Αιχμές και αντιδράσεις κατά της ιατροδικαστή Ρουμπίνης Λεονταρή, που έχει αναλάβει την υπόθεση θανάτου του Βασίλη Καλογήρου και είχε κάνει αυτοψία στον τόπο του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών, εκτοξεύουν χρήστες των κοινωνικών δικτύων. Οι επικριτές της ανασύρουν ρεπορτάζ προηγούμενων ετών, τα οποία φέρουν στο φως μια σειρά από αμφιλεγόμενα περιστατικά και καταγγελίες εις βάρος της. Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ρουμπίνη Λεονταρή υπήρξε υποψήφια βουλευτής με το κόμμα ΛΑΟΣ, και έχει διασυνδέσεις με πολιτικά πρόσωπα, ενώ μέχρι πρόσφατα κατείχε τη θέση της αναπληρώτριας στην Πειθαρχική Υπηρεσία Ιατροδικαστών.
Από τη διαδρομή στην πολιτική και την επιστήμη στις δικαστικές έρευνες για ψευδορκία
Η ιατροδικαστής Ρουμπίνη Λεονταρή έχει απασχολήσει τη δημοσιότητα αρκετές φορές στο παρελθόν, με πιο χαρακτηριστική την καταδίκη της σε πρώτο βαθμό για ψευδορκία. Η υπόθεση αφορούσε τον θάνατο του 72χρονου πατέρα του δικηγόρου Γιώργου Μπαρτζώκη, για τον οποίο η Λεονταρή είχε συντάξει ιατροδικαστική έκθεση. Η ίδια είχε υποστηρίξει ότι ο θάνατος επήλθε από «πνιγμονή από εισρόφηση σε έδαφος μικρού αιμορραγικού εγκεφαλικού επεισοδίου». Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δίκης, η Λεονταρή αναίρεσε τη θέση της, υποστηρίζοντας πως ο θάνατος οφειλόταν σε εγκεφαλικό επεισόδιο και όχι σε εισρόφηση, διαφοροποιώντας τη μαρτυρία της από την αρχική έκθεση.
Αυτή η αντιφατική κατάθεση προκάλεσε την αντίδραση του Γιώργου Μπαρτζώκη, ο οποίος κατέθεσε μήνυση για ψευδορκία, και το δικαστήριο την καταδίκασε σε επτά μήνες φυλάκιση. Παρόλο που η απόφαση αυτή είναι εφέσιμη, η υπόθεση έχει προκαλέσει έντονη αμφισβήτηση για την αξιοπιστία της ιατροδικαστού και τη διαφάνεια της διαδικασίας.
Η εμπλοκή της ιατροδικαστού με πολιτικά πρόσωπα και οι αντιφάσεις που αναδύονται
Η ιατροδικαστής Ρουμπίνη Λεονταρή, πέρα από την επιστημονική της πορεία, είναι επίσης γνωστή για τις πολιτικές της διασυνδέσεις. Υπήρξε υποψήφια βουλευτής του κόμματος ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη, καθώς και μέλος του συγγενικού κόμματος της Ν.Δ., της Δημοκρατικής Συμμαχίας, με επικεφαλής τη Ντόρα Μπακογιάννη. Μέχρι τις 31/12/2024, κατείχε τη θέση της αναπληρώτριας στο Πειθαρχικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Ιατροδικαστών, με τον διακεκριμένο ιατροδικαστή Κωνσταντίνο Καρακούκη να είναι επικεφαλής του εν λόγω συμβουλίου στην ελληνική Βουλή.
Η συγκεκριμένη υπόθεση θρόισε την πολιτική σκηνή και έφερε στην επιφάνεια ερωτήματα για τη διαπλοκή της επιστημονικής κοινότητας με τα πολιτικά συμφέροντα. Ταυτόχρονα, δημιουργεί αμφιβολίες για την επαγγελματική ακεραιότητα της ιατροδικαστού και την ικανότητά της να διαχειρίζεται κρίσιμες υποθέσεις χωρίς πολιτικές ή άλλες εξωτερικές πιέσεις.
