11 Ιουλίου, 2025
Περιβάλλον

Πυρηνική ενέργεια στην Ελλάδα: Αναγκαία επιλογή ή καθυστερημένο ρίσκο;

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε υπέρ της αξιοποίησης της πυρηνικής ενέργειας στην Ελλάδα, τοποθετώντας ωστόσο την έναρξη μιας τέτοιας στρατηγικής επιλογής στο μέλλον, συγκεκριμένα σε μια ενδεχόμενη επόμενη κυβερνητική θητεία της Νέας Δημοκρατίας. Η αλλαγή στάσης του πρωθυπουργού σηματοδοτεί μεταστροφή, καθώς μέχρι πρότινος η πυρηνική ενέργεια δεν περιλαμβανόταν στον δημόσιο σχεδιασμό ενεργειακής πολιτικής της χώρας.

Η προσέγγιση αυτή αποδίδεται στην ανάγκη διασφάλισης ενεργειακής επάρκειας και εθνικής ασφάλειας, καθώς και στην πρόθεση αξιοποίησης επιστημόνων ελληνικής καταγωγής, ειδικευμένων στην πυρηνική τεχνολογία, οι οποίοι εργάζονται στο εξωτερικό. Η απόφαση συνιστά, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία που τη συνοδεύει, συνειδητοποίηση της διαχρονικής υστέρησης της Ελλάδας στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, παρά την ύπαρξη ευκαιριών στο παρελθόν – με χαρακτηριστική αναφορά στην περίοδο της δικτατορίας, οπότε είχε προταθεί η εισαγωγή της τεχνολογίας από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Σημειώνεται ότι η πυρηνική ενέργεια μπορεί να προσφέρει σταθερή και φθηνή ηλεκτροπαραγωγή «βάσεως», η οποία διευκολύνει και την περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας χωρίς κινδύνους διακοπών ρεύματος. Επιπλέον, επισημαίνεται η δυνατότητα χρήσης της τεχνολογίας στο πλαίσιο της εθνικής αποτροπής, η αξιοποίηση των υπόγειων στοών της Γκιώνας για την αποθήκευση των πυρηνικών καταλοίπων, καθώς και η πρόοδος της αντισεισμικής τεχνολογίας που καθιστά ασφαλείς τις σύγχρονες εγκαταστάσεις.

Το κόστος κατασκευής πυρηνικών μονάδων εκτιμάται ότι μπορεί να καλυφθεί με αυτοχρηματοδότηση και μέσω διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων, ενώ υπογραμμίζεται η δυνατότητα εξαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην ευρωπαϊκή και αφρικανική αγορά. Ωστόσο, γεννά ερωτήματα η επιλογή χρονικής μετάθεσης του εγχειρήματος, ειδικά από τη στιγμή που η Τουρκία ήδη διαθέτει πυρηνικό εργοστάσιο ισχύος 4.000 MW, του οποίου η πρώτη μονάδα κατασκευάζεται από ρωσικές εταιρίες.

Η Ελλάδα, σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, έχει καθυστερήσει σημαντικά στην είσοδό της στην πυρηνική εποχή, ενώ υπάρχουν διαθέσιμοι ευρωπαϊκοί και ιδιωτικοί πόροι για την έναρξη ενός τέτοιου σχεδίου. Η μετάβαση θεωρείται αναγκαία για την ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας, ιδίως σε μια περίοδο που απουσιάζουν μεγάλες επενδύσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας, σε αντίθεση με επιμέρους προγράμματα όπως οι «χρυσές βίζες» ή επιδοτήσεις σε έργα χαμηλής απόδοσης.

Η υλοποίηση μιας τέτοιας πρωτοβουλίας απαιτεί σοβαρότητα, τεχνοκρατική προσέγγιση, επιλογή έμπειρων κατασκευαστών και στελεχών, καθώς και απουσία κομματικών παρεμβάσεων και ευνοιοκρατίας. Παραλληλίζεται μάλιστα με τη δημιουργία της ΔΕΗ τη δεκαετία του 1960 από την αμερικανική εταιρεία ΕΜΠΑΣΚΟ.

Η στροφή της Ελλάδας στην πυρηνική ενέργεια: Τα σχέδια για μικρούς αντιδραστήρες

Ηπυρηνική ενέργεια, μία από τις πιο διχαστικές και αμφιλεγόμενες μορφές ενέργειας, απασχολεί ιδιαιτέρως τελευταία, και όχι άδικα. Η ευρωπαϊκή τάση αυτήν τη στιγμή, δημιουργεί «πρόσφορο» έδαφος για την ανάπτυξη τεχνολογιών νέων, μικρότερων και ασφαλέστερων αντιδραστήρων. Οι αντιδραστήρες μικρότερης κλίμακας έχουν «κεντρίσει» το ενδιαφέρον των κρατών που επιδιώκουν να αυξήσουν την παραγωγή ατομικής ενέργειας με απώτερο σκοπό να επιτύχουν καθαρούς μηδενικούς στόχους. Στην τεχνολογία αυτή προσανατολίζεται και η Ελλάδα, με τον πρωθυπουργό να ανοίγει τον δρόμο για την παραγωγή ρεύματος από πυρηνική ενέργεια.

