Με αφορμή το πρόσφατο επεισόδιο στη Θεσσαλονίκη, κατά το οποίο 27χρονος κατήγγειλε ότι έπεσε θύμα ξυλοδαρμού και ληστείας από ομάδα νεαρών, η δημόσια συζήτηση γύρω από το κίνημα των λεγόμενων «κυνηγών παιδεραστών» αναζωπυρώθηκε. Το περιστατικό αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς, όπως αποδείχθηκε, ο 27χρονος είχε παρασύρει ανήλικη σε ραντεβού, γεγονός που οδήγησε στην αρχική επίθεση εις βάρος του από την ομάδα νεαρών, οι οποίοι φώναζαν χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για «παιδεραστή».
Σημειώνεται ότι ο ίδιος ο 27χρονος κρίθηκε τελικά αθώος από το Αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, γεγονός που προσδίδει ακόμα μεγαλύτερη πολυπλοκότητα στη συζήτηση γύρω από τα όρια της αυτοδικίας και της κοινωνικής παρέμβασης.
Το κίνημα των λεγόμενων «κυνηγών παιδεραστών» έχει προκαλέσει έντονη συζήτηση στην ελληνική κοινωνία. Πρόκειται για ομάδες πολιτών που ισχυρίζονται ότι προστατεύουν ανηλίκους από επίδοξους κακοποιητές, παγιδεύοντας τους μέσω διαδικτυακών προφίλ. Η δράση τους, ωστόσο, προκαλεί αντιδράσεις από νομικούς και αστυνομικούς κύκλους, που κρούουν τον κώδωνα για τους κινδύνους της αυτοδικίας.
Συγκεκριμένα, οι ομάδες δημιουργούν ψεύτικες ταυτότητες ανηλίκων και συνομιλούν με υποψήφιους δράστες. Όταν οι τελευταίοι εμφανίζονται σε προκαθορισμένα ραντεβού, οι «κυνηγοί» καταγράφουν βίντεο και τα αναρτούν στα social media, εκθέτοντας δημόσια τους φερόμενους δράστες. Στην Ελλάδα, η πρακτική αυτή έχει ήδη καταγραφεί σε αρκετά περιστατικά, με αποτελέσματα που ποικίλλουν.
Η δράση τους διχάζει: από τη μία οι ίδιοι ισχυρίζονται ότι λειτουργούν ως «προστάτες των παιδιών», από την άλλη όμως η ΕΛ.ΑΣ. και νομικοί κύκλοι προειδοποιούν για τους κινδύνους παραβίασης νόμων, παρακώλυσης δικαστικών ερευνών και στοχοποίησης αθώων. Δεν είναι λίγα τα περιστατικά όπου η «δημόσια τιμωρία» κατέληξε σε βίαιες συμπλοκές, με τις αρχές να εξετάζουν αν πίσω από τις ενέργειες κρύβεται υπερβάλλον ζήλος ή προσωπικές ατζέντες.
Το φαινόμενο κερδίζει έδαφος κυρίως μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, όπου τα βίντεο αναρτώνται γρήγορα και διαδίδονται ευρέως. Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα παραμένει: πρόκειται για αυθόρμητη κοινωνική αντίδραση ή για επικίνδυνη διολίσθηση σε παρα-αστυνόμευση, με απρόβλεπτες συνέπειες για τα άτομα που εμπλέκονται και τη δικαιοσύνη;

