Στο πρόσφατο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, οι εσωκομματικές συζητήσεις για τη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα κυριάρχησαν σε τέτοιο βαθμό, που το ίδιο το συνέδριο πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Η εικόνα του κόμματος φανέρωσε τη συρρίκνωσή του, με περιορισμένες παρουσίες, έλλειψη υποδομών και κλιματισμού υπό υψηλές θερμοκρασίες, και αδρανές κοινό χωρίς έντονο πολιτικό παλμό. Το κεντρικό ερώτημα που απασχόλησε παρασκηνιακά τους περισσότερους ήταν το επόμενο βήμα του Αλέξη Τσίπρα
Ο πρώην πρωθυπουργός, σύμφωνα με συνομιλητές του, εξετάζει το ενδεχόμενο ίδρυσης νέου κόμματος, επιδιώκοντας όμως να αποφύγει την κατηγορία ότι διασπά τον ΣΥΡΙΖΑ. Η θέση που διατυπώνεται είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε πορεία παρακμής και η ίδρυση ενός νέου φορέα αποτελεί μια φυσική συνέχεια και όχι διάσπαση. Ο ίδιος επιθυμεί το νέο σχήμα να κινηθεί στον χώρο της Κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας, σε απόσταση τόσο από την παραδοσιακή αριστερά όσο και από το αντισυστημικό ρεύμα που, σύμφωνα με το επιτελείο του, έχει καλυφθεί ήδη από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και την Πλεύση Ελευθερίας.
Στόχος του Τσίπρα είναι το νέο κόμμα να απευθυνθεί στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα τώρα που το ΠΑΣΟΚ υπό τον Νίκο Ανδρουλάκη δεν δείχνει, κατά την εκτίμηση συνεργατών του, δυναμική κυβερνησιμότητας ή δυνατότητα ηγεμονίας στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Το σχέδιο προβλέπει αποκλεισμό στελεχών που θεωρούνται ακραία ή φθαρμένα, όπως οι Παύλος Πολάκης και Νίκος Παππάς, καθώς και απομάκρυνση από την εσωκομματική φθορά του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ. Το νέο κόμμα φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα ανανεωμένο, προοδευτικό σχήμα με σαφές κεντρώο προσανατολισμό και στόχο εκλογικής εκκίνησης με διψήφιο ποσοστό, πάνω από 10%.
Ο Τσίπρας εκτιμά ότι το πολιτικό Κέντρο έχει αφεθεί στον Κυριάκο Μητσοτάκη και σε στελέχη του «σημιτικού» ΠΑΣΟΚ και σκοπεύει να επιχειρήσει πολιτική διείσδυση στον χώρο αυτό. Παρά τη φθορά από την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, εμφανίζεται να διαθέτει υψηλότερη απήχηση από τον Νίκο Ανδρουλάκη, όπως καταγράφεται σε ορισμένες μετρήσεις.
Η χρονική στιγμή της πιθανής επανεμφάνισης του Τσίπρα παραμένει ανοιχτή, με τον Σεπτέμβριο να θεωρείται κομβικό σημείο, όταν και θα έχουν φανεί οι πρώτες αντιδράσεις για την προοπτική του νέου φορέα. Παράλληλα, αναμένονται οι εξελίξεις γύρω από τη δυναμική της Ζωής Κωνσταντοπούλου, με την οποία ο Τσίπρας επιθυμεί να διατηρήσει σαφή απόσταση, θεωρώντας ότι τοποθετείται πλέον σε αντισυστημική και συγγενή με την ακροδεξιά ρητορική.
Ο σχεδιασμός του Τσίπρα συνοδεύεται από αναφορές στον «πατριωτισμό», στοιχείο που παραπέμπει σε προσπάθεια προσέγγισης ψηφοφόρων του «παλαιού» παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ. Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, το ενδεχόμενο καθόδου Τσίπρα στις επόμενες εκλογές προκαλεί έντονο ενδιαφέρον. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι μια άμεση πολιτική κίνηση του Τσίπρα θα μπορούσε να λειτουργήσει συσπειρωτικά για τη Νέα Δημοκρατία, ενισχύοντας το δίλημμα περί σταθερότητας και καλλιεργώντας αίσθημα φόβου στην κοινωνία.
Ωστόσο, υπάρχουν και εκτιμήσεις ότι, εάν σε κάποιο σενάριο ο Τσίπρας εμφανιστεί με ποσοστά κοντά στο 20% και η ΝΔ πέσει κάτω από το ψυχολογικό όριο του 30%, τότε θα δημιουργηθούν συνθήκες έντονης πολιτικής ρευστότητας. Στο Μαξίμου επικρατεί ανησυχία για την περίπτωση επανεμφάνισης Τσίπρα στο διάστημα μεταξύ πρώτης και δεύτερης κάλπης, σε ενδεχόμενο απώλειας αυτοδυναμίας της ΝΔ, καθώς τότε ο πρώην πρωθυπουργός ενδέχεται να εμφανιστεί ενισχυμένος, με την εκλογική διαδικασία να διεξάγεται υπό υπηρεσιακή κυβέρνηση και διαφορετική ψυχολογία.
Παράλληλα, οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί λαμβάνουν υπόψη και τις φήμες περί δημιουργίας κόμματος από τον Αντώνη Σαμαρά, το οποίο θα μπορούσε να δημιουργήσει περαιτέρω πίεση στη ΝΔ από τα δεξιά. Μέσα σε αυτό το σύνθετο πολιτικό τοπίο, το Μαξίμου δείχνει να προτιμά ως αντίπαλο το σημερινό ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, με στόχο να περιορίσει τα ενδεχόμενα ρήγματα στο εκλογικό του σώμα.