Η σεισμική και ηφαιστειακή δραστηριότητα στην καλδέρα της Σαντορίνης έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία, δεδομένου ότι το ηφαίστειο παραμένει ενεργό και ενδέχεται να εκραγεί οποιαδήποτε στιγμή. Οι τελευταίες παρατηρήσεις και μετρήσεις μέσω ενόργανων συστημάτων αποκαλύπτουν έντονες αλλαγές στην ηφαιστειακή δραστηριότητα, παρόμοιες με εκείνες που παρατηρήθηκαν την περίοδο 2011-2012, η οποία διήρκεσε περίπου 14 μήνες, χωρίς τελικά να υπάρξει έκρηξη. Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει αναπάντητο: Μπορεί να εκραγεί ξανά; Η απάντηση είναι θετική, καθώς το ηφαίστειο παραμένει ενεργό και η δυνατότητα έκρηξης είναι πάντα παρούσα.
Το ηφαίστειο Κολούμπο, το υποθαλάσσιο ηφαίστειο που βρίσκεται κοντά στη Σαντορίνη, δεν έχει εκραγεί από το 1650, αλλά παραμένει μια σοβαρή απειλή. Οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει, μέσω νέων τεχνικών απεικόνισης, τη συγκέντρωση τήγματος περίπου δύο μιλίων κάτω από την επιφάνεια, υποδεικνύοντας ότι το ηφαίστειο «φορτώνει» και ενδέχεται να ενεργοποιηθεί στο μέλλον. Αν και αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται να είναι επικείμενη μια έκρηξη, οι ερευνητές προειδοποιούν ότι η απειλή παραμένει υπαρκτή και η ανάγκη για παρακολούθηση σε πραγματικό χρόνο είναι επιτακτική.
Το ηφαίστειο Κολούμπο ανήκει στην οικογένεια των εξαιρετικά εκρηκτικών ηφαιστείων, ικανών να προκαλέσουν εκρήξεις με στήλες τέφρας που φτάνουν σε ύψη δεκάδων χιλιομέτρων και να δημιουργήσουν τσουνάμι. Εάν εκραγεί, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι καταστροφικές, ιδιαίτερα με την αύξηση του πληθυσμού και του τουρισμού στη Σαντορίνη. Στη διάρκεια του ρεπορτάζ του Guardian, τονίστηκε ότι μια έκρηξη σαν αυτή του 1650, που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 70 ατόμων, θα είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο σήμερα.
Στη Σαντορίνη, η δραστηριότητα του ηφαιστείου συνδέεται με σημαντικές ιστορικές καταστροφές. Η πιο διάσημη έκρηξη του ηφαιστείου, που έγινε γύρω στο 1300 π.Χ., θεωρείται ότι είχε καταστροφικές συνέπειες για τη Μινωική Αυτοκρατορία, ενώ η τελευταία σημαντική ηφαιστειακή δραστηριότητα στο νησί σημειώθηκε το 1956, όταν ένας σεισμός μεγέθους 7,5 Ρίχτερ σκόρπισε το θάνατο και ενεργοποίησε ξανά την ηφαιστειακή δραστηριότητα. Ο σεισμός αυτός προκάλεσε επίσης ένα μεγάλο τσουνάμι, με κύματα ύψους μέχρι και 25 μέτρων, καταστρέφοντας πολλές περιοχές της Σαντορίνης και άλλων νησιών του Αιγαίου.
Η πιθανότητα μιας νέας μεγάλης ηφαιστειακής έκρηξης στη Σαντορίνη εγείρει σοβαρές ανησυχίες, τόσο για τις ανθρώπινες ζωές όσο και για την οικονομία. Μια τέτοια έκρηξη θα είχε καταστροφικές συνέπειες στον τουρισμό, μια από τις μεγαλύτερες πηγές εισοδήματος για την Ελλάδα, με αποτέλεσμα τη σοβαρή πλήξη της οικονομίας της χώρας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, οι υποδομές και οι άνθρωποι στις περιοχές γύρω από το ηφαίστειο θα κινδύνευαν άμεσα.
Ο καθηγητής σεισμολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης κ. Κώστας Παπαζάχος είχε πει τα εξής σε σχετική συνέντευξη του 2019:
“Ο σεισμός της 9η Ιουλίου 1956 (μέγεθος 7.5), που έλαβε χώρα στο ρήγμα της θαλάσσιας λεκάνης της νότιας Αμοργού, ήταν ο μεγαλύτερος σεισμός του 20ου αιώνα σε ολόκληρη την Ευρώπη, από τα Ουράλια έως το Γιβραλτάρ και από τη Μάλτα έως τη Λαπωνία. Το έργο του κύριου σεισμού ολοκλήρωσε ο καταστρεπτικός μετασεισμός (μέγεθος 6.9) που ακολούθησε 12 λεπτά αργότερα.
