18 Νοεμβρίου, 2025
Πολιτική

Ρευστοποίηση στην Αριστερά μετά την αποχώρηση Τσίπρα

Τα πολιτικά αποτελέσματα της παραίτησης Τσίπρα εντός των υπαρχόντων πολιτικών χώρων έχουν ήδη αρχίσει να παράγονται.

Με τη σκόνη από την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα να αρχίζει να κατακάθεται, τα κόμματα του χώρου της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς συνειδητοποιούν σταδιακά το βάθος των τεκτονικών αλλαγών που συντελούνται στον ευρύτερο πολιτικό τους χώρο. Στο επίκεντρο αυτών των ανακατατάξεων βρίσκονται ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά, δύο σχηματισμοί που, με διαφορετικό τρόπο ο καθένας, συνδέονται άμεσα με το πρόσωπο και την πολιτική κληρονομιά του πρώην πρωθυπουργού. Το ενδεχόμενο δημιουργίας νέου κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα έχει ήδη αρχίσει να επιφέρει μετατοπίσεις ψηφοφόρων, επηρεάζοντας δραστικά τις ισορροπίες στον χώρο.

Η δημοσκόπηση της Opinion Poll για το Action 24 αποτυπώνει καθαρά αυτή τη μεταβολή: O ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει μόλις 3,6% στην πρόθεση ψήφου, ενώ η Νέα Αριστερά περιορίζεται στο 1%. Ανεξάρτητα από το αν ο Τσίπρας προχωρήσει τελικά στη συγκρότηση νέου πολιτικού φορέα, τα πολιτικά αποτελέσματα εντός των υπαρχόντων σχηματισμών έχουν ήδη αρχίσει να διαμορφώνονται.

Στον ΣΥΡΙΖΑ, η αρχική προσπάθεια του προέδρου του κόμματος να κρατήσει ισορροπίες μετά την αποχώρηση Τσίπρα, με τη δήλωση ότι «οι δρόμοι του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα είναι παράλληλοι, ο στόχος κοινός και ενδεχομένως να συγκλίνουν στο μέλλον», δεν φαίνεται να έχει πείσει το σύνολο των στελεχών. Από την πρώτη στιγμή εκδηλώθηκαν εσωτερικές διαφωνίες και ζητήθηκε η σύγκληση της Πολιτικής Γραμματείας, προκειμένου να καθοριστεί η στάση του κόμματος απέναντι στον πρώην αρχηγό του. Η κατάσταση επιβαρύνθηκε περαιτέρω μετά τις δημόσιες τοποθετήσεις του ίδιου του Τσίπρα, ο οποίος, σε μια αιχμηρή δήλωση, ανέφερε ότι η Αριστερά «δείχνει συμφιλιωμένη με τη σημερινή σήψη», αφήνοντας σαφείς αιχμές για την πορεία του κόμματος που ίδρυσε.

Η επόμενη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας, που αναμένεται την ερχόμενη εβδομάδα, θεωρείται κρίσιμη, καθώς θα φέρει αντιμέτωπες δύο αντικρουόμενες στρατηγικές: εκείνη που προκρίνει μια σαφή αποστασιοποίηση από τον Τσίπρα και εκείνη που επιδιώκει έναν δίαυλο επικοινωνίας και πιθανής μελλοντικής συνεργασίας. Οι συσχετισμοί στο εσωτερικό παραμένουν ρευστοί, ενώ το όνομα του Παύλου Πολάκη αρχίζει να αναφέρεται ως πιθανό κεντρικό πρόσωπο σε μελλοντικές εξελίξεις, είτε υπό τη μορφή εσωκομματικής διεκδίκησης της ηγεσίας είτε ως επικεφαλής ενός νέου αυτόνομου ρεύματος. Παρά τις συζητήσεις αυτές, προς το παρόν δεν τίθεται ανοιχτά ζήτημα ηγεσίας, καθώς η κομματική πειθαρχία και ο φόβος περαιτέρω διάσπασης λειτουργούν αποτρεπτικά.

Αντίστοιχα, στη Νέα Αριστερά, τα στελέχη της βρίσκονται ενώπιον αποφάσεων που αγγίζουν την ίδια την πολιτική της επιβίωση. Το επικείμενο συνέδριο του κόμματος αναμένεται να αποτελέσει σημείο καμπής, καθώς στο εσωτερικό της συνυπάρχουν πλήρως αντικρουόμενες προσεγγίσεις για το πώς πρέπει να κινηθεί το κόμμα. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επιμένει στην ανάγκη αυτόνομης πορείας, παρά τα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά, και φέρεται να εισηγείται τη διεξαγωγή εσωκομματικού δημοψηφίσματος ώστε τα μέλη να αποφασίσουν τη στρατηγική κατεύθυνση. Από την άλλη, στελέχη που βρίσκονται πιο κοντά στην ηγεσία υποστηρίζουν την επιλογή στρατηγικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, εκτιμώντας ότι η πολιτική τους συγγένεια έχει ουσιαστικά εξαλείψει τις διαφορές και πως μια κοινή πορεία θα μπορούσε να ανακτήσει για τον χώρο την πολιτική του βαρύτητα.

Παράλληλα, μια τρίτη τάση εντός της Νέας Αριστεράς φαίνεται να εξετάζει το ενδεχόμενο προσέγγισης με το ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη, θεωρώντας ότι υπάρχει ιδεολογική συνάφεια και δυνατότητα συγκρότησης ενός νέου μετώπου της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ωστόσο, ένα τέτοιο σενάριο θα απαιτούσε αποχωρήσεις από την τρέχουσα ηγετική ομάδα, καθώς οι σχέσεις μεταξύ Τσακαλώτου και Βαρουφάκη παραμένουν ψυχρές έως εχθρικές.

Οι εσωτερικές διεργασίες τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στη Νέα Αριστερά δείχνουν ότι ο χώρος της Αριστεράς εισέρχεται σε περίοδο παρατεταμένης αναδιάταξης. Η αποχώρηση Τσίπρα δεν αποτέλεσε απλώς μια προσωπική απόφαση αλλά έναν καταλύτη που επιταχύνει τις διεργασίες ενός συνολικού επαναπροσδιορισμού. Μέσα από αντιπαραθέσεις, εσωτερικές αμφιβολίες και υπόγειες ζυμώσεις, διαμορφώνεται σταδιακά ένα νέο πολιτικό τοπίο, του οποίου τα όρια, οι ηγεσίες και οι συμμαχίες παραμένουν ακόμη ανοιχτά.