Στο πλαίσιο του 28ου Ετήσιου Συνεδρίου «Economist Government Roundtable» που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες μέρες, ο Κ. Μητσοτάκης, έθιξε το θέμα της πυρηνικής ενέργειας, ως μια κοινής ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για επίτευξη των στόχων της κλιματικής αλλαγής. «Η Ευρώπη ήταν και παραμένει ηγέτιδα δύναμη στην πυρηνική τεχνολογία. Η Ελλάδα δεν διαθέτει πυρηνική ενέργεια. Δεν υπάρχει τρόπος να φτάσουμε στο ουδέτερο ισοζύγιο εκπομπών χωρίς την πυρηνική ενέργεια. Επενδύουμε, λοιπόν, ως Ευρωπαίοι, στην επόμενη γενιά μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Στο μικροσκόπιο οι αντιδραστήρες «τσέπης»

Οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες (SMR) έρχονται να δώσουν τη λύση, καθώς είναι ασφαλέστεροι, φθηνότεροι, ταχύτεροι και ευκολότεροι στην κατασκευή απ’ ό,τι οι εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας. Ακριβώς επειδή είναι μικροί, μπορούν να μεταφερθούν και να εγκατασταθούν σε απομακρυσμένα περιβάλλοντα, όπου συνήθως βρίσκονται ενεργοβόρες βιομηχανίες.

Τα πλεονεκτήματα των πυρηνικών «τσέπης», όπως αλλιώς λέγονται, είναι σημαντικά, για αυτό και προωθούνται εντόνως και επίσημα από την Ε.Ε. Σύμφωνα με την τελευταία, λόγω του μικρού μεγέθους τους μπορούν πιο εύκολα οι χειριστές να σβήσουν αυτές τις μονάδες, ενώ ταυτόχρονα τα συστήματα ασφαλείας που διαθέτουν λειτουργούν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα αποσυνδέοντας ουσιαστικά σε περίπτωση ατυχήματος κρίσιμα μέρη του εξοπλισμού. Μπορούν, επίσης, να αντικαταστήσουν μονάδες που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα και να ενσωματωθούν σε ενεργειακούς κόμβους συνδυαστικά με ΑΠΕ και υδρογόνο.

Η Ελλάδα έχει δείξει το ενδιαφέρον της για συμμετοχή σε ένα πανευρωπαϊκό πρόγραμμα για την επόμενη γενιά μικρών αρθρωτών πυρηνικών αντιδραστήρων και παρακολουθεί στενά την εξέλιξη της τεχνολογίας.

Πάντως, ο πρόεδρος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, είχε προβλέψει πως οι μικροί πυρηνικοί αντιδραστήρες θα παίξουν κομβικό ρόλο στο ηλεκτρικό σύστημα του μέλλοντος. Τον δρόμο, άνοιξε, πρόσφατα, λοιπόν, ο πρωθυπουργός αλλά η έρευνα και η ανάπτυξη σε αυτήν την τεχνολογία έχει ακόμη μέλλον, καθώς μέχρι να βγουν τα πρώτα συμπεράσματα και να μπορέσουν να αξιοποιηθούν, ώστε να χτιστούν τέτοιες ευέλικτες μονάδες, χρειάζεται αρκετός καιρός ακόμη.

Ο αντιδραστήρας «Κοζλοντούι» και η είσοδος της Ελλάδας

Το Κοζλοντούι είναι ο μοναδικός πυρηνικός σταθμός της Βουλγαρίας, με εγκατεστημένη ισχύ 2.000 MW. Το 2022, η χώρα αποφάσισε να εγκαταλείψει το έργο του πυρηνικού εργοστασίου Μπέλενε και να κατασκευάσει περισσότερους αντιδραστήρες στο Κοζλοντούι. Σκοπός είναι το έργο να τεθεί σε πλήρη λειτουργία έως το 2035. 

