Η μάχη των Γαυγαμήλων ή μάχη των Αρβήλων είναι η μεγαλύτερη και η πιο αποφασιστική μάχη του Αλέξανδρου Γ΄ του Μέγα κατά του Πέρση Βασιλέα Δαρείου Γ΄ το 331 π.Χ, χάρη στην οποία ο ελληνικός στρατός επικράτησε οριστικά του περσικού και εδραιώθηκε ο ελληνικός κόσμος στην Ασία για τους επόμενους αιώνες.
Πρελούδιο
Τρία χρόνια μετά το πέρασμα του Αλέξανδρου στη Μικρά Ασία, ο νεαρός βασιλιάς των Μακεδόνων και ηγεμόνας όλων των Ελλήνων, «πλην Λακεδαιμονίων», έχοντας διαδεχθεί τον πατέρα του Φίλιππο τον Β’ και αρχιτέκτονα της εκστρατείας, έχει ήδη συντρίψει τον περσικό στρατό σε δύο μεγάλες μάχες, στον Γρανικό και στην Ισσό.
Η δεύτερη ήττα ήταν ιδιαίτερα οδυνηρή για τους Πέρσες, καθώς επικεφαλής του στρατεύματος ήταν ο ίδιος ο βασιλιάς, Δαρείος Γ’ ο Κοδομανός, που κατάφερε να ξεφύγει τη τελευταία στιγμή από τον Αλέξανδρο.
Ο Μακεδόνας βασιλιάς έχει απελευθερώσει όλες τις ελληνικές πόλεις των παραλίων της Μικράς Ασίας και την ενδοχώρα, κυριαρχήσει στο Αιγαίο, κατακτήσει Λίβανο, Συρία, Παλαιστίνη και Αίγυπτο, αλώσει θεωρούμενες απόρθητες πόλεις όπως η Τύρος και η Γάζα, αποκτώντας τον πλήρη έλεγχο της ανατολικής Μεσογείου και ετοιμαζόταν να γίνει άρχοντας της Ασίας, όπως υπαγόρευε η προφητεία του Γόρδιου Δεσμού.
Έχοντας καταστείλει μια εξέγερση στη Σαμάρεια και ιδρύσει μια σειρά ελληνικών πόλεων μεταξύ των οποίων η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ετοιμάζεται για την τελική αναμέτρηση με τον αντίπαλό του για την κυριαρχία στην Ασία.
Ο Δαρείος είχε χάσει ένα τεράστιο μέρος του βασιλείου του από τον αντίπαλό του, ωστόσο η Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών ήταν ένα πανίσχυρο, αχανές κράτος αιώνων, και ο Πέρσης Βασιλιάς πλέον αγωνιζόταν για την επιβίωσή του. Ως εκ τούτου, είχε ετοιμαστεί εξαντλητικά για τη μάχη στην οποία ευελπιστούσε να πάρει τη μεγάλη εκδίκηση από τον νεαρό βασιλιά, που, επικεφαλής των ενωμένων ελληνικών δυνάμεων, είχε αναδειχθεί στη μεγαλύτερη απειλή που είχε αντιμετωπίσει ποτέ η περσική αυτοκρατορία.
Ο Δαρείος γνώριζε πολύ καλά πως δεν έχει περιθώριο να ηττηθεί, και για αυτό συγκέντρωσε το μεγαλύτερο στράτευμα που μπορούσε να παρατάξει, με πολεμιστές από κάθε γωνιά της αυτοκρατορίας του. Επέλεξε προσεκτικά το πεδίο της μάχης, τη πεδιάδα των Γαυγαμήλων. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται στη μάχη ως μάχη των Αρβήλων, γιατί τα Άρβηλα ήταν ονομαστή πόλη, ενώ τα Γαυγάμηλα βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση από αυτήν. Βρίσκεται στο σημερινό Ιράκ, κοντά στη Μοσούλη πλησίον του Τίγρη και του Ευφράτη. Η επιλογή έγινε έτσι ώστε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα πλεονεκτήματά του περσικού στρατού, στερώντας το ελληνικό στράτευμα από τα δικά του.
