Η υπόθεση των υποκλοπών στην Ελλάδα εξελίσσεται σε ένα σκάνδαλο χωρίς τέλος, αποκαλύπτοντας ένα δίκτυο παρακολούθησης που θυμίζει περισσότερο σύστημα ελέγχου παρά κράτος δικαίου. Το κακόβουλο λογισμικό Predator, σχεδιασμένο να μολύνει κινητά τηλέφωνα και υπολογιστές, μετατράπηκε σε μηχανισμό επιτήρησης της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, παρακολουθώντας δημοσιογράφους, πολιτικούς, επιχειρηματίες και κάθε πολίτη που τόλμησε να αμφισβητήσει την εξουσία.
Η δίκη που βρίσκεται σε εξέλιξη φέρνει στο φως συγκλονιστικές μαρτυρίες. Η αστυνομικός Μαρία Ζώη Σακαλή κατέθεσε πως είναι απόλυτα βέβαιη ότι το μήνυμα που έλαβε με τον σύνδεσμο παγίδευσης προήλθε από την ΕΥΠ. Το μήνυμα έγραφε «Κοριτσάκι μου θυμάσαι;» και περιείχε ένα link, μέσω του οποίου το κινητό της μολύνθηκε τη στιγμή που βρισκόταν στο γραφείο του δικηγόρου της, ετοιμάζοντας αναφορά εναντίον της υπηρεσίας. Η ίδια δήλωσε ότι μόνο η ΕΥΠ είχε λόγο να την παρακολουθήσει, καταθέτοντας σχετική μήνυση, ενώ αποκάλυψε πως ενημερώθηκε επισήμως για τη μόλυνση του τηλεφώνου της από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα το καλοκαίρι του 2023.
Σύμφωνα με τη μάρτυρα, η ΕΥΠ όφειλε να κινητοποιηθεί άμεσα, καθώς το κακόβουλο λογισμικό παρακολουθούσε στόχους εθνικού ενδιαφέροντος. Παράλληλα, ανέφερε ότι η προμήθεια του Predator πιθανότατα κρύφτηκε μέσα σε άλλη, νόμιμη σύμβαση. Από το 2007 έως το 2021 υπηρέτησε στην ΕΥΠ και με τροπολογία μετατάχθηκε στην ΕΛ.ΑΣ., ύστερα από τη δημιουργία μιας «εικονικής» υποδιεύθυνσης με υπογραφή του τότε γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, γεγονός που συνδέεται – όπως τόνισε – με την υπόθεση.
Η Σακαλή περιέγραψε την εργασιακή απομόνωση που βίωσε, αναφέροντας ότι οι «ανεπιθύμητοι» υπάλληλοι της υπηρεσίας μεταφέρθηκαν σε τμήμα χωρίς αντικείμενο εργασίας. Επί πέντε μήνες, όπως είπε, πενήντα άτομα πήγαιναν καθημερινά στη δουλειά χωρίς να εκτελούν κανένα έργο. Η ίδια και οι συνάδελφοί της υπέβαλαν εξώδικα και μηνυτήριες αναφορές, χωρίς να λάβουν ποτέ απάντηση.
Στη δίκη, αποκαλύφθηκε ότι οι στόχοι των παρακολουθήσεων δεν ήταν τυχαίοι. Δημοσιογράφοι που ερευνούσαν σκάνδαλα, πολιτικοί που ασκούσαν κριτική, αλλά και πολίτες που αμφισβητούσαν κυβερνητικές πρακτικές, παρακολουθούνταν μεθοδικά. Κανείς δεν έχει δώσει ακόμη σαφή απάντηση για το ποιοι γνώριζαν και ποιοι ενέκριναν τη λειτουργία του Predator, ενώ η σιωπή των θεσμών αφήνει αναπάντητα ερωτήματα για το ποιος πραγματικά ελέγχει την κρατική μηχανή.
Η μάρτυρας κατέθεσε ότι τη στιγμή που δέχτηκε το μήνυμα βρισκόταν με τον δικηγόρο της για να ετοιμάσουν υπόμνημα που περιελάμβανε αναφορές ακόμη και στον πρωθυπουργό. Υποστήριξε πως το Predator χρησιμοποιήθηκε για να αποκτηθεί πρόσβαση σε αρχεία ή συνομιλίες σχετικές με την υπόθεση. Παρά το γεγονός ότι έχει ζητήσει επίσημη ενημέρωση από την ΕΥΠ, δεν έχει λάβει απάντηση.
Από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε ως κέντρο εξαγωγής του Predator αντί της Κύπρου, ενώ οι συνδέσεις εταιρειών και κρατικών παραγόντων τεκμηριώνονται πλήρως. Η πιθανότητα η δαπάνη να κρύφτηκε μέσα σε νόμιμη κρατική σύμβαση ενισχύει τις υποψίες περί συγκάλυψης.
Το Predator αναδείχθηκε τελικά σε σύμβολο εξουσίας που εκφοβίζει, χειραγωγεί και φιμώνει. Ένα εργαλείο που αποδεικνύει πως η τεχνολογία, όταν χρησιμοποιείται χωρίς έλεγχο, μπορεί να γίνει όπλο ενάντια στην ελευθερία και στη δημοκρατία. Οι θεσμοί που οφείλουν να προστατεύουν τους πολίτες φαίνονται να λειτουργούν ως φρουροί της κυβέρνησης, αφήνοντας την κοινωνία να αναρωτιέται ποιοι κυβερνούν πραγματικά. Το Predator συνεχίζει να εκπέμπει σήμερα από την Κύπρο, εφαρμόζοντας τις ίδιες πρακτικές παρακολούθησης και εκφοβισμού απέναντι σε δημοσιογράφους, πολιτικούς και απλούς πολίτες — μια υπενθύμιση ότι η σιωπή απέναντι στην κατάχρηση εξουσίας μπορεί να κοστίσει όχι μόνο την αλήθεια, αλλά και τη δημοκρατία την ίδια.