Στο τραπέζι έχει πέσει, λοιπόν, η μετοχική είσοδος της Ελλάδας στον πυρηνικό αυτόν αντιδραστήρα. «Υπάρχει ενδιαφέρον από Ελλάδα, Βόρεια Μακεδονία, Σερβία πιθανώς. Πρέπει όμως να αποφασίσουν τι προτιμούν –όπως κι εμείς, τι είναι πιο κερδοφόρο για εμάς– αν μπουν στο έργο ως επενδυτές ή να είναι με σταθερές συμβάσεις για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Από ότι ακούω φαίνεται ότι προτιμούν τη δεύτερη επιλογή, αλλά η συζήτηση είναι ανοιχτή», είχε δηλώσει ο Βούλγαρος πρωθυπουργός.

Εναλλακτική επιλογή θα ήταν, επίσης, μια 20ετής συμφωνία αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας: να συνάψει, δηλαδή, η Ελλάδα μια μακροπρόθεσμη συμφωνία με τον πυρηνικό σταθμό, ένα διμερές συμβόλαιο (PPA), σε ανταγωνιστικές τιμές, προκειμένου να αγοράζουμε μέρος από την πρόσθετη παραγωγή. Βέβαια, η συνεργασία με τη Βουλγαρία είναι ακόμη σε επίπεδο παρασκηνιακών συζητήσεων, χωρίς κάποια επίσημη εξέλιξη. Προς ώρας, παραμένουμε στη φάση των σχετικών συζητήσεων και δεν υπάρχουν σκέψεις για παρόμοια επένδυση στη χώρα μας. 

Σήμερα, υπάρχουν περισσότερα από 80 σχέδια SMR σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης σε 18 χώρες. ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς, Ιαπωνία και Νότια Κορέα αναπτύσσουν ενεργά τα δικά τους σχέδια. Τα «πρωτεία», έχουν, όμως, η Ρωσία και η Κίνα καθώς συνέδεσαν τα πρώτα SMR στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας το 2019 και το 2021, αντίστοιχα.

Το success story της Γαλλίας και η ευρωπαϊκή τάση

Οι προασπιστές της πυρηνικής ενέργειας εξακολουθούν να επιμένουν πως η συμβολή των πυρηνικών είναι απαραίτητη για τη μείωση των εκπομπών καυσαερίων κατά 55% μέχρι το 2030, στόχος που έχει θέσει η ΕΕ. Τρανταχτό παράδειγμα, άλλωστε, αποτελεί η Γαλλία, της οποίας το 70% της ηλεκτρικής της ενέργειας το προμηθεύεται από πυρηνική ενέργεια. Η Γαλλία διαθέτει 18 εμπορικούς πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, με συνολικά 56 λειτουργικούς αντιδραστήρες.

To ενεργειακό της εμπορικό ισοζύγιο αποτελεί σημαντικό επίτευγμα, καθώς το πρώτο τρίμηνο του 2024 έχει ενισχύσει τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας κατά 500% και αναμένεται για μια χρονιά-ρεκόρ. Οι συνολικές πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας, που προέρχεται από την πυρηνική, μόνο τους πρώτους τρεις μήνες της χρονιάς, έφτασαν τις 19.684 γιγαβατώρες. Όμως κι άλλες χώρες της Ευρώης «τοποθετούν» την πυρηνική ενέργεια ψηλά στην πολιτική τους ατζέντα. Ιταλία, Σερβία, Τουρκία και Ρουμανία, έχουν ήδη αρχίσει «συζητήσεις».

Βέβαια, αξίζει να αναφερθεί, ότι οι δυσκολίες που ανακύπτουν γύρω από τη βιομηχανία πυρηνικής ενέργειας δεν είναι λίγες. Από τις καθυστερήσεις στα projects και τις υπερβάσεις στους προϋπολογισμούς, μέχρι τα τεχνικά ζητήματα, τις διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και τους αυστηρούς κανονισμούς.

Κρίσιμος θεωρείται και ο ρόλος της κοινής γνώμης, η οποία, σύμφωνα με την εκτίμηση των υποστηρικτών της πρότασης, έχει επηρεαστεί από την ιδεολογικά φορτισμένη οικολογική αντίθεση στην πυρηνική ενέργεια. Υπογραμμίζεται ότι η σύγχρονη πυρηνική τεχνολογία είναι αποδεδειγμένα ασφαλής, και ότι οι καθημερινές μετακινήσεις με αεροπλάνα –κοινή πρακτική για χιλιάδες Έλληνες– εμπεριέχουν σαφώς υψηλότερους κινδύνους.

Η ανάγκη τεχνολογικής αναβάθμισης της Ελλάδας στον τομέα της ενέργειας καθιστά, κατά τους υποστηρικτές της πυρηνικής επιλογής, την είσοδο στην «ατομική εποχή» απαραίτητη. Παρότι το κράτος καθυστέρησε, το έθνος –όπως επισημαίνεται– εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να καλύψει το χαμένο έδαφος.