Στις 27 Μαΐου 2025, ένα έγγραφο με ψυχρό τεχνοκρατικό ύφος αλλά εκρηκτικό περιεχόμενο εμφανίστηκε στη δημόσια βάση δεδομένων του αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας. Η DARPA – η διαβόητη Υπηρεσία Προηγμένων Αμυντικών Ερευνητικών Προγραμμάτων – εξέδωσε ένα Αίτημα για Πληροφορίες (RFI) με τίτλο «Προηγμένες Δυνατότητες Προσομοίωσης Επιδημιών Νοσημάτων». Το έγγραφο φέρει την ένδειξη DARPA-SN-25-72 και ξεκινά με μια φράση που θα μπορούσε να σηματοδοτεί την απαρχή μιας νέας εποχής: «Η εμφάνιση φυσικών ή ανθρωπογενών μολυσματικών παραγόντων αποτελεί σημαντική απειλή για την πατρίδα και για τους μαχητές που έχουν αναπτυχθεί παγκοσμίως.»
Πίσω από την τεχνική γλώσσα και τους όρους της επιδημιολογίας, της πληροφορικής και της βιοτεχνολογίας, το RFI περιγράφει ένα φιλόδοξο και σκοτεινά φουτουριστικό σχέδιο: τη δημιουργία ενός συστήματος που θα μπορεί να προσομοιώνει εξ’ ολοκλήρου πανδημίες – από την αρχική διαρροή ή εξάπλωση, μέχρι τα μέτρα καραντίνας, τις εκστρατείες εμβολιασμού, τις κοινωνικές αντιδράσεις και τις καμπάνιες χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
Το σχέδιο της DARPA εστιάζει σε τρεις βασικούς άξονες: την επιδημιολογική δυναμική, τις τεχνολογικές καινοτομίες εντοπισμού και πρόληψης, και – ίσως το πιο ανησυχητικό – την προσομοίωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της κοινωνικής συμμόρφωσης. Ζητείται η ανάπτυξη εργαλείων Τεχνητής Νοημοσύνης που θα προσομοιώνουν μεταδόσεις από άτομο σε άτομο, υπερεξαπλώσεις, επιπτώσεις ανά ηλικιακή ομάδα και φυλή, αλλά και τρόπους κοινωνικής επιρροής μέσα από τα μέσα ενημέρωσης και την επιστήμη της συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με το έγγραφο, τα μοντέλα θα πρέπει να μπορούν να απεικονίσουν «μη αναπαραγόμενους παράγοντες που προκαλούν ασθένειες», δηλαδή συνθετικά ή γενετικά τροποποιημένα παθογόνα, να προσομοιώσουν πολλαπλά κυκλοφορούντα στελέχη ταυτόχρονα, και να λάβουν υπόψη την επίδραση της αντιγονικής μετατόπισης ή της ιικής εξέλιξης. Παράλληλα, ενθαρρύνεται ρητά η χρήση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο – γονιδιωματικά, επιδημιολογικά, κινητικότητας, ακόμα και βιοαισθητήρων – για την παρακολούθηση και πρόβλεψη της εξάπλωσης και της συμπεριφοράς του πληθυσμού.
Η DARPA επιθυμεί να μοντελοποιήσει καμπάνιες κοινωνικής αποδοχής, να προβλέψει τον αντίκτυπο στρατηγικών μηνυμάτων δημόσιας υγείας και να αναλύσει τη χρονική σχέση ανάμεσα στην παρέμβαση και στην εξέλιξη μιας κρίσης. Ζητά, χωρίς περιστροφές, πλατφόρμες προσομοίωσης που θα είναι ικανές να δείξουν «την επίδραση της έγκαιρης επέμβασης στην πορεία της επιδημίας» – ένα εργαλείο που μπορεί να καθορίσει αποφάσεις πολιτικής, υγειονομικής ή ακόμα και στρατιωτικής φύσεως.
Το πρόγραμμα αγγίζει επίσης τις στρατηγικές ανάπτυξης ιατρικών αντιμέτρων (MCM), δηλαδή εμβολίων, θεραπειών, φαρμάκων, και προβλέπει την ανάγκη για μοντέλα που να εκτιμούν την ταχύτητα παραγωγής, τη διάθεσή τους, αλλά και την αποτελεσματικότητά τους. Το σύστημα που σχεδιάζεται πρέπει να είναι εύχρηστο και να απευθύνεται σε μη ειδικούς, με φιλικούς πίνακες ελέγχου και παραμετρικά μοντέλα που μπορούν να τροποποιούνται γρήγορα ανάλογα με το σενάριο.