Οι δύο σεισμοί όχι μόνο σκότωσαν 53 άτομα και τραυμάτισαν περισσότερα από 100, αλλά δημιούργησαν ένα από τα μεγαλύτερα θαλάσσια κύμα βαρύτητας (tsunami) στο Αιγαίο, το ύψος του οποίου το ύψος έφθασε τα 25m στη νοτιοανατολική ακτή της Αμοργού τα 20m στη βορειοδυτική ακτή της Αστυπάλαιας και τα 10m στη Φολέγανδρο.
Στη Σαντορίνη οι σημαντικότερες βλάβες παρατηρήθηκαν σε οικισμούς της καλδέρας (Οία, Φηρά, Ημεροβίγλι, κλπ.) και μικρότερες σε άλλους οικισμούς όπως στο Μεγαλοχώρι, τον Πύργο, την Επισκοπή Γωνιάς, κλπ.
Έκρηξη είχε συμβεί όμως και το 1925!
Η πιο κρίσιμη ερώτηση είναι αν η κυβέρνηση έχει αναπτύξει σχέδια για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας κατάστασης, και πώς θα μπορούσε να διαχειριστεί την πρόκληση της επακόλουθης καταστροφής σε εθνικό επίπεδο. Η πρόληψη, η έγκαιρη ανίχνευση και η άμεση ανταπόκριση σε περίπτωση έκρηξης είναι κρίσιμης σημασίας για να μειωθούν οι αρνητικές συνέπειες για τον πληθυσμό και την οικονομία.
Έκτακτη σύσκεψη για την σεισμική και ηφαιστειακή δραστηριότητα στην καλδέρα της Σαντορίνης
Χθες, 29 Ιανουαρίου, ο Υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Βασίλης Κικίλιας, συγκάλεσε ευρεία σύσκεψη με θέμα την ήπια σεισμική και ηφαιστειακή δραστηριότητα που παρατηρείται, σύμφωνα με τις ενόργανες παρατηρήσεις, στην καλδέρα της Σαντορίνης.
Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης, συζητήθηκε ο σχεδιασμός και η υλοποίηση των απαραίτητων προληπτικών δράσεων, με τη συμμετοχή εκπροσώπων της επιστημονικής κοινότητας, της κεντρικής διοίκησης, της τοπικής αυτοδιοίκησης και των επιχειρησιακών φορέων. Στόχος ήταν η βελτιστοποίηση της προετοιμασίας του μηχανισμού πολιτικής προστασίας για το νησί, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα γεωλογικά, γεωμορφολογικά και κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά του.
Σύμφωνα με την εισήγηση της Μόνιμης Επιστημονικής Επιτροπής Παρακολούθησης του Ελληνικού Ηφαιστειακού Τόξου, καταγράφεται μια αύξηση της δραστηριότητας στο κεντρικό ρήγμα της Καμένης, στο βόρειο τμήμα της καλδέρας. Η Επιστημονική Επιτροπή παρακολουθεί στενά το φαινόμενο, αναλύει τα δεδομένα και επικαιροποιεί συνεχώς τον σχεδιασμό των κατάλληλων προληπτικών δράσεων.
Η τρέχουσα ηφαιστειακή δραστηριότητα είναι παρόμοια με εκείνη του 2011-2012, η οποία διήρκεσε περίπου 14 μήνες χωρίς να εκδηλωθεί κάποιο ηφαιστειακό συμβάν. Οι επιστήμονες, με βάση τα έως τώρα διαθέσιμα δεδομένα, εκτιμούν ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για τον πληθυσμό.
Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο Υφυπουργός Αποκατάστασης Φυσικών Καταστροφών και Κρατικής Αρωγής, Χρήστος Τριαντόπουλος, ο Γενικός Γραμματέας Αυτοδιοίκησης και Αποκέντρωσης, Σάββας Χιονίδης, ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, Βασίλειος Παπαγεωργίου, ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, Θεόδωρος Βάγιας, ο Δήμαρχος Θήρας, Νικόλαος Ζώρζος, ο Αντιπεριφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου, Γεώργιος Λεονταρίτης, ο Γενικός Διευθυντής της ΕΑΓΜΕ, Διονύσιος Γκούτης, ο Γενικός Διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, Βασίλειος Καραστάθης, ο Πρόεδρος του ΟΑΣΠ και της Μόνιμης Επιστημονικής Επιτροπής Παρακολούθησης του Ελληνικού Ηφαιστειακού Τόξου, Ευθύμιος Λέκκας, ο Πρόεδρος του ΙΜΠΗΣ, Κώστας Παπαζάχος, καθώς και επιτελικά και υπηρεσιακά στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος, της ΓΓΠΠ, του ΟΑΣΠ και της ΕΑΓΜΕ.