Προς τα Άρβηλα
Ο στρατός του Αλεξάνδρου κατευθύνθηκε στο πέρασμα του Ευφράτη κοντά στη Θάψακο. Εκεί είχε πάει νωρίτερα ο Παρμενίωνας, επικεφαλής εμπροσθοφυλακής και εφοδιοπομπής του μηχανικού για την κατασκευή γεφυρών.
Στην άλλη όχθη του ποταμού βρισκόταν ο Μαζαίος, σατράπης της Κιλικίας με 3.000 ιππείς και 3.000 πεζούς ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και 2.000 Έλληνες μισθοφόροι. Όταν ο Μαζαίος έμαθε ότι ερχόταν ο Αλέξανδρος, τράπηκε σε φυγή με τους άνδρες του, αφήνοντας ελεύθερα τα περάσματα.
Με την άφιξη του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι μισοκατασκευασμένες γέφυρες στον Ευφράτη ολοκληρώθηκαν και ο μακεδονικός στρατός πέρασε στη Βόρεια Μεσοποταμία. Όπως γράφει ο Αρριανός, ο Αλέξανδρος δεν πήγε στη Βαβυλώνα επειδή ο δρόμος για εκεί περνούσε από τελείως άγονα εδάφη και από μέρη όπου δεν μπορούσε να προμηθευτεί τρόφιμα και γι’ αυτό κινήθηκε προς τις βόρειες περιοχές αφήνοντας αριστερά του τον Ευφράτη και τα βουνά της Αρμενίας.
Πέρσες ανιχνευτές που πιάστηκαν αιχμάλωτοι είπαν ότι ο Δαρείος με στρατό βρίσκεται στον ποταμό Τίγρη και ότι αποφάσισε να μην αφήσει τον Αλέξανδρο να περάσει. Επιταχύνοντας την πορεία του στρατού του ο Μακεδόνας στρατηλάτης έφτασε σε τέσσερις μέρες στον ποταμό Τίγρη.
Γύρω από τον ποταμό δεν υπήρχαν εχθροί. Ο ελληνικός στρατός πέρασε με δυσκολία αλλά χωρίς απώλειες τον Τίγρη και βρέθηκε στην ανατολική του όχθη. Εκεί οι άνδρες του Αλέξανδρου σταμάτησαν μία μέρα για να ξεκουραστούν. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 331 π.Χ. έγινε ολική έκλειψη Σελήνης. Ο μάντης Αρίστανδρος είπε στον Αλέξανδρο πως αυτό είναι καλό σημάδι για τον ίδιο και μέσα στο μήνα θα πολεμήσει.
Στη συνέχεια ο στρατός του Αλέξανδρου κινήθηκε νοτιοανατολικά προς το ρεύμα του ποταμού Τίγρη στα εδάφη της Ασσυρίας, αφήνοντας αριστερά του τα βουνά των Γορδυηνών. Την τέταρτη ημέρα ανιχνευτές πληροφόρησαν πως στην πεδιάδα φάνηκαν περίπου 1.000 ιππείς του εχθρού. Ο Αλέξανδρος έδωσε διαταγή στον στρατό να παραταχθεί σε θέση μάχης και ο ίδιος επικεφαλής αποσπάσματος ιππικού κινήθηκε για να συναντήσει τους αντιπάλους.
Οι Πέρσες αποφάσισαν να μην πολεμήσουν. Ορισμένοι όμως πιάστηκαν αιχμάλωτοι και αποκάλυψαν ότι ο Δαρείος με πολυάριθμο στρατό βρισκόταν κοντά. Ο Πέρσης βασιλιάς, όπως έμαθε ο Αλέξανδρος, είχε στρατοπεδεύσει στην πεδιάδα των Γαυγαμήλων, κοντά στον ποταμό Βούμηλο, στα δυτικά των Αρβήλων.
Ο Αλέξανδρος απέχοντας 12 χιλιόμετρα από τα Γαυγάμηλα, αποφάσισε να σταματήσει την προέλαση για να ξεκουράσει τον στρατό του, στήνοντας στρατόπεδο και παίρνοντας όλα τα μέτρα ασφαλείας, με τάφρους και οχυρωματικά έργα. Αφού έμεινε εκεί μεταξύ για τέσσερις ημέρες (ή για δύο, σύμφωνα με κάποιες πηγές) άφησε στο στρατόπεδο τους αμάχους, τους αιχμαλώτους και τα σκευοφόρα και προχώρησε τη νύχτα, επιδιώκοντας να προσεγγίσει τον περσικό στρατό με νυχτερινή πορεία και να επιδιώξει μάχη την αυγή. Σε εκείνη τη φάση, τα δύο στρατόπεδα απείχαν, 11 με 12 χιλιόμετρα, αλλά χωρίζονταν από λοφοσειρά, οπότε δεν υπήρχε οπτική επαφή.
