Ένα νέο κύμα αποκαλύψεων πλήττει τον στενό συνεργάτη του πρωθυπουργού, Γιώργο Μυλωνάκη, ο οποίος φέρεται να αποσπούσε απόρρητες πληροφορίες από τις έρευνες της ΕΛ.ΑΣ. και να τις χρησιμοποιούσε για να επηρεάζει πολιτικές εξελίξεις, καθαιρώντας υπουργούς ή μπλοκάροντας την πολιτική ανέλιξη βουλευτών. Το ρεπορτάζ του «Βήματος της Κυριακής» επιβεβαιώνει τις καταγγελίες για τον ρόλο του Μυλωνάκη στο Μέγαρο Μαξίμου, ενώ φέρνει στο φως και την προσπάθεια συγκάλυψης του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ από την κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις, ο υφυπουργός Μάξιμος Σενετάκης, κατά τον ανασχηματισμό του Ιουνίου 2024, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τα υπουργικά έδρανα και να επιστρέψει στα βουλευτικά, μετά από πιέσεις που δέχθηκε μέσω πληροφοριών που διακινούσε ο Μυλωνάκης. Πληροφορίες αναφέρουν πως ο Σενετάκης μίλησε με τουλάχιστον τρεις βουλευτές για τις συνομιλίες του με τον υπουργό Επικρατείας, αποκαλύπτοντας στοιχεία για τον τρόπο αντιμετώπισής του, ωστόσο επέλεξε να μην προχωρήσει σε δημόσιες καταγγελίες.
Ο «Ρασπούτιν» του Μαξίμου και το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ
Οι αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν ότι ο Γιώργος Μυλωνάκης, που θεωρείται το «alter ego» του Κυριάκου Μητσοτάκη, χρησιμοποίησε τις νόμιμες επισυνδέσεις της ΕΛ.ΑΣ. ως εργαλείο για να ελέγχει υπουργούς και βουλευτές. Με τις πληροφορίες που αντλούσε από τις παρακολουθήσεις, τρομοκρατούσε πολιτικά πρόσωπα, επηρεάζοντας κρίσιμες αποφάσεις και καθορίζοντας τις πολιτικές ισορροπίες εντός της κυβέρνησης.
Παράλληλα, ο Μυλωνάκης φέρεται να γνώριζε έγκαιρα το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, ωστόσο η κυβέρνηση προχώρησε σε συγκάλυψη. Αρχικά είχε αρνηθεί κάθε γνώση, παρά το γεγονός ότι είχε λάβει ενημερωτικό σημείωμα από τον πρώην πρόεδρο του ΟΠΕΚΕΠΕ, Γρηγόρη Βάρρα, ο οποίος είχε συγκρουστεί με τον τότε υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και είχε βρει καταφύγιο στο Μέγαρο Μαξίμου. Το σημείωμα αυτό, που παρέμενε κρυφό, τελικά κατατέθηκε στην εξεταστική επιτροπή μετά την παραγραφή των σχετικών αδικημάτων.
Η υπόθεση έχει πλέον δύο διαστάσεις: πολιτική και προσωπική. Η στενή σχέση του Μυλωνάκη με τον πρωθυπουργό και το περιβάλλον της οικογένειας Μητσοτάκη δημιουργούν ιδιαίτερο βάρος στην υπόθεση, ενώ η έντονη δυσφορία των βουλευτών της ΝΔ προς τον Μυλωνάκη αυξάνει τις πιέσεις για την απομάκρυνσή του.
Ο πρωθυπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με δύσκολες αποφάσεις: είτε να αποπέμψει τον Μυλωνάκη και να προκαλέσει πολιτική κρίση και αποδοχή πως αγνοούσε το σκάνδαλο, είτε να διατηρήσει τον υφυπουργό, αναλαμβάνοντας ευθέως την ευθύνη συγκάλυψης. Παράλληλα, αναμένεται να κλιμακωθούν οι πιέσεις από τους βουλευτές της ΝΔ που ζητούν την άμεση σύσταση εξεταστικής επιτροπής για τη διερεύνηση των υποθέσεων.
Το «ξεχασμένο» υπόμνημα του Βάρρα και η καθυστερημένη κίνηση Μυλωνάκη
Πίσω από την αιφνίδια απόφαση του υφυπουργού Επικρατείας να καταθέσει το κρίσιμο έγγραφο στην εξεταστική επιτροπή, κρύβεται ο φόβος πολιτικής έκθεσης και η επικείμενη κατάθεση Βάρρα.
