Το νέο πείραμα που πραγματοποιείται στη Ρωσία γύρω από ένα θεραπευτικό (και όχι προληπτικό) ογκολυτικό εμβόλιο έχει προκαλέσει αίσθηση παγκοσμίως. Παρά το γεγονός ότι οι Ρώσοι επιστήμονες μιλούν με συγκρατημένη αισιοδοξία και δεν κάνουν υπερβολικές δηλώσεις, το ενδιαφέρον του κοινού είναι τεράστιο, ενώ οι αντιδράσεις στον Δυτικό κόσμο είναι ποικίλες.
Στην αρχή της κλινικής δοκιμής, η προσέλευση των Ρώσων ασθενών ήταν τόσο μεγάλη, που οδήγησε τους υπεύθυνους του ερευνητικού κέντρου στη Μόσχα να ανακοινώσουν ότι δεν θα γίνουν πλέον δεκτοί νέοι εθελοντές για συμμετοχή στην έρευνα. Το πρόγραμμα αυτό είχε αρχικά σκοπό να δεχτεί 48 άτομα, επιλέγοντας εκείνους με συγκεκριμένα ιατρικά χαρακτηριστικά, και αν οι πρώτες δοκιμές είναι επιτυχημένες, αναμένονται περισσότερα αποτελέσματα το 2026, με τη συμμετοχή περισσότερων ασθενών και τη μετάβαση στη δεύτερη φάση των κλινικών δοκιμών.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι Ρώσοι ερευνητές ουδέποτε δήλωσαν ότι βρήκαν τη “θεραπεία για τον καρκίνο”, ούτε ανέφεραν εξαιρετικά αποτελέσματα, παρά το γεγονός ότι υπήρξαν θετικές ενδείξεις στα πειραματόζωα. Η επιστημονική κοινότητα είναι συνήθως επιφυλακτική με τέτοιες ανακαλύψεις, και αυτό οφείλεται στο ότι πολλές φορές τα φάρμακα που αποδίδουν σε ζώα δεν παρουσιάζουν τα ίδια θετικά αποτελέσματα στον άνθρωπο, είτε λόγω σημαντικών παρενεργειών, είτε λόγω περιορισμένων ωφελειών. Παρά ταύτα, το γεγονός ότι το νέο εμβόλιο δείχνει θετικά αποτελέσματα σε πειραματόζωα είναι ενθαρρυντικό. Το ίδιο ισχύει και για εκατοντάδες άλλες έρευνες που πραγματοποιούνται για αντικαρκινικά φάρμακα σε όλο τον κόσμο.
Η ανακοίνωση για την εν λόγω κλινική έρευνα, η οποία δημοσιεύθηκε από το ρωσικό ειδησεογραφικό πρακτορείο TASS, προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον στους Ρώσους ασθενείς, αλλά και αντιδράσεις στη Δύση. Η Δύση, και ιδιαίτερα τα ΜΜΕ στην Ελλάδα, αντιμετώπισαν την είδηση με σκεπτικισμό και καχυποψία, σαν να απέφευγαν οποιαδήποτε θετική εξέλιξη που θα μπορούσε να προέλθει από τη Ρωσία ή την Κίνα. Αυτή η αρνητική στάση υπενθυμίζει την κατάσταση του Ψυχρού Πολέμου, όπου κάθε προσπάθεια από χώρες του “αντίπαλου στρατοπέδου” είχε την τάση να υποβαθμίζεται ή να αγνοείται, ακόμη και αν αφορά την ανθρώπινη υγεία.
Η ανακοίνωση της Ρωσίας μιλούσε μόνο για την έναρξη των κλινικών δοκιμών του εμβολίου Enteromix και δεν υπήρχε καμία αναφορά σε θαυματουργά αποτελέσματα ή σε κάποιο μαγικό φάρμακο για τον καρκίνο. Πρόκειται για μια τυπική ανακοίνωση που αναφέρεται σε μια κλινική δοκιμή που αναζητούσε εθελοντές για να συμμετάσχουν στην έρευνα. Αυτή η αναγγελία, όμως, παρουσιάστηκε στη Δύση με επιφυλακτικότητα και ακόμη και με ειρωνικά σχόλια, που υποδείκνυαν ότι οι Ρώσοι δεν πρέπει να γιορτάζουν την ανακάλυψη ενός φαρμάκου κατά του καρκίνου, χωρίς την πλήρη αξιολόγηση των δεδομένων.
Σε αντίθεση με αυτό, κάθε μέρα σε όλο τον κόσμο αρχίζουν πάνω από πενήντα νέες έρευνες για τον καρκίνο, χωρίς καμία ένδειξη για “τσαρλατανισμό”. Χιλιάδες κλινικές δοκιμές γίνονται κάθε χρόνο σε όλη την υφήλιο, από τις ΗΠΑ μέχρι την Ευρώπη και την Ασία, χωρίς κανένα από τα συμμετέχοντα ερευνητικά κέντρα να κατηγορείται για προσφορά “φρούδων ελπίδων”. Κάθε κλινική δοκιμή ξεκινά με τις ίδιες ακριβώς διαδικασίες: αρχικά θετικά αποτελέσματα σε ζώα, που ανοίγουν τον δρόμο για τη Φάση Ι, και αν όλα πάνε καλά, για τη Φάση ΙΙ.
