Ο καθηγητής γεωλογίας και διακεκριμένος Τούρκος διανοούμενος Τζελάλ Σενγκόρ προκάλεσε ισχυρό κοινωνικό και πολιτικό αντίκτυπο στην Τουρκία, έπειτα από δηλώσεις του που αφορούν την πραγματική καταγωγή των σημερινών Τούρκων. Κατά τη διάρκεια συμμετοχής του σε τηλεοπτική εκπομπή, ο ίδιος υποστήριξε ότι η εθνολογική προέλευση των κατοίκων της Ανατολίας δεν συνδέεται ουσιαστικά με τις τουρανικές και κεντροασιατικές ρίζες που προβάλλονται επίσημα, αλλά με πολύ παλαιότερες και διαφορετικές πληθυσμιακές καταβολές. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε σε αποτελέσματα σύγχρονων γενετικών ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, οι οποίες καταδεικνύουν πως μόλις το 7% του γενετικού υλικού των σημερινών Τούρκων προέρχεται από την Κεντρική Ασία.
Σύμφωνα με τον Σενγκόρ, τα δεδομένα αυτά είναι επιστημονικά τεκμηριωμένα και μη αμφισβητήσιμα. «Η συντριπτική πλειονότητα του γενετικού υλικού των κατοίκων της Ανατολίας αποδίδεται σε Ινδοευρωπαϊκή καταγωγή», υπογράμμισε. Παράλληλα, υπενθύμισε πως η μακραίωνη Ιστορία της Μικράς Ασίας περιλαμβάνει διαδοχικούς πολιτισμούς, με αποκορύφωμα την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία – το Βυζάντιο – της οποίας, όπως τόνισε, οι σημερινοί Τούρκοι αποτελούν ιστορικούς και βιολογικούς κληρονόμους. «Μέσω εκτεταμένων επιγαμιών κατά την Οθωμανική περίοδο, υπήρξε συνεχής ανάμειξη εθνοτήτων. Στην πραγματικότητα, είμαστε μουσουλμάνοι Ρωμιοί», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Είμαστε περισσότερο Έλληνες και μόλις 7% Ασιάτες»
Η δήλωση αυτή προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην τουρκική κοινωνία, καθώς αμφισβητεί ευθέως την επίσημη εθνική αφήγηση περί μιας “καθαρής” τουρκικής ταυτότητας, αποσυνδεδεμένης από το προϋπάρχον πολιτισμικό υπόστρωμα της Μικράς Ασίας. Η λέξη «Ρωμιός» (Rûm), την οποία χρησιμοποίησε ο Σενγκόρ, έχει ιστορικά τις ρίζες της στον όρο «Ρωμαίος» που διατηρήθηκε από τους Έλληνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, και περιγράφει τους ελληνόφωνους χριστιανούς κατοίκους των βυζαντινών εδαφών. Ο όρος απαντά σε πολυάριθμες πηγές, τόσο σε επιγραφές της προϊσλαμικής περιόδου, όπως η περίφημη επιγραφή της Ναμάρα, όσο και στο Κοράνι, το οποίο περιέχει αναφορές στους Βυζαντινούς αυτοκράτορες, ιδιαίτερα εκείνους της δυναστείας των Ηρακλείδων.
Στο σύγχρονο τουρκικό λεξιλόγιο, η λέξη «Ρωμιός» εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, όμως σε πιο περιορισμένο πλαίσιο: προσδιορίζει κυρίως την ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου. Για τους Έλληνες της σημερινής Ελλάδας χρησιμοποιείται ο όρος «Γιουνάν» (Yunani), με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται μια γλωσσική και εννοιολογική διάκριση που αντανακλά τις διαχρονικές πολιτισμικές και εθνοτικές εντάσεις μεταξύ των δύο λαών.