Πολιτικές και επιστημονικές ανησυχίες για την εντιμότητα της ιατροδικαστικής εξέτασης
Η υπόθεση της Ρουμπίνης Λεονταρή, πέρα από τις νομικές συνέπειες και την καταδίκη για ψευδορκία, εγείρει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στις ιατροδικαστικές εκθέσεις, ειδικά όταν συνδέονται με πολιτικά πρόσωπα ή συμφέροντα. Η εναλλαγή στις καταθέσεις και οι αμφισβητήσεις που γεννιούνται γύρω από τη δουλειά της, έχουν καταστήσει το έργο της ιατροδικαστού αμφιλεγόμενο στα μάτια του κοινού και των χρηστών των κοινωνικών δικτύων.
Δεν είναι όμως η πρώτη φόρα που η προϊσταμένη της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Λάρισας απασχολεί τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Παλαιότερο δημοσίευμα της ιστοσελίδας zougla.gr είχε αποκαλύψει ότι η κυρία Λεονταρή εμπλεκόταν σε υπόθεση παράνομων ταριχεύσεων, η οποία διερευνάται ως παρακλάδι του τεράστιου οικονομικού σκανδάλου των νεκροτομείων της επικράτειας. Τα στοιχεία απασχολούν επί χρόνια τις εισαγγελικές και δικαστικές Αρχές καθώς και το Υπουργείο Δικαιοσύνης αποκάλυπταν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Λάρισας, στην οποία -όπως καταγγέλλεται- έχει στηθεί, εδώ και χρόνια, «βιομηχανία παράνομων ταριχεύσεων» και έκδοσης ψευδών πιστοποιητικών… Είναι ενδεικτικό ότι η κυρία Λεονταρή είχε τεθεί σε προσωρινή αργία με απόφαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ενώ επέστρεψε στη θέση της έπειτα από προσφυγή στα Διοικητικά Δικαστήρια Λάρισας.
Η «Βιομηχανία» παράνομων ταριχεύσεων
Η υπόθεση που αρχικά ήρθε στο φως της δημοσιότητας αφορά την ύπαρξη μιας «βιομηχανίας» παράνομων ταριχεύσεων στη Ιατροδικαστική Υπηρεσία Λάρισας. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, οι διαδικασίες ταρίχευσης γίνονταν χωρίς να πληρούνται οι απαραίτητες νομικές προϋποθέσεις, καθώς και χωρίς να εκδίδονται αποδείξεις για την εξυπηρέτηση αυτών των υπηρεσιών, κάτι που υποδηλώνει την ύπαρξη οικονομικής διαφθοράς και αδιαφάνειας. Τα χρήματα για κάθε ταρίχευση φαίνεται να ήταν «μαύρα», δηλαδή χωρίς την έκδοση κανονικών αποδείξεων ή τιμολογίων.
Η ταρίφα για κάθε ταρίχευση κυμαινόταν από 150 έως 200 ευρώ, σύμφωνα με μαρτυρίες ιδιοκτητών γραφείων τελετών και άλλων εμπλεκομένων. Σύμφωνα με τα έγγραφα που υπήρχαν, οι ταριχεύσεις είχαν καθιερωθεί ως υποχρεωτικές για την μεταφορά σωμάτων από τον Βόλο στα νησιά των Σποράδων, κάτι που δεν ίσχυε σε άλλες περιοχές.
Η κατηγορία για τη δημιουργία αυτής της «βιομηχανίας» εκτοξεύεται όταν εντοπίζεται ότι η Ρουμπίνη Λεονταρή υπέγραφε πιστοποιητικά ταρίχευσης, χωρίς να είναι παρούσα στη διαδικασία. Μάλιστα, σύμφωνα με τις καταθέσεις των μαρτύρων, υπήρχαν περιπτώσεις κατά τις οποίες υπέγραφε πιστοποιητικά για ταρίχευση σε περιπτώσεις όπου εκείνη δεν ήταν παρούσα ή βρισκόταν σε διαφορετικά νοσοκομεία (π.χ. Βόλο και Λάρισα), δημιουργώντας έτσι σοβαρές αμφιβολίες για τη νομιμότητα των ενεργειών της.