«Αισχρόν είναι κλέψαι την νίκην»
Ο ελληνικός στρατός έφτασε αργά τη νύχτα στις κορυφές των λόφων και αντίκρισε το περσικό στρατόπεδο. Ο Πέρσης βασιλιάς είχε πληροφορηθεί την προσέγγιση του Αλέξανδρου, και είχε παρατάξει τις δυνάμεις του. Ο Μακεδόνας βασιλιάς συγκάλεσε άμεσα πολεμικό συμβούλιο, με τους περισσότερους ανώτατους αξιωματικούς του να εισηγούνται άμεση επίθεση, ή νυκτερινή έφοδο.
Αφού έγινε αναγνώριση του πεδίου ο Αλέξανδρος ανακοίνωσε σε δεύτερο πολεμικό συμβούλιο τη πρόθεσή του να γίνει η μάχη με το φως της ημέρας. Ο Αλέξανδρος είπε είπε στους αξιωματικούς του ότι δεν ήταν σωστό να «κλέψει» τη νίκη επιτιθέμενος τη νύχτα: «Ου κλέπτω την νίκην», κατά τον Πλούταρχο, «Αισχρόν είναι κλέψαι την νίκην», κατά τον Αρριανό ήταν η απάντησή του.
Οι λόγοι που ο Αλέξανδρος επέλεξε να γίνει η μάχη υπό το φως του ήλιου είναι και πολιτικοί και τακτικοί. Ο Δαρείος έπρεπε να ηττηθεί κατά κράτος και εμφανώς, χωρίς καμία αμφιβολία ή αμφισβήτηση, προκειμένου να φανεί ποιος ήταν ο κυρίαρχος της Ασίας. Έπειτα νυχτερινή επίθεση με εμπλεκόμενους μεγάλους όγκους στρατευμάτων και χωρίς πλήρη εικόνα του πεδίου, αφού η αναγνώριση είχε γίνει νύχτα ήταν παράτολμη.
Η πλεονεκτική θέση του ελληνικού στρατεύματος σε ύψωμα ήταν αποτρεπτική για αιφνιδιαστική περισική επίθεση. Έτσι οι Έλληνες μπόρεσαν να ξεκουραστούν ενώ αντίθετα οι Πέρσες ξαγρύπνησαν αναμένοντας επίθεση παράγοντας που είναι πάντοτε καταλυτικός για την έκβαση μιας μάχης.
Η παράταξη του περσικού στρατεύματος
Ο στρατός του Δαρείου ήταν εντυπωσιακά μεγάλος σε αριθμό. Ο Αρριανός κάνει λόγο για 40.000 ιππείς, 1.000.000 πεζούς, 200 δρεπανηφόρα άρματα και 15 ελέφαντες. Ο Διόδωρος γράφει για 200.000 ιππείς, 800.000 πεζούς και 200 άρματα. Τέλος ο μετριοπαθέστερος όλων Κούρτιος αναφέρει 45.000 ιππείς 200.000 πεζούς και 200 άρματα.
Στα Γαυγάμηλα ο Δαρείος παρέταξε στην άκρα αριστερή πλευρά τους Βακτρίους, με τον Βήσσο τον σατράπη της Βακτριανής. Δίπλα σύνταξε τους Δάες και τους Αραχώτους υπό τον Βερσαέντη, τον σατράπη της Αραχωσίας. Κατόπιν παρέταξε τους δικούς του Πέρσες, ιππείς και πεζούς, τους Σούσιους υπό τον Οξάτρη και τους Καδούσιους.