Η παρέμβαση του Σενγκόρ προκάλεσε την έντονη αντίδραση συντηρητικών και εθνικιστικών κύκλων στην Τουρκία, οι οποίοι εξέλαβαν τις δηλώσεις του ως απειλή προς τη συλλογική εικόνα του τουρκικού έθνους. Ο πανεπιστημιακός Μεχμέτ Εφέ Τσάμαν, με οικογενειακή καταγωγή από την Έλλαδα και την Παφλαγονία, εξέφρασε δημοσίως την άποψή του μέσω Twitter, λέγοντας: «Ο Σενγκόρ λέει ότι είμαστε Ρωμιοί επειδή δεν έχει το θάρρος να πει την πραγματική αλήθεια – ότι οι τουρκόφωνοι της Ανατολίας είναι εξισλαμισμένοι, γλωσσικά και πολιτισμικά αφομοιωμένοι Έλληνες».
Ο ίδιος επεσήμανε ότι η τουρκική κρατική εκπαίδευση και ιδεολογική κατήχηση προωθούν επίμονα μία τουρκιστική και μονοδιάστατη θεώρηση της Ιστορίας, παραβλέποντας επιδεικτικά την πολυπολιτισμική και ελληνορωμαϊκή μήτρα της Ανατολίας. Αυτή η προσέγγιση έχει εγκαθιδρυθεί στα σχολικά εγχειρίδια και στο δημόσιο λόγο εδώ και πάνω από έναν αιώνα, στερώντας από τη συλλογική συνείδηση της τουρκικής κοινωνίας τη δυνατότητα να αντιληφθεί την πλήρη ιστορική της συνέχεια.
Το θέμα έχει λάβει νέες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια, καθώς πληθαίνουν οι Τούρκοι πολίτες που καταφεύγουν σε γενετικά τεστ προκειμένου να ανακαλύψουν τις εθνολογικές τους ρίζες. Τα αποτελέσματα αυτών των τεστ, διαθέσιμα μέσω εμπορικών πλατφορμών, καταδεικνύουν σε πολλές περιπτώσεις σημαντικό βαθμό συγγένειας με πληθυσμούς της Ελλάδας, της Αρμενίας και των Βαλκανίων, και πολύ μικρότερη σύνδεση με τουρανικά ή μογγολικά γονίδια. Αυτές οι αποκαλύψεις έρχονται σε αντίθεση με την επίσημη κρατική ρητορική και συχνά προκαλούν αμηχανία ή και εχθρικές αντιδράσεις.
Ενδεικτική αυτής της δυσφορίας είναι η αντίδραση των τουρκικών αρχών απέναντι στην αμερικανική εταιρεία γενετικής ανάλυσης Ancestry.com, η οποία δημοσίευσε στοιχεία που αναφέρονται στην τουρκοποίηση και τον εξισλαμισμό των Ποντίων Ελλήνων κατά την οθωμανική εποχή. Η απάντηση της Άγκυρας περιλάμβανε επίσημες επικρίσεις, αλλά και κινήσεις για τον περιορισμό της πρόσβασης σε παρόμοια δεδομένα από το ευρύ κοινό.
Στον δημόσιο διάλογο παρενέβη και η δημοσιογράφος Ουζάι Μπουλούτ, η οποία μέσω των κοινωνικών δικτύων αναρωτήθηκε: «Γιατί φοβούνται τόσο πολύ οι Τούρκοι εθνικιστές την αλήθεια;» Και έδωσε η ίδια την απάντηση: «Διότι η αποδοχή της ιστορικής πραγματικότητας θα σήμαινε την κατάρρευση ενός ολόκληρου κατασκευασμένου εθνικού μύθου. Η αλήθεια, όμως, έχει τη δύναμη να απελευθερώσει. Και ίσως να είναι η μόνη οδός προς μια ειλικρινή ειρήνη στην περιοχή».
Το όλο ζήτημα αποκαλύπτει μια βαθιά υπαρξιακή κρίση στην τουρκική κοινωνία, ανάμεσα σε μια κρατικά επιβεβλημένη αφήγηση και τις αποδείξεις που προσφέρει η επιστήμη της γενετικής και η ελεύθερη ιστορική έρευνα. Καθώς προχωρά ο 21ος αιώνας και νέα μέσα φέρνουν στο φως λησμονημένες ή αποσιωπημένες πτυχές του παρελθόντος, η συζήτηση γύρω από την ταυτότητα των λαών της Ανατολίας είναι βέβαιο πως θα ενταθεί, φέρνοντας στην επιφάνεια το βάθος μιας ιστορίας που παραμένει ζωντανή.