Ομόφωνα αθώα κρίθηκε μία γυναίκα, ηλικίας 41 ετών, η οποία κατηγορούνταν για τον θάνατο του νεογέννητου παιδιού της, μόλις 45 ημερών, το οποίο κατέληξε μετά από νοσηλεία σε νοσοκομείο τον Οκτώβριο του 2019. Η υπόθεση εκδικάστηκε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης, όπου η κατηγορούμενη βρέθηκε αντιμέτωπη με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι αρχικές κατηγορίες αφορούσαν την ύποπτη δράση της μητέρας ως αιτία του θανάτου του νεογνού, ωστόσο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αποδείχθηκε ότι οι κατηγορίες αυτές δεν ευσταθούσαν. Η αποδεικτική διαδικασία ανέδειξε τη διαφωνία των ιατρών που εξέτασαν την υπόθεση, με ειδικούς να αποκλείουν το ενδεχόμενο ο θάνατος του παιδιού να ήταν αποτέλεσμα κακοποιητικής συμπεριφοράς. Συγκεκριμένα, οι γιατροί που κατέθεσαν ως μάρτυρες υποστήριξαν ότι τα ιατροδικαστικά ευρήματα δεν παρουσίασαν κανένα ίχνος κακοποίησης.
Η παιδίατρος που είχε αναλάβει την εξέταση του παιδιού αμέσως μετά τη διακομιδή του στο νοσοκομείο κατέθεσε ότι «δεν πιστεύω ότι κάποιος χτύπησε το παιδί ή ότι υπήρξε πρόθεση», καταρρίπτοντας την κατηγορία της ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο. Επιπλέον, ο νευροχειρουργός που εξετάστηκε από το δικαστήριο, υποστήριξε ότι η εκδοχή του θανάτου λόγω παθολογικών αιτίων ήταν η πιο πιθανή, καθώς φαινόταν να συνδέεται με ιατρικές καταστάσεις και όχι με οποιαδήποτε εγκληματική ενέργεια.
Η κατηγορούμενη, μητέρα τεσσάρων παιδιών, κατά την απολογία της εμφανίστηκε συντετριμμένη και τόνισε ότι δεν έχει ποτέ επιτεθεί στα παιδιά της. «Είμαι μια μαμά και για μένα είναι πολύ βαρύ αυτό που συνέβη. Δεν έχω χτυπήσει ποτέ τα παιδιά μου», ανέφερε χαρακτηριστικά, εκφράζοντας τη θλίψη της για τον θάνατο του παιδιού της. Υποστήριξε ότι πιστεύει πως η αιτία του θανάτου του παιδιού ήταν η έλλειψη βιταμίνης Κ, κάτι που η ίδια δεν γνώριζε.
Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, γιατροί μάρτυρες εξήγησαν στο δικαστήριο ότι η έλλειψη βιταμίνης Κ μπορεί να προκαλέσει αιμορραγική νόσο, οδηγώντας σε εσωτερικές αιμορραγίες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών στον εγκέφαλο, γεγονός που φαίνεται να επαληθεύει την εκδοχή της μητέρας. Οι μάρτυρες εξήγησαν ότι η βιταμίνη Κ χορηγείται προληπτικά μετά τη γέννα, συνήθως μέσω ένεσης, για να μειωθεί ο κίνδυνος αυτού του είδους επιπλοκών. Ωστόσο, στην περίπτωση του παιδιού της κατηγορούμενης, η χορήγηση αυτής της βιταμίνης δεν είχε πραγματοποιηθεί, γεγονός που ίσως συνέβαλε στην εκδήλωση της θανατηφόρας αιμορραγίας.
Το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία και τις καταθέσεις των ειδικών, αποφάσισε να κρίνει την κατηγορούμενη αθώα, καθώς δεν προέκυψαν επαρκή στοιχεία που να στηρίζουν την κατηγορία της ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο.