Ρόδος: Η εισαγγελική πρόταση για τον γιατρό γυναικολόγο που κατηγορείται για βιασμούς και άλλες σεξουαλικές κακοποιήσεις ασθενών του ήταν ιδιαίτερα αυστηρή, με την Εισαγγελέα να εισηγείται την ενοχή του για τα αδικήματα που του αποδίδονται, δηλαδή βιασμούς, κατάχρηση σε ασέλγεια και προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας, σε βάρος 20 γυναικών, ενώ εισηγήθηκε την απαλλαγή του για την 21η κατηγορία, καθώς η καταγγέλλουσα δεν είχε παραστεί στην δίκη.
Κατά την απολογία του, ο κατηγορούμενος αρνήθηκε κατηγορηματικά τις κατηγορίες, διατυπώνοντας τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα που τον οδήγησαν στο εδώλιο. Ο γυναικολόγος υποστήριξε πως η υπόθεση έχει καταστρέψει τη ζωή του σε προσωπικό, επαγγελματικό και κοινωνικό επίπεδο και ότι οι κατηγορίες είναι αποτέλεσμα παρεξηγήσεων, προσωπικών σκοπιμοτήτων και οικονομικών συμφερόντων. Επέμεινε ότι ποτέ κατά τη διάρκεια της καριέρας του δεν υπήρξαν καταγγελίες για ανάρμοστη ή μη δεοντολογική συμπεριφορά, υποστηρίζοντας ότι είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη των ασθενών του και τη εκτίμηση των συναδέλφων του.
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι οι καταγγελίες προέρχονται από συγκεκριμένα άτομα που είχαν στόχο να βλάψουν τη φήμη του, κάνοντας λόγο για «εσκεμμένη καταστροφή» της εικόνας του, ενώ η δημοσιοποίηση της υπόθεσης επιδείνωσε την κατάσταση. Μάλιστα, ανέφερε ότι το σοκ που υπέστη από την κάλυψη του θέματος στα ΜΜΕ είχε σοβαρές συνέπειες για την ψυχολογία του, φτάνοντας σε σημείο να σκεφτεί την αυτοκτονία.
Όσον αφορά τις διαδικασίες στο νοσοκομείο, ο κατηγορούμενος τόνισε πως όλες οι εξετάσεις πραγματοποιούνταν σε επαγγελματικές και διαφανείς συνθήκες, πάντα με την τήρηση των κανόνων υγιεινής και δεοντολογίας. Υποστήριξε πως οι κατηγορίες σε βάρος του είναι αβάσιμες και προσβλητικές για την ακεραιότητά του.
Αναφέρθηκε επίσης στα προσωπικά του σχέση με κάποιες από τις καταγγέλλουσες, υποστηρίζοντας ότι αυτές ήταν συναινετικές και δεν σχετίζονται με την ιατρική του δραστηριότητα. Ειδικότερα, παραδέχτηκε ότι είχε προσωπικές σχέσεις με κάποιες από τις γυναίκες, ωστόσο επέμεινε πως οι κατηγορίες δεν έχουν καμία σχέση με τις επαγγελματικές του ενέργειες.
Ο γιατρός ανέφερε πως η υπόθεση έχει επηρεάσει και την οικογενειακή του ζωή, με τον γιο του να γίνεται θύμα εκφοβισμού στο σχολείο, γεγονός που ανάγκασε την οικογένεια να αλλάξει περιβάλλον. Ο ίδιος περιέγραψε την ψυχολογική πίεση που βίωνε λόγω των δημοσιεύσεων και της συνεχούς απειλής της σύλληψης του.
Επιπλέον, ο κατηγορούμενος επισήμανε ότι πολλές από τις καταθέσεις που κατατέθηκαν εναντίον του περιέχουν αντιφάσεις και ότι αρκετές γυναίκες άλλαξαν τις καταθέσεις τους κατά την ανάκριση, γεγονός που, κατά την άποψή του, αμφισβητεί την αξιοπιστία τους. Αναφερόμενος στην απουσία σαφών αποδεικτικών στοιχείων, δήλωσε πεπεισμένος ότι οι κατηγορίες είναι κατασκευασμένες και εξέφρασε την πεποίθηση ότι η αλήθεια θα αποκαλυφθεί στη δικαιοσύνη. Ο ίδιος επεσήμανε την επιθυμία του να αποκατασταθεί η φήμη του και να επιστρέψει στην κανονικότητα.
Η υπόθεση αυτή αναδεικνύει την ένταση μεταξύ των ισχυρισμών του κατηγορουμένου και των καταγγελιών των θυμάτων, με τη δικαιοσύνη να καλείται να αποφανθεί για την ενοχή ή αθωότητά του, ενώ ήδη έχει προκαλέσει ευρύτερο κοινωνικό και ψυχολογικό αντίκτυπο.