Οι επενδυτές επιδιώκουν να προστατεύσουν τα χαρτοφυλάκιά τους από τις πιθανές οικονομικές επιπτώσεις από τα δασμολογικά σχέδια του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, και πολλοί αναλυτές φοβούνται ότι η κατάσταση θα ξεσπάσει σε έναν συνεχή και πλήρη εμπορικό πόλεμο, που θα χτυπήσει έντονα τα περιουσιακά στοιχεία.
Οι ανακοινώσεις για τους δασμούς προκάλεσαν τσουνάμι ρευστοποιήσεων στις αγορές στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, καθώς οι επενδυτές προσπάθησαν να προστατευτούν από την εξελισσόμενη εμπορική διαμάχη. Οι σαρωτικοί δασμοί που διέταξε ο Τραμπ το Σάββατο στο Μεξικό και στον Καναδά “πάγωσαν” τελικά για ένα μήνα, ενώ επιβάλλονταν δασμοί στην Κίνα, η οποία προχώρησε σε αντίποινα. Unmute
Ορισμένοι επενδυτές προετοιμάζονται εδώ και καιρό για το ενδεχόμενο επιβολής δασμών που ο Τραμπ υποσχέθηκε να επιβάλει κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του, πραγματοποιώντας στροφή σε περιουσιακά στοιχεία που θεωρούνται λιγότερο ευάλωτα στις εμπορικές διαμάχες ή γεωπολιτική αβεβαιότητα ευρύτερα.
Με τις μετοχές να διαπραγματεύονται με “τεντωμένες” αποτιμήσεις, έπειτα από την ισχυρή άνοδο του τελευταίου διαστήματος, οι επενδυτές θεωρούν ότι οι εξελίξεις με τους δασμούς δικαιολογούν πλέον μεγαλύτερη προσοχή στις αγορές και θα δημιουργήσουν αστάθεια βραχυπρόθεσμα.
Στη Nomura Capital Management, όπου οι αυξημένες αποτιμήσεις των μετοχών και άλλων risk assets είχαν ήδη ωθήσει την εταιρεία να γίνει πιο αμυντική τους τελευταίους μήνες, οι δασμοί αποτελούν επιπλέον λόγο για να είναι ακόμη πιο προσεκτικοί, όπως σχολίασε στο Reuters o Matt Rowe, επικεφαλής διαχείρισης χαρτοφυλακίου του οίκου. Όσον αφορά την κατάσταση γύρω από τους δασμούς, “είναι πραγματικά δύσκολο να δούμε πού ακριβώς θα φτάσει και πόσο καιρό θα διαρκέσει. Αλλά είναι εύκολο να πούμε ότι αυτό δεν είναι καλό για την ανάπτυξη, δεν είναι καλό για τις καταναλωτικές δαπάνες και είναι πιθανό να έχει αρνητικό αντίκτυπο στα κέρδη”, τόνισε ο αναλυτής.
Οι εξελίξεις με τους δασμούς προκάλεσαν μεγάλες διακυμάνσεις σε μετοχές και νομίσματα την περασμένη Δευτέρα, οι οποίες επανήλθαν στις αρχικές κινήσεις μετά την είδηση για τις παύσεις των δασμών στο Μεξικό και στον Καναδά. “Η απειλή των δασμών είναι ζωντανή και είναι απίθανο να εξαφανιστεί”, τονίζει πάντως η Wellington Management.
“Το όπλο των δασμών παραμένει γεμάτο”
Κατά τους αναλυτές, η αναστολή των δασμών στο Μεξικό και τον Καναδά δείχνει ότι ο Τραμπ είναι ανοιχτός σε διαπραγματεύσεις, ωστόσο δεν σημαίνει ότι στο τέλος δεν θα αποφασίσει να τους επιβάλει. “Το όπλο των δασμών παραμένει γεμάτο”, επισημαίνουν. Αυτό ισχύει και για άλλες χώρες και περιοχές. Οπότε το μόνο σίγουρο είναι ότι η αβεβαιότητα θα παραμείνει υψηλή, γεγονός που κάθε άλλο παρά θα ηρεμήσει τα νερά των αγορών.