Συγκεκριμένα, το εμβόλιο Enteromix είναι το πρώτο από τα ογκολυτικά εμβόλια που αναπτύσσεται στη Ρωσία, και το οποίο βασίζεται σε εντεροϊούς. Δεν είναι εμβόλιο για καρκίνους του εντέρου, αλλά χρησιμοποιεί τον εντεροϊό ως φορέα για την εισαγωγή μιας πρωτεΐνης του καρκίνου στον όγκο. Αυτή η προσέγγιση ενδέχεται να συνδυαστεί με εξατομικευμένη θεραπεία, με την ανάλυση του ιστού του όγκου ώστε να στοχευτεί η καρκινική πρωτεΐνη και να ευαισθητοποιηθεί το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς. Η δοκιμή αυτή βρίσκεται ακόμα στη Φάση Ι, και ο κύριος στόχος είναι να εκτιμηθεί η ασφάλεια του εμβολίου, να προσδιοριστεί η κατάλληλη δοσολογία και να ελεγχθούν οι παρενέργειες. Μόνο αν όλα πάνε καλά, θα προχωρήσει στη δεύτερη φάση των δοκιμών.
Το Enteromix αναπτύχθηκε από το Εθνικό Ιατρικό Ερευνητικό Κέντρο Ακτινολογίας και το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας Engelhardt. Κατά τη διάρκεια των προκλινικών δοκιμών, το εμβόλιο έδειξε υψηλή αποτελεσματικότητα, όπως δήλωσε ο επικεφαλής των ερευνών, Αντρέι Καπρίν. Οι κλινικές δοκιμές θα περιλαμβάνουν ασθενείς με συμπαγείς όγκους που δεν ανταποκρίθηκαν σε καμία άλλη θεραπεία και δεν παρουσιάζουν προχωρημένο στάδιο της νόσου. Αξιοσημείωτο είναι ότι το εμβόλιο δεν θα περιλαμβάνει ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες, αλλά μόνο με καρκίνους που έχουν ιστολογική επιβεβαίωση.
Η Ρωσία αναπτύσσει και ένα δεύτερο πιο εξειδικευμένο εμβόλιο, το οποίο βασίζεται στην τεχνολογία mRNA και στοχεύει στην εξατομικευμένη θεραπεία καρκίνων μέσω της ανάλυσης του πρωτεϊνικού προφίλ του όγκου. Αυτή η μέθοδος μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους στην αντικαρκινική θεραπεία, καθώς το εμβόλιο προσαρμόζεται στις ανάγκες του κάθε ασθενούς και “εκπαιδεύει” το ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίσει και να καταπολεμήσει τις καρκινικές πρωτεΐνες. Παρά τις ελπίδες, όμως, και αυτό το εμβόλιο θα απαιτήσει αρκετά χρόνια για να αξιολογηθεί πλήρως και να αποδειχθεί η αποτελεσματικότητά του.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι τέτοιες έρευνες για την ανάπτυξη εμβολίων κατά του καρκίνου πραγματοποιούνται σε πολλές χώρες. Στη Δύση, οι μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες και τα ερευνητικά κέντρα εργάζονται ασταμάτητα για την ανάπτυξη νέων θεραπειών για τον καρκίνο, χρησιμοποιώντας πολλές και διαφορετικές τεχνολογίες. Παρά τις προόδους, η θεραπεία για τον καρκίνο παραμένει μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την επιστήμη και την ιατρική κοινότητα.
Η αντιπαράθεση γύρω από τις έρευνες στη Ρωσία καταδεικνύει πόσο πολιτικοποιημένος έχει γίνει ο τομέας της ιατρικής και της επιστημονικής έρευνας, με τα αποτελέσματα αυτών των προσπαθειών να περνούν μέσα από το φίλτρο των διεθνών πολιτικών και γεωπολιτικών σχέσεων.
Το τείχος του Βερολίνου υψώθηκε από τους Σοβιετικούς, αλλά το σημερινό υψώνεται από τη Δύση και οι μη αγγλόφωνες ανακοινώσεις επιστημόνων θεωρούνται ανύπαρκτες και ρίχνονται στην πυρά δίχως καν να αναγνωσθούν, λες και είναι υποχρεωμένοι όλοι οι Ασιάτες να δημοσιεύουν στο Lancet και στην British Medical Journal. Έχουμε ταυτίσει ασύστολα την στήριξη του δολαρίου και του ευρώ με την στήριξη των δυτικών φαρμακοβιομηχανιών και ανενδοίαστα αντιμετωπίζουμε εχθρικά κάτι τι που γεννιέται στο “αντίπαλο” στρατόπεδο.
Βεβαίως και η “άλλη πλευρά” θα ήθελε μια νίκη στο στρατόπεδο της υγείας αφού όλα “πόλεμος είναι”, και προφανώς είναι βαθύτατα ενοχλημένη από την φαινομενική ή ίσως και πραγματική σε κάποιους τομείς κυριαρχία των Δυτικών και των αγγλόφωνων. Όμως εμείς που ζούμε στη Δύση ας ελέγξουμε τις δικές μας κυβερνήσεις για τον τρόπο που αντιμετωπίζουν την υγεία, αφού θεωρούμε ότι έχουμε και την αποκλειστικότητα στη δημοκρατία και στη διαφάνεια.
Στην τελική, όμως, αυτό που πρέπει να προέχει είναι η ανθρώπινη ζωή και η δυνατότητα να αναπτυχθούν θεραπείες που θα σώσουν ζωές, ανεξαρτήτως του ποιος τις ανακαλύπτει.