Η υπόθεση του Τέλφορντ, ένα μικρό χωριό στη δυτική Αγγλία, έφερε στο φως ένα από τα πιο σοκαριστικά και αδιανόητα σκάνδαλα σεξουαλικής κακοποίησης στην ιστορία της Μ. Βρετανίας. Αφορά σε μια συστηματική δράση μουσουλμανικών συμμοριών, οι οποίες για πάνω από 40 χρόνια βίαζαν, κακοποιούσαν και ενίοτε δολοφονούσαν ανήλικα λευκά κορίτσια. Κάποια από αυτά τα κορίτσια δεν ήταν καν 11 ετών.
Αυτή η τρομακτική ιστορία δεν αφορά μόνο την καταστροφή των ζωών αυτών των κοριτσιών, αλλά αποκαλύπτει ταυτόχρονα την αποτυχία του δυτικού πολιτισμού να αντιμετωπίσει τα αποτελέσματα του ιδεολογικού αδιεξόδου που προωθεί ο “αντιρατσισμός” και η “πολιτική ορθότητα”. Η αποκάλυψη της υπόθεσης ανέδειξε το μέγεθος της ηθικής κατάρρευσης, της αδιαφορίας και της συνεχιζόμενης κάλυψης από πλευράς των Αρχών.
Το Τέλφορντ, με πληθυσμό μόλις 150.000 κατοίκους, φαίνεται πως ήταν για δεκαετίες το επίκεντρο αυτών των εγκλημάτων. Τα νούμερα είναι ανατριχιαστικά, με πάνω από 1.000 κορίτσια να κακοποιούνται από οργανωμένες συμμορίες. Και παρ’ όλα αυτά, οι τοπικές Αρχές δεν φάνηκαν να έχουν αντιληφθεί την έκταση της καταστροφής που λάμβανε χώρα μπροστά στα μάτια τους. Αυτό, όμως, δεν είναι μια απλή παράλειψη. Υποψιάζεται κανείς ότι οι Αρχές, ίσως και σκόπιμα, δεν αντέδρασαν εγκαίρως λόγω των κοινωνικών πιέσεων και του φόβου ότι τα ΜΜΕ και ο δημόσιος λόγος θα τους κατηγορούσαν για «ρατσισμό», καθώς οι δράστες ήταν μουσουλμάνοι. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι το φαινόμενο αυτό δεν ήταν μοναδικό στο Τέλφορντ. Σε άλλες περιοχές της Μ. Βρετανίας, όπως στο Ρόδεραμ, οι Αρχές είχαν λάβει γνώση των εγκλημάτων που διαπράττονταν από ομάδες Πακιστανών, και παρόλα αυτά επέλεξαν να κλείσουν τα μάτια λόγω του φόβου για την κατηγορία του «ρατσισμού» και της πολιτικής ορθότητας. Οι αρχές καθυστέρησαν να αναλάβουν δράση, ανησυχώντας για το πώς θα φαινόταν το θέμα στα μάτια του κοινού.
Αν και η σοκαριστική αυτή αποκάλυψη του Τέλφορντ ήρθε στην επιφάνεια, η κάλυψη του θέματος από τα μεγάλα ΜΜΕ ήταν περιορισμένη και επιφανειακή. Σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως οι δημόσιες καταγγελίες και οι εκστρατείες για περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης ή για κάθε πιθανή παραβίαση που συχνά εστιάζει σε μεμονωμένα περιστατικά, αυτή η τεράστια υπόθεση κακοποίησης αγνοήθηκε ή ελαχιστοποιήθηκε. Όταν φαινόμενα βιασμών και παρενόχλησης συμβαίνουν στο Χόλιγουντ ή σε άλλες ανώτερες κοινωνικές τάξεις, όπως με τον Χάρβεϊ Γουάινστιν, οι φεμινίστριες και τα κοινωνικά κινήματα ξεσηκώνονται. Όμως, όταν πρόκειται για χιλιάδες πραγματικά θύματα που υφίστανται φρικτή κακοποίηση και βιασμό από μετανάστες ή μουσουλμάνους άνδρες, το φεμινιστικό κίνημα φαίνεται να παραμένει σιωπηλό.
Η ιδεολογία του φεμινιστικού κινήματος, παρά τις διακηρύξεις του για τα δικαιώματα των γυναικών, έχει μετατραπεί σε ένα εργαλείο αριστερής πολιτικής, το οποίο επηρεάζεται από την πολιτική ορθότητα και τις προτεραιότητες της “προοδευτικής” ατζέντας. Στην ιδεολογία αυτή, τα θύματα που είναι λευκά και προέρχονται από συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις φαίνεται να είναι τα μόνα που αξίζουν βοήθεια και προσοχή, ενώ οι άνδρες με διαφορετική φυλετική και πολιτιστική προέλευση θεωρούνται «θύματα της κοινωνίας» και όχι ενδεχομένως υπεύθυνοι για τις εγκληματικές τους πράξεις. Η συναισθηματική τους φόρτιση φαίνεται να είναι ανεκτή, ενώ αντίθετα οι περιπτώσεις που αφορούν άτομα της δυτικής κοινωνίας είναι πιο εύκολο να καταδικαστούν ή να εξευτελιστούν.