Με το προσωρινό “πάγωμα” των δασμών να μην σημαίνει και την ακύρωσή τους, οικονομολόγοι εκτιμούν ότι το δασμολογικό σχέδιο του Τραμπ θα επιβραδύνει την παγκόσμια ανάπτυξη, θα οδηγήσει τις τιμές υψηλότερα για τους Αμερικανούς, ενώ θα περιορίσει την οικονομική παραγωγή και θα αυξήσει τους φόρους για τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ. Παράλληλα επισημαίνουν πως οι δασμοί, εάν τελικά προχωρήσουν, θα μπορούσαν να ρίξουν τον Καναδά και το Μεξικό σε ύφεση, ασκώντας πίεση στα νομίσματα και τον πληθωρισμό των δύο χωρών, και να οδηγήσουν τις ΗΠΑ σε “στασιμοπληθωρισμό” – υψηλό πληθωρισμό, στάσιμη οικονομική ανάπτυξη και αυξημένη ανεργία.
Η Deutsche Bank σημείωσε πως οι δασμοί θα αποτελέσουν το μεγαλύτερο σοκ στην παγκόσμια εμπορική πολιτική από την κατάρρευση του νομισματικού συστήματος Bretton Woods, ενώ αν εφαρμοστούν τελικά στο Μεξικό καθώς και τον Καναδά, βλέπει άμεση ύφεση στις δύο οικονομίες και ευρύ αρνητικό αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, ο ονομαστικός πληθωρισμός στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 1% εάν οι δασμοί διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Όσον αφορά την Ευρώπη, οι οικονομολόγοι της Deutsche Bank και της Goldman Sachs υπολογίζουν πλήγμα 0,5% στο ΑΕΠ της Ευρωζώνης, εάν ο Τραμπ επιβάλει δασμούς στην Ε.Ε., ενώ η Citigroup εκτιμά ότι το “χτύπημα” θα είναι της τάξης του 0,3%.
Οι αναλυτές στρατηγικής της Goldman Sachs δήλωσαν ότι οι δασμοί του Τραμπ θα μειώσουν τις προβλέψεις τους για τα κέρδη του S&P 500 κατά περίπου 2%-3%, ενώ οι αναλυτές στρατηγικής της BofA Global Research είπαν ότι το χτύπημα των κερδών μπορεί να φτάσει έως και 8%. “Εάν οι διοικήσεις των εταιρειών αποφασίσουν να απορροφήσουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής, τότε τα περιθώρια κέρδους θα συμπιεστούν”, τόνισε η Goldman. “Εάν οι εταιρείες μεταφέρουν το υψηλότερο κόστος στους τελικούς πελάτες, τότε ο όγκος των πωλήσεων μπορεί να χτυπηθεί”.
Η έναρξη των δασμών αυξάνει τον κίνδυνο μιας διόρθωσης του S&P 500 της τάξης του 5% τουλάχιστον, εκτιμά από την πλευρά της η RBC Capital Markets.
Οι στρατηγικοί της UBS Global Wealth Management διατηρούν την άποψή τους ότι ο S&P 500 θα τελειώσει το έτος περίπου 10% πάνω από τα τρέχοντα επίπεδα, αλλά είπαν ότι “οι δασμοί θα αποτελέσουν βαρίδι για τις αγορές και θα συμβάλουν στην αστάθεια, τουλάχιστον έως ότου οι επενδυτές αποκτήσουν μεγαλύτερη σαφήνεια για την πορεία και τον προορισμό της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ”. Συνέστησαν τον χρυσό ως “αποτελεσματικό αντιστάθμισμα” έναντι γεωπολιτικών κινδύνων και πληθωριστικών κινδύνων.
Η Citigroup αύξησε τις βραχυπρόθεσμες προβλέψεις της για τη μέση τιμή του χρυσού για το 2025, επικαλούμενη τους εμπορικούς πολέμους και τους γεωπολιτικούς κινδύνους υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, μαζί με τις ισχυρές αγορές από τις κεντρικές τράπεζες. Η αμερικάνικη τράπεζα αναβάθμισε τον στόχο τριών μηνών στα 3.000 δολάρια ανά ουγκιά από 2.800 δολάρια πριν και αύξησε τη μέση πρόβλεψή της για το 2025 στα 2.900 δολάρια ανά ουγκιά από 2.800 δολάρια πριν.
“Η bull market του χρυσού φαίνεται έτοιμη να συνεχιστεί υπό το Trump 2.0 με εμπορικούς πολέμους και γεωπολιτικές εντάσεις που ενισχύουν την τάση διαφοροποίησης των αποθεματικών ή αποδολαριοποίησης και υποστηρίζουν τη ζήτηση χρυσού από τον επίσημο τομέα των αναδυόμενων αγορών”, ανέφερε η Citi.
Ρευστή η κατάσταση
Ενώ οι απειλές για τους δασμούς υποστηρίζουν τις τρέχουσες θέσεις ορισμένων στρατηγικών αναλυτών και funds και ενθάρρυναν άλλους να κάνουν αλλαγές, πολλοί προειδοποίησαν για σπασμωδικές αντιδράσεις στις ανακοινώσεις του Τραμπ.