Στην άκρα δεξιά πλευρά παρατάχθηκαν και στην ανατολική και τη δυτική πλευρά του Ευφράτη τα συριακά στρατεύματα υπό τον Μαζαίο. Κατόπιν παρατάχθηκαν οι Μήδοι υπό τον Ατροπάτη, οι Παρθυαίοι, οι κατάφρακτοι Σάκες, οι Τάπουροι και οι Υρκάνιοι, ιππείς όλοι, υπό τον Φραταφέρνη. Τελευταίοι παρατάχθηκαν οι Αλβανοί (όχι από την περιοχή της σημερινής Αλβανίας αλλά από τον Καύκασο, στο σημερινό Αζερμπαϊτζάν και το νότιο Νταγκεστάν) και οι Σακεσίνες.
Ο ίδιος ο Δαρείος πήρε θέση στο κέντρο, περιβαλλόμενος από το καλύτερο τμήμα του στρατεύματος, τους έφιππους Πέρσες σωματοφύλακες, τους αποκαλούμενους συγγενείς του βασιλέα, τους πεζούς Πέρσες σωματοφύλακες, τους αποκαλούμενους μηλοφόρους, καθώς οι λόγχες τους έφεραν χρυσό μήλο, αντί σαυρωτήρα.
Κατόπιν παρέταξε τους «ανασπάστους Κάρας», δηλαδή απογόνους των Καρών, που μετοίκησαν από την πατρίδα τους στα ενδότερα του κράτους, τους άριστους τοξότες Μάρδους και τέλος τους Έλληνες μισθοφόρους. Πίσω από αυτούς παρατάχθηκαν ασύνταχτοι οι Ούξιοι και οι Βαβυλώνιοι και εκείνοι που κατοικούσαν προς την Ερυθρά θάλασσα και οι Συτακινοί και άλλοι, αγνώστου πλήθους.
Ανάμεσα στο μέτωπο και τη φρουρά στέκονταν τα δρεπανηφόρα άρματα, μπροστά από τα οποία προπορεύονταν ορισμένα μικρά ιππικά σώματα, στο αριστερό κέρας ήταν Σκύθες και Βακτριανοί με 100 άρματα, και στο δεξιο κέρας Αρμένιοι και Καππαδόκες με 50 άρματα, ενώ τα υπόλοιπα 50 άρματα τοποθετήθηκαν στο μέσο.
Η συγκεκριμένη παράταξη του περσικού στρατού αναφέρεται από τον Αρριανό, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αριστόβουλου, ο οποίος λέει ότι την αντέγραψε από το επίσημο σχέδιο που βρέθηκε ανάμεσα στα έγγραφα του περσικού επιτελείου, τα οποία έπεσαν στα χέρια των Ελλήνων αργότερα μαζί με την υπόλοιπη σκευή του Δαρείου.
Η ελληνική παράταξη
Σύμφωνα με τον Αρριανό, η δύναμη του στρατού του Αλέξανδρου ήταν 7.000 ιππείς και 40.000 πεζοί, σαφώς πολύ μικρότερος από τον στρατό του Δαρείου. Όμως υπερτερούσε κατά πολύ ποιοτικά, ιδίως ως προς την οργάνωση, την άσκηση, την πειθαρχία και την πολεμική πείρα.
Η παράταξη του στρατού του Αλέξανδρου σύμφωνα με τον Αρριανό και τον Διόδωρο ήταν η ακόλουθη, από τα δεξιά προς τα αριστερά.
Πρώτη είχε παραταχθεί η βασιλική όλη των εταίρων με επικεφαλής τον Κλείτο και πλάι της οι υπόλοιπες ίλες, του Γλαυκία του Αρίστωνος, του Σωπόλιδος του Ερμοδώρου, του Ηρακλείδου του Αντίοχου, του Δημητρίου του Αλθαιμένους, του Μελέαγρου και τελευταία η ίλη του Ηγελόχου του Ιπποστράτου. Τη γενική αρχηγία των εταίρων είχε ο Φιλώτας, γιος του Παρμενίδη.
Δίπλα στους εταίρους βρισκόταν το άγημα και οι άλλοι υπερασπιστές με επικεφαλής τον Νικάνορα του Παρμενίωνα. Έπειτα, βρισκόταν οι τάξεις της μακεδονικής φάλαγγας, του Κοίνου του Πολεμοκράτους, του Περδίκκα του Ορόντου, του Μελέαγρου του Νεοπτόλεμου, του Πολυπέρχοντος του Συμμία, του Αμύντα του Ανδρομένους με διοικητή της τον αδελφό του Σιμμία,Με την τάξη αυτή τελείωνε το δεξιό κέρας στρατιάς.