Η κυρία Λεονταρή φέρεται να υπέγραψε πιστοποιητικά σε δύο περιπτώσεις (Απρίλιος 2011) για ταρίχευση στο Νοσοκομείο Βόλου, ενώ βρισκόταν στο Νοσοκομείο Λάρισας, προκαλώντας περαιτέρω υποψίες για τον τρόπο λειτουργίας της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας.
Η διαδικασία της ταρίχευσης φέρεται να περιλάμβανε σημαντικά ποσά, τα οποία δεν καταγράφονταν επίσημα, γεγονός που δείχνει ότι τα χρήματα διακινούνταν εκτός του επίσημου φορολογικού συστήματος. Αυτά τα «μαύρα» χρήματα, σύμφωνα με καταθέσεις, δεν εκδίδονταν ποτέ σε αποδείξεις για τους συγγενείς των νεκρών, κάτι που εντείνει τις καταγγελίες για φορολογική απάτη και διαφθορά.
Η ίδια η ιατροδικαστής επιχείρησε να δικαιολογήσει την κατάσταση, επικαλούμενη έγγραφο του 2007 από τη Δ.Ο.Υ. Λάρισας, το οποίο της έδινε το δικαίωμα να μην εκδίδει αποδείξεις. Ωστόσο, έπειτα από την αποκάλυψη αυτής της υπόθεσης, το εν λόγω έγγραφο ανακλήθηκε από τη φορολογική αρχή, χωρίς να διευκρινιστεί τι έχει γίνει με τα χρήματα που είχαν συλλεχθεί χωρίς απόδειξη.
Η Ρουμπίνη Λεονταρή δεν βρέθηκε μόνο αντιμέτωπη με ποινικές διώξεις, αλλά και με σοβαρές πειθαρχικές συνέπειες. Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου και ο οικονομικός εισαγγελέας Γρηγόρης Πεπόνης παρακολουθούν στενά την υπόθεση, ενώ είναι αναμενόμενο να υπάρξουν περαιτέρω εξελίξεις, καθώς οι καταγγελίες αφορούν και φορολογικά αδικήματα.
Η ιατροδικαστής, πάντως, αντιμετωπίζει καταδίκη για ψευδορκία και αναμένεται να αντιμετωπίσει και άλλες συνέπειες λόγω των διαστάσεων της υπόθεσης. Η πολιτευτής, ενώ αρχικά υπερασπίστηκε τις ενέργειές της, τώρα αντιμετωπίζει τις συνέπειες των πράξεών της και την πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης από τις αρχές.
Η αντίδραση της ιατροδικαστού
Η Ρουμπίνη Λεονταρή, σε συνέντευξή της, είχε υποστηρίξει ότι οι ταριχεύσεις ήταν νόμιμες και ότι δεν υπήρχε κάτι επιλήψιμο στις διαδικασίες που ακολουθούσε. Παρά τις δηλώσεις αυτές, το γεγονός ότι η δικαστική αρχή προχώρησε σε καταδίκη, ενώ συνεχίζονται οι έρευνες και σε πολιτικό επίπεδο, δείχνει τη σοβαρότητα των κατηγοριών που βαρύνουν την ίδια.
Ενδεικτικό είναι ότι η πολιτική της σταδιοδρομία βρίσκεται επίσης υπό εξέταση, καθώς οι πολιτικοί αντίπαλοι αναφέρουν ότι η κατάστασή της δεν εξυπηρετεί τη δημόσια εικόνα της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας και της δικαιοσύνης γενικότερα.