Είναι προφανές ότι τα θύματα του Τέλφορντ είναι τα λάθος θύματα για την εποχή μας. Δεν υπάρχουν δημόσιες διαδηλώσεις, ούτε καμπάνιες διαμαρτυρίας στο διαδίκτυο. Δεν έχει αναπτυχθεί κάποια ευρεία κινητοποίηση ή καμπάνια για να υπερασπιστεί τις κακοποιημένες ανήλικες κοπέλες του Τέλφορντ. Αντιθέτως, η σιωπή και η απάθεια κυριαρχούν από τη μεριά των ΜΜΕ και των οργανώσεων που υποτίθεται ότι μάχονται για τα δικαιώματα των γυναικών.
Αυτό το συγκλονιστικό σκάνδαλο, πέρα από την αποδοκιμασία των υπευθύνων και την αμέλεια της Δύσης να προστατεύσει τα θύματα, φέρνει στο προσκήνιο τον βαθμό αποτυχίας του σύγχρονου πολιτικού συστήματος να προστατεύσει τις ευάλωτες ομάδες, όταν αυτές δεν συνάδουν με τις ατζέντες της πολιτικής ορθότητας. Είναι το αδιαμφισβήτητο παράδειγμα του πόσο επικίνδυνο και υποκριτικό μπορεί να γίνει το σύστημα όταν οι αξίες του χρησιμοποιούνται επιλεκτικά για να εξυπηρετούν άλλες σκοπιμότητες.
Το πρόβλημα εντείνεται όταν η αριστερή κουλτούρα επενδύει τόσο μεγάλη ενέργεια στο να προστατεύει τις «ευαίσθητες» μειονότητες ή κοινωνικές ομάδες, που θεωρεί ότι ο αγώνας τους ενσωματώνεται με τις αξίες της ελευθερίας και της προόδου, παραβλέποντας τη δική τους ευθύνη για εγκλήματα που διαπράττονται στο όνομα αυτών των ιδεών. Η αντίθεση μεταξύ της θετικής προπαγάνδας για την προστασία των δικαιωμάτων των “καταπιεσμένων” και της απροθυμίας να καταγγείλουν έγκλημα από μέλη αυτών των ομάδων είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, καθώς προωθεί μια ατζέντα που προδίδει τη Δύση, τις αξίες του πολιτισμού της και τη νομική τάξη.
Είναι επίσης σημαντικό να αναφερθεί ότι οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, που υποστηρίζουν την ιδέα της “λαθρομετανάστευσης” και της «ανοιχτής κοινωνίας», ενθαρρύνουν την εισροή αλλοδαπών, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις καταστροφικές συνέπειες που αυτό μπορεί να έχει για τη δημόσια τάξη, τα δικαιώματα των γυναικών, των παιδιών και των ανηλίκων. Ο συνδυασμός της πολιτικής αδιαφορίας απέναντι σε πραγματικά εγκλήματα και της ενθάρρυνσης μιας ανεύθυνης ανοχής, ενδέχεται να οδηγήσει σε μια κοινωνία όπου τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία χτίστηκαν στον πολιτισμό της Αρχαίας Ελλάδας, της Ρώμης και του Χριστιανισμού, θα παραμεριστούν προς όφελος μιας αυταρχικής ιδεολογίας που καταργεί τη λογική και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Η ραγδαία ενίσχυση των μουσουλμανικών κοινοτήτων και των αντιδυτικών ιδεών, με την επιμονή τους στην εφαρμογή του ισλαμικού Νόμου αντί των εθνικών συνταγμάτων και του δικαίου, αποτελεί μια τεράστια πρόκληση για τις κοινωνίες της Δύσης. Αυτή η κατάσταση επιδεινώνεται με την αποδοχή των εθνολογικών και θρησκευτικών πρακτικών που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, και θα οδηγήσει σε μια «δυστοπία» που θα υπονομεύσει το νομικό πολιτισμό της Ευρώπης και τα θεμέλια της κοινωνίας της.
Αν δεν κατανοήσουμε τη σοβαρότητα αυτών των εξελίξεων και δεν αναλάβουμε άμεσα δράση για να αναχαιτίσουμε τις λαθρομεταναστευτικές ροές, να ενισχύσουμε τη δημόσια τάξη και να προστατεύσουμε τα δικαιώματα των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, θα βρεθούμε μπροστά σε έναν εφιάλτη όπου η βία και η καταπίεση θα γίνουν νόμος και η κοινωνία μας θα υποκύψει στην υποταγή του Ισλάμ.
Καημένα κορίτσια του Τέλφορντ. Για σας δεν έχει διαδηλώσεις, δεν έχει ΜeToo, δεν έχει δακρύβρεχτες καμπάνιες στο ίντερνετ. Δυστυχώς, είστε πολύ λευκές και πολύ Αγγλίδες για να συγκινήσετε την “προοδευτική” ελίτ. Είστε τα λάθος θύματα για την “πολιτικά ορθή” εποχή μας.»