Ακολουθούσε η τάξη του Κρατερού και του Αλέξανδρου απ’ όπου άρχιζε το αριστερό. Δίπλα της ήταν οι σύμμαχοι ιππείς από την Πελοπόννησο, κυρίως από την Αχαΐα αλλά και Φθιώτες, Μαλιείς, Λοκροί και Φωκείς με αρχηγό τον Ερίγυιο του Λαρίχου και δίπλα τους οι Θεσσαλοί ιππείς με αρχηγό τον Φίλιππο του Μενελάου.
Πίσω και παράλληλα από την κεντρική αυτή παράταξη, είχαν τοποθετηθεί άλλα τμήματα Ελλήνων πεζών της Συμμαχίας της Κορίνθου και Έλληνες πεζοί μισθοφόροι, ώστε η όλη παράταξη να είναι αμφίστομη. Πέρα κι από τα δύο άκρα της παράταξης, είχαν τοποθετηθεί ιππείς και τμήματα ελαφρού πεζικού. Δεξιά, βρισκόταν οι μισοί Αγριάνες με αρχηγό τον Άτταλο, οι μισοί Μακεδόνες τοξότες, με αρχηγό τον Βρίσωνα και μισθοφόροι πελταστές, με αρχηγό τον Κλέανδρο. Μπροστά από τους Αγριάνες και τους τοξότες, οι πρόδρομοι ιππείς και οι Παίονες ιππείς με αρχηγούς τον Αρέτη και τον Αρίστωνα. Μπροστά και από αυτούς οι Έλληνες μισθοφόροι με αρχηγό τον Μενίδα.
Στα αριστερά, παρατάχθηκαν οι Θράκες ιππείς με αρχηγό τον βασιλιά τους Σιτάλκη, οι Έλληνες σύμμαχοι ιππείς με αρχηγό τον Κοίρανο και οι Οδρύσες ιππείς με αρχηγό τον Αγάθωνα του Τυρίμμα.
Μπροστά από τα τρία αυτά τμήματα ιππικού, βρισκόταν οι Έλληνες μισθοφόροι ιππείς με αρχηγό τον Ανδρόμαχο του Ιέρωνα. Και μπροστά από την κύρια παράταξη, υπήρχαν ελαφρά τμήματα πεζικού από τους εταίρους, οι υπόλοιποι Αγριάνες, οι υπόλοιποι Μακεδόνες τοξότες και οι ακοντιστές του Βαλάκρου, που είχαν ως αποστολή να αντιμετωπίσουν τα δρεπανηφόρα άρματα. Μπροστά από τους Θεσσαλούς ιππείς, σύμφωνα με τον Διόδωρο ήταν παρατεταγμένοι Κρήτες τοξότες και μισθοφόροι πεζοί από την Αχαΐα με ανάλογη αποστολή.
Την ηγεσία του δεξιού κέρατος, την είχε ο Αλέξανδρος και του αριστερού ο Παρμενίωνας. Στόχος του Αλέξανδρου ήταν η ηγεσία του εχθρού, ο ίδιος ο Δαρείος. Ο Μακεδόνας βασιλιάς ήξερε πως αν ο Δαρείος σκοτωνόταν ή τρεπόταν σε φυγή, η περσική παράταξη θα κατέρρεε. Εναλλακτικά, τα πράγματα θα ήταν δύσκολα για το ελληνικό στράτευμα, λόγω της μεγάλης αριθμητικής υπεροχής των Περσών, ειδικά από τη στιγμή που ο εχθρός ήταν ισχυρός σε όλο του το μέτωπο.
Η μάχη στη δεξιά παράταξη
Υπό το φως της ημέρας ήχησαν οι σάλπιγγες της επίθεσης του Ελληνικού στρατού. Ο Αλέξανδρος μετακίνησε δεξιότερα την προτεταμένη δεξιά πτέρυγα για να μην μπορούν να την περάσουν οι Πέρσες. Ο Δαρείος έριξε εναντία στον Αλέξανδρο την αριστερή πτέρυγα του στρατού του, όπου βρισκόταν οι Σκύθες ιππείς, όμως ο Μακεδόνας βασιλιάς προχωρούσε με πείσμα προς τα δεξιά.