Ο οργανισμός αναζητά ακόμη την ικανότητα προσομοίωσης της «ανάπτυξης πυκνότητας βιοαισθητήρων» για τον εντοπισμό επιδημιών. Με άλλα λόγια, τη δυνατότητα προσομοίωσης πόλεων με εκτεταμένα δίκτυα ανίχνευσης σε ανθρώπους, ζώα και περιβάλλον – ένα σενάριο που παραπέμπει περισσότερο σε τεχνολογική δυστοπία παρά σε δημόσια υγεία.
Πέρα όμως από τις τεχνικές προδιαγραφές, το έγγραφο αποκαλύπτει μια στρατηγική που προεκτείνεται στην ίδια την κοινωνική πραγματικότητα. Η ένταξη της επιστήμης συμπεριφοράς, της κοινωνικής ψυχολογίας και της προγνωστικής ανάλυσης ανθρώπινης δράσης στις πανδημικές προσομοιώσεις καθιστά σαφές ότι δεν πρόκειται μόνο για βιολογικά σενάρια, αλλά για πλήρεις αναπαραστάσεις κοινωνικών κρίσεων. Το ερώτημα που προκύπτει: είναι αυτά εργαλεία προετοιμασίας ή μέσα διαχείρισης μαζικής αντίδρασης;
Το ιστορικό της DARPA περιλαμβάνει ήδη προγράμματα όπως το «Theory of Mind» (Θεωρία του Νου), μετονομασμένο σήμερα σε «Kallisti», που στοχεύει στην κατανόηση και πρόβλεψη της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε καταστάσεις κρίσης. Το εν λόγω έργο έχει κατηγορηθεί από αναλυτές ως πιθανό πλαίσιο για τον εντοπισμό «μη συμμορφούμενων» ή «αντιφρονούντων» μέσω τεχνητής νοημοσύνης.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, υπό την ηγεσία Τραμπ, δρομολογεί πρόγραμμα 500 εκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη εμβολίων επόμενης γενιάς, στοχοποιώντας συγκεκριμένα τη γρίπη των πτηνών. Πρόκειται για τον ίδιο ιό για τον οποίο χρηματοδοτούνται ταυτόχρονα πειράματα αύξησης λειτουργικότητας (gain-of-function), την ώρα που η DARPA προσπαθεί να προσομοιώσει την απειλή του σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η ίδια η DARPA είχε ήδη, από το 2013, συνεργαστεί με την Moderna για την ανάπτυξη mRNA εμβολίων, ενώ το 2018 έλαβε την πρόταση DEFUSE της EcoHealth Alliance, που περιλάμβανε μεταξύ άλλων τη ρίψη πρωτεϊνών ακίδων μέσω drone πάνω σε πληθυσμούς ζώων ή ανθρώπων. Η πρόταση αυτή τώρα συνδέεται με γενετική αλληλουχία του ιού COVID-19 – γεγονός που επιτείνει τις ανησυχίες για τον ρόλο της Υπηρεσίας σε μελλοντικά σενάρια πανδημίας.
Οι απαντήσεις στο RFI έπρεπε να έχουν υποβληθεί έως τις 23 Ιουνίου 2025. Μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει επίσημη ανακοίνωση για το αν και ποιοι φορείς ανταποκρίθηκαν. Το RFI, σύμφωνα με πηγές όπως το EverGlade Consulting και το SAM.gov, δεν συνοδευόταν από χρηματοδότηση, πράγμα που σημαίνει ότι οι απαντήσεις ήταν προαιρετικές – με την πιθανή έναρξη έργων να τοποθετείται στα τέλη του καλοκαιριού ή το φθινόπωρο του 2025.
Το ερώτημα που πλανάται είναι απλό αλλά βαθιά ανησυχητικό: προσομοιώνει η DARPA μια πιθανή πανδημία – ή σχεδιάζει μια βιολογική επιχείρηση στο όνομα της ετοιμότητας;