στολή και αυτόματο όπλο. Ο ίδιος δηλώνει πλέον πολιτικός ηγέτης, επιδιώκοντας να εμφανιστεί ως μετριοπαθής συνομιλητής της Δύσης, ενώ παραμένει επικεφαλής οργάνωσης που βρίσκεται στον κατάλογο των τρομοκρατικών. Με τη στήριξη της Τουρκίας προβάλλεται ως ο νέος ισχυρός άνδρας της Συρίας, με ορισμένους διπλωμάτες να τον αντιμετωπίζουν ως «de facto ηγέτη» της χώρας. Ωστόσο, για τις χριστιανικές κοινότητες και ιδίως για τους Ελληνορθόδοξους, ο φόβος δεν έχει εκλείψει. Παρά την αλλαγή ενδυματολογικού ύφους, η ιδεολογική απειλή παραμένει. Οι πιστοί της Ανατολής εξακολουθούν να μιλούν για «τους τζιχαντιστές του τζιχαντιστή με το κοστούμι», υπενθυμίζοντας ότι πίσω από τη ρητορική περί ειρήνης κρύβεται η ίδια δογματική βία.

Η κατάσταση για τους εναπομείναντες Ελληνορθόδοξους της Συρίας είναι δραματική. Ο Μητροπολίτης Λαττάκειας Αθανάσιος περιγράφει πως «ο φόβος και ο τρόμος επικρατούν παντού, οι δολοφονίες, οι καταστροφές είναι καθημερινό φαινόμενο, η ζωή τους κρέμεται από μια κλωστή». Τον Μάρτιο του 2025, σε συνέντευξή του, κατήγγειλε ότι τόσο η Ελληνική Πολιτεία όσο και η Εκκλησία της Ελλάδος τους έχουν εγκαταλείψει χωρίς υλική ή ηθική στήριξη. Οι κοινότητες προσπαθούν να επιβιώσουν χωρίς βοήθεια, αντιμετωπίζοντας ελλείψεις σε τρόφιμα, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ασφάλεια απέναντι στις ένοπλες ομάδες που λυμαίνονται τις περιοχές τους. Αφού οι εκκλήσεις τους προς τη διεθνή κοινότητα δεν εισακούστηκαν, αναζητούν τρόπους αυτοάμυνας και οργάνωσης. Έχουν ήδη δηλώσει ότι εξετάζουν τη δημιουργία ομάδων πολιτοφυλακής για την προστασία ναών και κατοίκων. Στον Λίβανο, οι ομόδοξοι χριστιανοί θυμίζουν την παλαιά μαχητική τους ταυτότητα, κυκλοφορώντας αφίσες με σταυροφόρους και συμβολικά μηνύματα αντίστασης.

Η Συρία του σήμερα δεν είναι ενιαίο κράτος αλλά μοιρασμένη επικράτεια. Οι Κούρδοι ελέγχουν τον βορειοανατολικό τομέα, οι δυνάμεις του προεδρικού καθεστώτος το δυτικό τμήμα, οι αντικαθεστωτικοί σουνίτες το κέντρο και ο βορράς, ενώ η Τουρκία έχει στρατιωτική παρουσία στα σύνορα. Η χώρα οδεύει προς ένα μοντέλο ομοσπονδιοποίησης ή ακόμη και de facto διχοτόμησης. Μέσα σε αυτό το τοπίο, οι μειονότητες που δεν διαθέτουν ισχυρούς συμμάχους κινδυνεύουν με αφανισμό. Οι Δρούζοι έχουν εξασφαλίσει στήριξη από το Ισραήλ, οι Κούρδοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι αλαουίτες από τη Ρωσία και το Ιράν. Οι χριστιανοί απευθύνονται στην Ελλάδα, αλλά – όπως καταγγέλλουν οι ίδιοι – η Ελλάδα είναι απούσα.

Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις των Ρωμιών της Ανατολής, η ανταπόκριση της ελληνικής πολιτείας υπήρξε πενιχρή. Από το 2014 και μετά, οι εκκλήσεις τους έγιναν κραυγή αγωνίας, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η Αθήνα, παρά τους ιστορικούς και πνευματικούς δεσμούς, δεν συμμετέχει ενεργά στις διεθνείς πρωτοβουλίες που αφορούν τη συριακή κρίση. Διεθνείς παρατηρητές σημειώνουν πως η Ελλάδα κινδυνεύει να καταστεί περιθωριακός παίκτης στην Ανατολική Μεσόγειο, χάνοντας την επιρροή της και αφήνοντας χώρο σε άλλες δυνάμεις να καθορίσουν τις εξελίξεις. Ήδη από το 2023, Ισραηλινοί και Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν ζητήσει από την Αθήνα να «αναλάβει τους χριστιανούς» της περιοχής, υπογραμμίζοντας τον φυσικό ρόλο της ως προστάτιδας δύναμης.

Την ίδια ώρα, Έλληνες της διασποράς απευθύνουν ανοικτές επιστολές ζητώντας πράξεις αντί δηλώσεων. Ο ομογενής δικηγόρος Ανέστης Κωνσταντινίδης, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή», μετέφερε την «κραυγή αγωνίας» του Μητροπολίτη Λαττάκειας και κατήγγειλε την εγκατάλειψη των Ελληνορθόδοξων της Συρίας από την Εκκλησία και το κράτος. Ζήτησε από την Εκκλησία της Ελλάδος να διαθέσει έσοδα υπέρ των δοκιμαζόμενων αδελφών και από την κυβέρνηση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της πριν να είναι αργά.

Το ερώτημα που παραμένει ανοιχτό είναι γιατί η Ελλάδα, με τόσο βαθιές ρίζες και ιστορική ευθύνη στην Ανατολή, εξακολουθεί να είναι απούσα. Είτε πρόκειται για έλλειψη στρατηγικής, είτε για πολιτικό φόβο εμπλοκής, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η σιωπή αφήνει τους Ελληνορθόδοξους της Συρίας εκτεθειμένους στην αφάνεια και τον κίνδυνο, ενώ η χώρα χάνει έναν φυσικό ρόλο που θα μπορούσε να της δώσει κύρος και ισχύ στη Μέση Ανατολή.