Ο Δαρείος επιδιώκοντας να σταματήσει την κίνηση του Αλέξανδρου έδωσε εντολή στην αριστερή του πτέρυγα να ανακόψει την πλευρική κίνηση του Μακεδόνα βασιλιά. Η δύναμη του Βήσσου κινήθηκε κατά του δεξιού κέρατος. Όταν ο Αλέξανδρος είδε την κίνηση, επιτέθηκε κατά της περσικής δύναμης, τρέποντας προσωρινά τους Σκύθες και Βακτρίους σε φυγή, μέχρι που ανασυντάχθηκαν, ενισχυόμενοι από άλλους Βακτρίους. Η σύγκρουση ξεκίνησε ξανά, με τις δυνάμεις του Αλέξανδρου να αντιμετωπίζουν το βαρύ εχθρικό ιππικό και να υφίστανται απώλειες, ωστόσο στο τέλος κατάφεραν να διασπάσουν τους περσικούς σχηματισμούς.
Η αντιμετώπιση των δρεπανηφόρων
Ο Δαρείος έδωσε εντολή να κινηθούν τα δρεπανηφόρα άρματα κεντρικά και προς τα δεξιά ωστόσο αντιμετωπίστηκαν από τους ακοντιστές του Βαλάκρου, τους Αγριάνες, το ιππικό των εταίρων και τους βασιλικούς σωματοφύλακες.
Η επίθεση των αρμάτων δεν προκάλεσε ιδιαίτερα προβλήματα στο συγκεκριμένο σημείο της παράταξης. Βλέποντας την αποτυχημένη επίθεση των αρμάτων και την συνεχιζόμενη κίνηση του Αλέξανδρου προς τα δεξιά, που απειλούσε με υπερφαλάγγιση την περσική παράταξη, ο Δαρείος έστειλε και άλλο ιππικό εναντίον του Μακεδόνα βασιλιά, αυτή τη φορά από το κέντρο, δημιουργώντας ένα μεγάλο κενό στην περσική παράταξή. Αυτή ήταν η επιδίωξη του Αλεξάνδρου.
Αλλαγή κατεύθυνσης
Ο Μακεδόνας στρατηλάτης σταμάτησε την κίνηση προς τα δεξιά και κινούμενος αριστερά προς το κέντρο της αποδυναμωμένης κεντρικής παράταξης των Περσών με στόχο το Δαρείο. Το περσικό ιππικό αποπροσανατολίστηκε εξακολουθώντας να κινείται δεξιά.
Ο Αλέξανδρος, χρησιμοποιώντας ως αιχμή του δόρατός του το βαρύ ιππικό των εταίρων, που είχε κρατήσει για αυτήν ακριβώς την κίνηση, εφόρμησε εναντίον του σημείου όπου βρισκόταν ο Δαρείος στο κέντρο, με την υποστήριξη των τοξοτών και ακοντιστών που ακολουθούσαν το ιππικό, και ακολουθούσε το βαρύτερο πεζικό. Το αποτέλεσμα ήταν να επιτύχει τακτική υπεροχή, η οποία και θα έκρινε τη μάχη.
Παράλληλα, εναντίον του παραπλανημένου περσικού ιππικού, που είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται τι είχε συμβεί έστελνε τον ικανότατο αξιωματικό Αρέτη με το υπόλοιπο ιππικό της πλαγιοφυλακής, ο οποίος ενεπλάκη με την αριστερή πτέρυγα των Περσών, κρατώντας την απασχολημένη δίνοντας το χώρο και το χρόνο στον Αλέξανδρο να κινηθεί αποφασιστικά εναντίων του Δαρείου.
Φυγή του Δαρείου
Η επίθεση του μακεδονικού ιππικού και της φάλαγγας ήταν σαρωτική. Ο Δαρείος, ερχόμενος ξαφνικά αντιμέτωπος με τον Μακεδόνα βασιλιά, επικεφαλής υπέρτερης δύναμης τράπηκε σε φυγή, όπως στην Ισσό. Το περσικό κέντρο, βλέποντας τη φυγή του βασιλιά υποχωρούσε άτακτα. Το ιππικό των εταίρων άρχισε να καταδιώκει τους αντιπάλους.