Οι αναλυτές μετοχών της Morgan Stanley δήλωσαν ότι οι δασμοί ενίσχυσαν την προτίμησή τους για κλάδους υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών, του λογισμικού, των μέσων ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας, λέγοντας ότι “αναμένουμε ότι η αγορά θα πραγματοποιήσει περαιτέρω στροφή προς τις υπηρεσίες, δεδομένης της εμπορικής πολιτικής”.
Οι ανησυχίες για τους κινδύνους από τους δασμούς και τη γεωπολιτική αβεβαιότητα γενικότερα οδήγησαν τη Manulife Investment Management τις τελευταίες εβδομάδες να κινηθεί σε πιο αμυντικούς τομείς μετοχών και να μειώσει την έκθεση σε assets υψηλού ρίσκου. “Η κατάσταση γύρω από τη δασμολογική πολιτική είναι ακόμα πολύ ρευστή και η πραγματικότητα είναι ότι δεν ξέρουμε ποιες θα είναι τελικά οι πολιτικές που θα ακολουθήσει ο Τραμπ και πότε θα τις ακολουθήσει”, ανέφερε.
Η Baker Avenue Wealth Management είναι underweight στις μετοχές υγειονομικής περίθαλψης λόγω της ανοσίας που εκτιμά ότι έχει ο κλάδος στον κίνδυνο δασμών. Ωστόσο, όπως τόνισε, πιστεύει ότι ο Τραμπ αναγνωρίζει τις ανησυχίες που φέρνει ένας εμπορικός πόλεμος για την οικονομία και τις αγορές, επομένως η κατάσταση θα “ηρεμήσει σε εύλογο χρονικό διάστημα”.
Πράγματι, πολλοί επενδυτές αμφιβάλλουν ότι ο Τραμπ θα επέτρεπε στη διαμάχη για τους δασμούς να εξελιχθεί σε έναν πλήρη εμπορικό πόλεμο που βλάπτει σοβαρά τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, και θεωρούν ότι “μπλοφάρει”. “Ένας πλήρης εμπορικός πόλεμος είναι απίθανος, καθώς διακυβεύονται πάρα πολλά”, εκτιμά η Allianz.
Ήρθε η ώρα της υπεραπόδοσης της Ευρώπης;
Οι ευρωπαϊκές μετοχές σημείωσαν την καλύτερη επίδοσή τους εδώ και μία δεκαετία έναντι της Wall Street τις πρώτες έξι εβδομάδες του 2025, αλλά οι ελπίδες ορισμένων αναλυτών και επενδυτών ότι η χρόνια υποαπόδοσή τους θα λάβει τέλος, μπορεί να διαψευστούν από τις μακροχρόνιες διαρθρωτικές προκλήσεις.
Εκμεταλλευόμενοι τα ακραία χάσματα αποτίμησης, οι επενδυτές συσσωρεύονται σε ευρωπαϊκές μετοχές, κοιτάζοντας αρκετούς πιθανούς καταλύτες που μπορεί να σημαίνουν ότι αυτό το ράλι είναι διαφορετικό από εκείνα που προηγήθηκαν, και τα οποία συνήθως εξαφανίστηκαν αρκετά γρήγορα.
Οι εισροές των funds στις ευρωπαϊκές μετοχές έφτασαν τον Ιανουάριο στο δεύτερο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 25 ετών και οι μεγαλύτεροι δείκτες αναφοράς συνεχίζουν να σημειώνουν υψηλά ρεκόρ, ξεπερνώντας τους ομολόγους τους στις ΗΠΑ.
Η ελπίδα είναι ότι η Γερμανία μπορεί να χαλαρώσει τη δημοσιονομική της πολιτική μετά τις εκλογές αυτόν τον μήνα, οι εντάσεις στην Ουκρανία θα μπορούσαν να υποχωρήσουν και οι δασμοί των ΗΠΑ μπορεί να καταλήξουν λιγότερο αυστηροί από ό,τι αναμενόταν.
Και η πρόσφατη αναταραχή στις μετοχές των megacaps τεχνητής νοημοσύνης της Wall Street με την εμφάνιση φθηνότερων Κινέζων αντιπάλων, υποδηλώνει ότι η ηγετική θέση στην αγορά θα μπορούσε να επεκταθεί σε “παραμελημένους” τομείς, στους οποίους η Ευρώπη είναι ιδιαίτερα ισχυρή.