Αν και ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, Γιώργος Μυλωνάκης, αρνιόταν επίμονα επί εβδομάδες να διαβιβάσει στη Βουλή το υπόμνημα που είχε ζητήσει και λάβει από τον πρώην πρόεδρο του ΟΠΕΚΕΠΕ, Γρηγόρη Βάρρα, λίγα μόλις 24ωρα πριν από τη διαβίβαση της δικογραφίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για το σκάνδαλο των αγροτικών επιδοτήσεων, τελικά την περασμένη Δευτέρα αποφάσισε να το καταθέσει στο προεδρείο της εξεταστικής επιτροπής. Το έγγραφο χαρακτηρίζεται από τον ίδιο ως «εσωτερικό σημείωμα» ή «non paper», ωστόσο η καθυστέρηση και ο χρόνος υποβολής του έχουν εγείρει σοβαρά ερωτήματα.
Η απάντηση φαίνεται να εντοπίζεται στην ημερομηνία κατάθεσης του ίδιου του κ. Βάρρα στην επιτροπή, η οποία πραγματοποιήθηκε μόλις μία ημέρα αργότερα. Ο κ. Μυλωνάκης, αντιλαμβανόμενος τον πολιτικό κίνδυνο που ενείχε το ενδεχόμενο να εμφανιστεί πρώτος ο πρώην πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ και να καταθέσει το σημείωμα απευθείας στην εξεταστική, κινήθηκε προληπτικά. Με την κατάθεση να αναμένεται να περιλαμβάνει σοβαρές αιχμές κατά του Μάκη Βορίδη, το ενδεχόμενο να επιστρέψει το όνομά του στο προσκήνιο ως γνώστης του περιεχομένου και πιθανός αποδέκτης καταγγελιών κρίθηκε πολιτικά επικίνδυνο.
Έτσι, ο κ. Μυλωνάκης επέλεξε να καταθέσει πρώτος το επίμαχο έγγραφο, διασφαλίζοντας ότι δεν θα αιφνιδιαστεί από την κατάθεση του Βάρρα. Το σημείωμα αυτό, σύμφωνα με τις δηλώσεις του υφυπουργού, αποτέλεσε μέρος της τεκμηρίωσης για την πρόταση σύστασης εξεταστικής επιτροπής — κάτι που καθιστά ακόμη πιο κρίσιμη τη χρονική καθυστέρηση στην κατάθεσή του.
Τι περιέχουν οι τελευταίες σελίδες του υπομνήματος
Ιδιαίτερη σημασία δίνεται από κοινοβουλευτικούς κύκλους και στις τελευταίες σελίδες του υπομνήματος, οι οποίες περιλαμβάνουν ευθείες αναφορές του κ. Βάρρα στον τότε υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, Μάκη Βορίδη.
Συγκεκριμένα, στις σελίδες 39 και 40 του εγγράφου, ο πρώην πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ υποστηρίζει ότι οδηγήθηκε σε παραίτηση επειδή «έκανε καλά τη δουλειά του» και αποκάλυπτε «ανομίες». Παράλληλα, καταγγέλλει απόπειρες πολιτικών παρεμβάσεων στη διαχείριση του εθνικού αποθέματος, με πρόθεση, όπως σημειώνει, να προστεθούν «επιπλέον 10 εκατ. στρέμματα» για «εξυπηρετήσεις».
Ο κ. Βάρρας κάνει λόγο για «πολιτική ευθύνη» του Μάκη Βορίδη, η οποία —όπως αναφέρει ρητά— «δεν παραγράφεται», ενώ επισημαίνει και αμέλειες που, κατά την εκτίμησή του, συνδέονται με τη λειτουργία του υπουργείου εκείνη την περίοδο.
Το γεγονός ότι το υπόμνημα αυτό, αν και αξιοποιήθηκε για τη σύσταση της εξεταστικής, δεν φαίνεται να έχει οδηγήσει σε ουσιαστική πολιτική αξιολόγηση των καταγγελιών κατά του κ. Βορίδη, γεννά νέα ερωτήματα:
-
Εάν οι επισημάνσεις Βάρρα είναι αναξιόπιστες, γιατί αξιοποιήθηκαν επιλεκτικά;
-
Εάν κρίνονται αξιόπιστες, γιατί αγνοήθηκαν οι αναφορές σε ευθύνες του πρώην υπουργού;
-
Τελικά, ποια είναι η στάση του Μεγάρου Μαξίμου απέναντι στο περιεχόμενο του υπομνήματος;
Η υπόθεση επαναφέρει και το πολιτικό ερώτημα: ο πρωθυπουργός ποιον επιλέγει να πιστέψει — τον πρώην συνεργάτη του, Γρηγόρη Βάρρα, ή τον Μάκη Βορίδη, επίσης μέχρι πρότινος κορυφαίο στέλεχος του υπουργικού συμβουλίου;

