Με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία και στη Β’ ανάγνωση από την Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο «Δίκαιη Εργασία για Όλους: Απλοποίηση της Νομοθεσίας – Στήριξη στον Εργαζόμενο – Προστασία στην Πράξη – Συνταξιοδοτικές Ρυθμίσεις». Όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης διατήρησαν την αρνητική τους στάση και καταψήφισαν το νομοσχέδιο. Το σχέδιο νόμου εισάγεται για συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια αύριο Τρίτη και μεθαύριο Τετάρτη, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εστιάζεται στις τοποθετήσεις των πολιτικών αρχηγών της Αντιπολίτευσης.
Κατά την ολοκλήρωση της Β’ ανάγνωσης, η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως υπερασπίστηκε το περιεχόμενο του νομοσχεδίου, κάνοντας λόγο για «πλείστες θετικές ρυθμίσεις» υπέρ των εργαζομένων. Αναρωτήθηκε πώς είναι δυνατόν τα κόμματα της Αντιπολίτευσης να μη θεωρούν θετικές ρυθμίσεις την καθιέρωση της ανεκχώρητης, ακατάσχετης και αφορολόγητης γονικής άδειας, την επέκταση του επιδόματος κυοφορίας – λοχείας σε περισσότερες δικαιούχες, αλλά και την επέκταση της άδειας μητρότητας σε ανάδοχες μητέρες.
Αντικρούοντας επικρίσεις για την ένταση της εργασίας και την υπερεργασία, η υπουργός επικαλέστηκε στοιχεία του 2024, σύμφωνα με τα οποία μόλις το 3,1% των μισθωτών εργαζομένων στην Ελλάδα εργάστηκε περισσότερες από 49 ώρες την εβδομάδα, ποσοστό που υπολείπεται του ευρωπαϊκού μέσου όρου (3,4%). Η κυρία Κεραμέως χαρακτήρισε το ποσοστό αυτό ως την καλύτερη επίδοση που έχει καταγραφεί στη χώρα στην εν λόγω κατηγορία.
Αναφερόμενη στη στάση της Αντιπολίτευσης απέναντι στους εργοδότες, η υπουργός κάλεσε τα κόμματα να μην παρουσιάζουν συλλήβδην τους εργοδότες ως «κακούς δράκουλες», υπενθυμίζοντας ότι «οι νέες θέσεις εργασίας δεν έρχονται από τον ουρανό».
Κεντρική θέση στην υπεράσπισή της είχε το μέτρο της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας, το οποίο η υπουργός χαρακτήρισε εργαλείο διασφάλισης των δικαιωμάτων των εργαζομένων και όχι «δώρο στους εργοδότες», όπως υποστηρίζει η Αντιπολίτευση. Σύμφωνα με την ίδια, η Ψηφιακή Κάρτα έχει συμβάλει σε κατακόρυφη αύξηση των δηλωθεισών υπερωριών, σημειώνοντας ότι αυτές έχουν αυξηθεί κατά 1.000%, ενώ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ το ποσοστό δήλωσης υπερωριών ήταν μόλις 0,1%.
Όπως τόνισε η κυρία Κεραμέως, με την Ψηφιακή Κάρτα οι εργαζόμενοι πλέον πληρώνονται τις υπερωρίες τους και σε πολλές περιπτώσεις αμείβονται έως και 48% περισσότερο σε σχέση με πριν. Επιπλέον, ανακοίνωσε νέα επέκταση της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας σε επιπλέον τομείς της οικονομίας, όπως το χονδρεμπόριο, την ενέργεια, τις διοικητικές υπηρεσίες του τουρισμού και τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, σημειώνοντας ότι μόλις υπογράφηκε σχετική εγκύκλιος από τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου.
Αναφερόμενη στο γενικότερο εργασιακό τοπίο, η υπουργός υπογράμμισε ότι για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια το ισοζύγιο αποχωρήσεων – προσλήψεων είναι θετικό. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, οι συμβάσεις πλήρους απασχόλησης έχουν αυξηθεί στο 76,4%, από περίπου 68% τα προηγούμενα χρόνια, ενώ οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης έχουν μειωθεί.
Απαντώντας στις αιτιάσεις για τη συνεχιζόμενη «διαρροή εγκεφάλων» (brain drain), η υπουργός επικαλέστηκε στοιχεία της Eurostat, σύμφωνα με τα οποία την περίοδο 2010–2023 έφυγαν από τη χώρα για εργασία στο εξωτερικό 680.000 άτομα, ενώ έχουν επιστρέψει 420.000, ήτοι ποσοστό επιστροφής 65%.
Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Άννα Ευθυμίου, η οποία υπογράμμισε ότι κατά τη διάρκεια των έξι ετών διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας δημιουργήθηκαν 500.000 νέες θέσεις εργασίας, η ανεργία μειώθηκε στο 8%, ενώ η απασχόληση αυξήθηκε κατά 3,5% ετησίως. Σύμφωνα με τα στοιχεία της υφυπουργού, τρεις στους τέσσερις εργαζόμενους απασχολούνται πλέον με πλήρη απασχόληση, ενώ παρατηρείται και μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ κοινωνικών ομάδων.
Το κυβερνητικό στρατόπεδο δηλώνει πεπεισμένο ότι το νομοσχέδιο ενισχύει ουσιαστικά τη θέση του εργαζομένου στην αγορά εργασίας, προωθεί την εξυγίανση της εργασιακής σχέσης και αντιμετωπίζει στρεβλώσεις δεκαετιών. Από την άλλη πλευρά, η Αντιπολίτευση επιμένει στην καταγγελία ενός νομοσχεδίου που – όπως υποστηρίζει – θολώνει τη γραμμή μεταξύ ευελιξίας και ανασφάλειας και παρέχει υπερβολικά περιθώρια ερμηνείας υπέρ των εργοδοτών.
Η συζήτηση στην Ολομέλεια προμηνύεται έντονη, με φόντο την κοινωνική ευαισθησία που συνοδεύει κάθε νομοθετική πρωτοβουλία στον τομέα της εργασίας και με την κυβέρνηση να επιδιώκει να καταγράψει ένα ακόμα βήμα προς την υλοποίηση του αφήγηματός της για «ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο».