Τα κέρδη στη Φρανκφούρτη, τη Ζυρίχη, το Λονδίνο, το Μιλάνο και το Παρίσι μέχρι στιγμής φέτος έχουν ωθήσει τον ευρύτερο πανευρωπαϊκό δείκτη STOXX 600 σε άνοδο κοντά στο 6%, ενώ ο S&P 500 έχει σημειώσει άνοδο μόνο 2,7%.
Η Edmond de Rothschild δηλώνει ιδιαίτερα αισιόδοξη για τις ευρωπαϊκές μετοχές, ειδικά δεδομένης της τεταμένης θέσης των επενδυτών. “Είναι δύσκολο να βρεθεί πωλητής στις ευρωπαϊκές μετοχές, γιατί όλοι είναι σήμερα σε μεγάλο βαθμό underweight στην Ευρώπη”, τονίζει. Η ανάκαμψη σε βασικούς οικονομικούς δείκτες, οι πιθανές περεταίρω μειώσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η στάση αναμονής της Fed, καθώς και μια πιθανή κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία που μειώνει το ενεργειακό κόστος, αποτελούν κατά τον οίκο θετικούς ανέμους για τις ευρωπαϊκές μετοχές.
Η Nordea, εντωμεταξύ, αναμένει περαιτέρω υπεραπόδοση τους επόμενους μήνες, καθώς οι αποτιμήσεις είναι ελκυστικές και η αύξηση των κερδών επιταχύνεται, γεγονός που θα μειώσει το χάσμα αποτίμησης με τις εταιρείες των ΗΠΑ.
Ωστόσο, οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση είναι απίθανο να αμφισβητήσει πραγματικά τη μακροπρόθεσμη κυριαρχία της Wall Street. Η Ευρώπη έχει δει περιστασιακά ράλι τα τελευταία 40 χρόνια, αλλά αυτά τείνουν να είναι βραχύβια, ειδικά μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, οι αμερικανικές μετοχές έχουν αυξηθεί κατά 25 φορές, ενώ οι ευρωπαϊκές μετοχές έχουν αυξηθεί κατά λιγότερο από έξι, όπως παρατηρεί το Reuters.
Η Generali Investments, σημειώνει επίσης ότι η χαμηλότερη αύξηση των κερδών του κλάδου της τεχνολογίας των ΗΠΑ και τα πιθανά πιο τολμηρά μέτρα τόνωσης της Κίνας μπορεί να επιτρέψουν μια στροφή προς την Ευρώπη. Ωστόσο, το γεγονός είναι πως οι διαρθρωτικές προκλήσεις παραμένουν στην περιοχή, τονίζει. “Η Ευρώπη εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ζητήματα, όπως λιγότερη ενεργειακή ανεξαρτησία, κακή διακυβέρνηση, κατακερματισμένες αγορές ενέργειας και κεφαλαίων, χαμηλότερη αύξηση του πληθυσμού και χαμηλότερες επενδύσεις σε τεχνολογία”.
Όσον αφορά τις επιπτώσεις της δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές αγορές, η JP Morgan επισημαίνει πως οι ευρωπαϊκοί δείκτες αντλούν το 20% των εσόδων τους από τις ΗΠΑ και το 25% από τις Αναδυόμενες Αγορές καθιστώντας τους ευάλωτους σε οποιαδήποτε πιθανή αύξηση των δασμών. Δεδομένης της σημαντικής έκθεσής της στις Αναδυόμενες Αγορές, οι περισσότερες από τις οποίες συνδέονται με την Κίνα, η Ευρώπη είναι πιθανό να επηρεαστεί επίσης από οποιαδήποτε αύξηση των δασμών στην Κίνα. Οι ευρωπαϊκοί κλάδοι που κινδυνεύουν περισσότερο είναι εκείνοι που έχουν μεγαλύτερη μόχλευση στον Κινέζο καταναλωτή και την οικονομία, όπως τα ορυχεία, τα αγαθά πολυτελείας και τα αυτοκίνητα.
Η JPM πιστεύει ότι θα μπορούσε να υπάρξει πλήγμα στην αύξηση των κερδών στην Ευρώπη της τάξης του 2%-3%. Εάν ανακοινωθούν δασμοί και στη ζώνη του ευρώ, ο πιθανός αντίκτυπος στην αύξηση των κερδών στην Ευρώπη θα μπορούσε να είναι 5%-8%, ανάλογα με την έκταση των αντιποίνων. Η εκτίμηση της JPM για την αύξηση των κερδών ανά μετοχή στην Ευρωζώνη το 2025 είναι 3%, έναντι 8% που προβλέπει η αγορά.