Υπάρχουν δύο εκδοχές για τη φυγή του Δαρείου. Ο Αρριανός αναφέρει άτακτη υποχώρηση του Δαρείου ενώ ο Διόδωρος αναφέρει πως όταν έγινε η επίθεση του Αλέξανδρου, ο Δαρείος έμεινε να πολεμήσει, μαχόμενος από το άρμα του, και οι δύο βασιλιάδες βρέθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο. Ο Αλέξανδρος πέταξε το δόρυ του προς τον Δαρείο, αλλά αντί για αυτόν πέτυχε τον ηνίοχό του, που έπεσε από το άρμα. Όταν η φρουρά του Δαρείου το είδε αυτό, νόμισε πως ο βασιλιάς είχε σκοτωθεί, και τράπηκε σε φυγή, οπότε ο Πέρσης βασιλιάς μη έχοντας άλλη επιλογή υποχώρησε.
Όποια εκδοχή κι αν ισχύει η ουσία είναι πως με τη φυγή του Δαρείου επικράτησε πανικός στις τάξεις των Περσών και οι Έλληνες επικρατούσαν.
Παρμενίων, Μαζαίος και το μεγάλο δίλημμα
Όσο ο Αλέξανδρος διέλυε το περσικό κέντρο, προκαλώντας την κατάρρευση της αριστερής περσικής πτέρυγας, στο αριστερό κέρας της ελληνικής παράταξης, τα πράγματα ήταν δύσκολα, υπό την πίεση του Μαζαίου. Κατά την έναρξη της μάχης, ακολουθώντας την κίνηση του Αλέξανδρου, ο Παρμενίων βρέθηκε τόσο απέναντι στο περσικό δεξί, υπό τον Μαζαίο, όσο και στο δεξιό τμήμα του περσικού κέντρου, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει με υπερφαλάγγιση από υπέρτερες αριθμητικά δυνάμεις.
Ο σατράπης της Συρίας, εν αντιθέσει με τους άλλους Πέρσες διοικητές και τον βασιλιά του, ήταν ικανός στρατιώτης, και χρησιμοποίησε σωστά τα δρεπανηφόρα άρματα που είχε, τα οποία εφόρμησαν μαζί με το ιππικό και η αντιμετώπισή τους δεν ήταν τόσο αποτελεσματική όσο στην άλλη πλευρά του μετώπου.
Με τα τμήματα του Παρμενίωνα να δέχονται ισχυρή πίεση και να υφίστανται απώλειες, o Μαζαίος με μια δύναμη 3.000 επίλεκτων παρέκαμψε εντελώς το ελληνικό αριστερό κέρας και κατευθύνθηκε προς τα μετόπισθεν προς το ελληνικό στρατόπεδο. Σκοπό είχε να απελευθερώσει αιχμαλώτους, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και η οικογένεια του Δαρείου.
Ο Παρμενίων ζήτησε από τον Αλέξανδρο βοήθεια αλλά εκείνη τη στιγμή ετοιμαζόταν για την κρίσιμη επίθεση, οπότε απάντησε πως ήταν αδύνατον να στείλει δυνάμεις και πως αν χανόταν η μάχη, δεν θα χρειάζονταν τα εφόδια, ενώ αν κερδιζόταν, θα είχαν και των αντιπάλων.
Οι ιππείς του Μαζαίου έφτασαν στο ελληνικό στρατόπεδο και άρχισαν τις λεηλασίες, βρίσκοντας μάλιστα και τη μητέρα του Δαρείου, Σισύγαμβι. Εκείνη αρνήθηκε να τους ακολουθήσει. Όπως γράφει ο Διόδωρος, αφ’ενός δεν πίστευε το παράδοξο της τύχης, αφ’ετέρου δεν ήθελε να φανεί αχάριστη απέναντι στον Αλέξανδρο, που την είχε μεταχειριστεί με τιμές.
Τα τμήματα του Παρμενίωνα βρίσκονταν σε πολύ δύσκολη θέση, με τους Θεσσαλούς ιππείς να διακρίνονται στη μάχη, προσπαθώντας με πολλές θυσίες να αντιμετωπίσουν το πολυάριθμο περσικό ιππικό. Τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ όταν ο Αλέξανδρος εφόρμησε κατά του κέντρου, καθώς προέκυψε ένα κενό στην παράταξη, στο οποίο έσπευσαν Πέρσες και Ινδοί ιππείς, που χτύπησαν τα σκευοφόρα, προσπερνώντας τη δεύτερη φάλαγγα.
