8 Ιουλίου, 2025
Dislike Πολιτική

Πώς το παρασιτικό «μητσοτακικό σύστημα» υπονομεύει τη Νέα Δημοκρατία, το κράτος και το έθνος μας

Η εποχή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην εξουσία δεν μπορεί να αναγνωστεί ως μια απλή συνέχεια της Νέας Δημοκρατίας. Αντιθέτως, πρόκειται για μια ριζική μετάλλαξη του πολιτικού και κρατικού συστήματος μέσα από ένα νέο, ιδιότυπο καθεστώς: το καθεστώς του μητσοτακισμού. Ένα καθεστώς που δεν είναι ούτε καθαρά δεξιό ούτε νεοφιλελεύθερο, αλλά βαθιά παρασιτικό, τεχνοκρατικό, συγκεντρωτικό και προσαρμοσμένο στις ανάγκες μιας υπερεθνικής ελίτ και ενός κομματικού μηχανισμού χωρίς ιδεολογία, χωρίς λαϊκή βάση, χωρίς φραγμούς.

Από το κόμμα-παράταξη στο κόμμα-εταιρεία

Ο «μητσοτακισμός» εγκαθίδρυσε ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης, υποκαθιστώντας την ιστορική ταυτότητα της Νέας Δημοκρατίας με ένα κέλυφος εξουσίας που λειτουργεί ως γραφείο προσωπικής στρατηγικής. Η παράταξη του εθνάρχη Καραμανλή, που βασίστηκε σε έννοιες όπως «πατριωτική Δεξιά», «λαϊκή Δεξιά», «συντηρητικός φιλελευθερισμός», μετατράπηκε σταδιακά σε μια δομή διαχείρισης συμφερόντων και εικόνας.

Το κόμμα λειτουργεί ως εταιρική πλατφόρμα, με επιτελικές διορισμένες ομάδες, ειδικούς συμβούλους, επικοινωνιολόγους, και νομικά επιτελεία να ελέγχουν κάθε πτυχή του πολιτικού λόγου. Οι παραδοσιακοί κομματικοί μηχανισμοί —τοπικές οργανώσεις, παρατάξεις, κομματικά όργανα— ευνουχίστηκαν ή καταργήθηκαν στην πράξη. Η ιδεολογική συζήτηση έδωσε τη θέση της σε branding, storytelling και ψηφιακό έλεγχο εικόνας.

Από τον εκσυγχρονισμό στον εργολαβισμό

Η φιλοσοφία του μητσοτακισμού απέναντι στο κράτος δεν είναι μεταρρυθμιστική, αλλά ληστρική. