Ο πρώην ανώτερος αξιωματούχος του Πενταγώνου και ειδικός αναλυτής σε ζητήματα Μέσης Ανατολής, Μάικλ Ρούμπιν, σε πρόσφατη ανάλυσή του προειδοποιεί ότι η στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν ενδέχεται να αποτελέσει πρόλογο για έναν μελλοντικό πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας. Ο Αμερικανός αναλυτής εκτιμά ότι η Τουρκία υπό τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ακολουθεί παράλληλη διαδρομή με εκείνη του Αγιατολάχ του Ιράν, υποστηρίζοντας ότι προωθεί την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, αναπτύσσει πυρηνικό πρόγραμμα υπό το πρόσχημα της ειρηνικής χρήσης και υιοθετεί ενεργό ρόλο ως κρατικός υποστηρικτής τρομοκρατικών οργανώσεων, όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ.
Κατά τον Ρούμπιν, η κλιμάκωση της αντιισραηλινής ρητορικής από πλευράς της Άγκυρας δημιουργεί έναν συνδυασμό παραγόντων που καθιστά το σενάριο μιας μελλοντικής στρατιωτικής αντιπαράθεσης μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας όχι απλώς πιθανό αλλά και ανησυχητικά ρεαλιστικό. Υποστηρίζει ότι η Δύση οφείλει να μην επαναλάβει τα σφάλματα του παρελθόντος που διέπραξε έναντι του Ιράν, αγνοώντας τις προειδοποιήσεις και υποτιμώντας την πραγματική απειλή.
Αναφερόμενος στον πόλεμο Ισραήλ–Ιράν, ο Ρούμπιν τονίζει ότι πρόκειται για αποτέλεσμα τεσσάρων δεκαετιών αποτυχημένης διπλωματίας. Κατά την εκτίμησή του, από τη στιγμή που ο Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί εγκαινίασε τις αντικαθεστωτικές ιαχές κατά του Ισραήλ και ο διάδοχός του, Αλί Χαμενεΐ, επανεκκίνησε το πυρηνικό πρόγραμμα της Ισλαμικής Δημοκρατίας το 1989, οι εξελίξεις που παρατηρούνται τις τελευταίες ημέρες υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενες.
Ο Ρούμπιν επισημαίνει ότι τόσο το Ισραήλ όσο και το Ιράν είχαν στρατηγικά προετοιμάσει τις επιχειρήσεις των τελευταίων ημερών, με το Ισραήλ να προκαλεί σοβαρά πλήγματα στην αρχιτεκτονική ασφάλειας του ιρανικού καθεστώτος. Αναφέρει πως οι ανώτεροι αξιωματούχοι των Φρουρών της Επανάστασης βρέθηκαν πλήρως εκτεθειμένοι, χωρίς καταφύγιο, ενώ ο Χαμενεΐ φέρεται να λειτουργεί πλέον «σε δανεικό χρόνο».
Σύμφωνα με την ανάλυση, η φετφά που υποτίθεται ότι απαγόρευε την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων προσέφερε στην πράξη κάλυψη στους Ιρανούς επιστήμονες να πράξουν το αντίθετο, με την ανοχή της θρησκευτικής ηγεσίας. Ο Ρούμπιν επιρρίπτει ευθύνες σε μια γενιά διπλωματών που πίστεψαν ότι οι μεταρρυθμιστές εντός του ιρανικού καθεστώτος διέφεραν ριζικά σε ιδεολογικό επίπεδο, γεγονός που –κατά την εκτίμησή του– συνέβαλε στην όξυνση της σύγκρουσης.
Στο επίκεντρο της προειδοποίησής του τοποθετεί πλέον την Τουρκία. Υποστηρίζει ότι η σημερινή στρατηγική της Άγκυρας θυμίζει την αντίστοιχη πορεία που ακολούθησε το Ιράν πριν από δεκαετίες. Ο Ερντογάν, όπως σημειώνει, διακηρύσσει την πρόοδο της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, ενώ κατασκευάζει πυρηνικό εργοστάσιο σε σεισμογενή περιοχή, με επίσημο στόχο την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που, κατά τον Ρούμπιν, ενδέχεται να συγκαλύπτει στρατιωτικές φιλοδοξίες.
Παράλληλα, επισημαίνει ότι η Άγκυρα ενεργεί ως χορηγός τρομοκρατικών οργανώσεων, παραχωρώντας καταφύγιο στη Χαμάς για τον σχεδιασμό επιθέσεων κατά του Ισραήλ και παρέχοντας υποστήριξη στη Χεζμπολάχ μέσω ύποπτων διαύλων χρηματοδότησης. Όπως τονίζει χαρακτηριστικά, με τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ να αντιμετωπίζουν πιθανή αποδυνάμωση λόγω της σύγκρουσης με το Ιράν, ο Ερντογάν επιδιώκει να αναδειχθεί σε «θετό πατέρα» των δύο οργανώσεων.
Αναφέρεται, επίσης, στη δημόσια ρητορική του Τούρκου προέδρου, η οποία περιλαμβάνει εκκλήσεις για την εξάλειψη του Ισραήλ, συγκρίνοντάς την με τις ανάλογες δηλώσεις του Χομεϊνί και του Χαμενεΐ. Θέτει, μάλιστα, το ερώτημα αν σε μερικά χρόνια οι επιθέσεις που σήμερα πλήττουν το Τελ Αβίβ και την Τεχεράνη ενδέχεται να κατευθυνθούν προς την Κωνσταντινούπολη ή την Άγκυρα, ή αν τα τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων και αμερικανικής κατασκευής, θα απογειωθούν από τουρκικές βάσεις με κατεύθυνση το Ισραήλ.
Αναγνωρίζει ότι η παρουσία της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ περιπλέκει το σενάριο, αλλά διευκρινίζει ότι το Άρθρο 5 του Συμφώνου της Συμμαχίας ενεργοποιείται μόνο εφόσον συμφωνηθεί από όλα τα κράτη-μέλη και δεν είναι αυτόματο. Σημειώνει πως οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν το de facto βέτο, το οποίο θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν σε μια τέτοια περίσταση, εφόσον κριθεί ότι η Τουρκία ευθύνεται για την έναρξη επιθετικών ενεργειών.
Ο Ρούμπιν καταλήγει λέγοντας ότι, μολονότι ένα τέτοιο σενάριο πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας είναι ακόμη θεωρητικό, δεν παύει να αποτελεί σοβαρό ενδεχόμενο που χρήζει άμεσης και νηφάλιας αντιμετώπισης. Καλεί τη Δύση να αναγνωρίσει τις γεωπολιτικές φιλοδοξίες του Ερντογάν και να δράσει προληπτικά. Υπογραμμίζει ότι, εάν χρειαστεί, πρέπει να εξεταστεί ακόμη και η επιβολή αυστηρών κυρώσεων τύπου «μέγιστης πίεσης» προκειμένου να αποτραπεί μια συγκρουσιακή πορεία. Τέλος, ασκεί κριτική στην πολιτική του Αμερικανού Προέδρου Τζο Μπάιντεν, τον οποίο συγκρίνει με τον προκάτοχό του Ντόναλντ Τραμπ, λέγοντας ότι η σημερινή στάση του Λευκού Οίκου απέναντι στον Ερντογάν μοιάζει με την προηγούμενη περίοδο ανοχής προς το Ιράν, παρά τις σαφείς ενδείξεις επικίνδυνων προθέσεων.