Για την αντιμετώπιση της δύναμης αυτής έσπευσαν τμήματα της δεύτερης μακεδονικής γραμμής, ενώ παράλληλα προσπαθούσαν να βοηθήσουν τον Παρμενίωνα. Στο μεταξύ όμως, ο Παρμενίων πιεζόταν όλο και περισσότερο από τις δυνάμεις του Μαζαίου που δεν είχαν αντιληφθεί τη φυγή του Δαρείου, και ξαναζήτησε βοήθεια από τον Αλέξανδρο.
Εκείνος άφησε την καταδίωξη του Δαρείου και έσπευσε με το ιππικό του να σώσει το αριστερό κέρας. Κατευθυνόμενος προς τα εκεί, συγκρούστηκε με Ινδούς και Πέρσες ιππείς που υποχωρούσαν από την επιδρομή στα σκευοφόρα, σε μια σκληρή ιππομαχία, με σοβαρές απώλειες για τους Μακεδόνες, οι οποίοι ωστόσο έτρεψαν σε φυγή τον εχθρό.
Ο Αλέξανδρος δεν συνέχισε ούτε αυτή τη καταδίωξη, αλλά συνέχισε προς τον Παρμενίωνα, ο οποίος σταδιακά κατάφερε αποσυμπιέσει τη κατάσταση καθώς στα περσικά τμήματα του Μαζαίου είχε αρχίσει να γίνεται γνωστή η φυγή του Δαρείου.
Το θεσσαλικό ιππικό αντεπιτέθηκε επιτυχώς, ενώ η άφιξη του βασιλιά έκρινε την εξέλιξη, καθώς ο Μαζαίος κατάλαβε ότι η μάχη είχε κριθεί ειδικά από τη στιγμή που οι Μακεδόνες αποκτούσαν υπεροχή, απειλώντας τον με κύκλωση.
Ο Μαζαίος υποχώρησε και ο Αλέξανδρος άρχισε την καταδίωξη του Δαρείου, με τον Παρμενίωνα να καταλαμβάνει το περσικό στρατόπεδο.
Οι απώλειες
Οι απώλειες των Περσών ήταν τεράστιες. Ο Αρριανός κάνει λόγο για 300.000 νεκρούς και πολύ περισσότερους αιχμαλώτους. Ο Διόδωρος μιλά για 90.000 νεκρούς και ο Κούρτιος για 40.000, ενώ στον πάπυρο 1798 της Οξυρύγχου αναφέρονται 53.000.
Όσον αφορά στις απώλειες του στρατού του Αλέξανδρου, κατά τον Αρριανό ήταν 100 νεκροί, κατά τον Διόδωρο 500, κατά τον Κούρτιο 300, ενώ κατά τον πάπυρο της Οξυρύγχου ανέρχονταν σε 1.000 πεζούς και 200 ιππείς. Ωστόσο, πολλοί ήταν οι τραυματίες, ενώ, σύμφωνα με τον Αρριανό, πάνω από 1.000 άλογα πέθαναν από τα τραύματα και την ταλαιπωρία κατά την ξέφρενη καταδίωξη του Δαρείου.
Κυρίαρχος της Ασίας
Μετά τη μάχη, ο Αλέξανδρος έθαψε τους νεκρούς του, έκανε θυσίες, έδωσε δώρα στους φίλους του και ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Ασίας και διάδοχος των Αχαιμενιδών. Η μάχη των Αρβύλων ήταν η τελευταία εκ παρατάξεως μάχη με τους Πέρσες και η πλέον καθοριστική.
Η μάχη που άλλαξε τον αρχαίο κόσμο, απάλλαξε την Ασία από το τυραννικό σκότος του Πέρση Μέγα Βασιλέα και εξακτίνωσε τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα της οικουμένης. Από τη γη της Μακεδονίας ως το Παμίρ. Από την Αλεξάνδρεια Εσχάτη ως τη Σοκότρα. Από το Γιβραλτάρ ως τις πεδιάδες του Παντζάμπ.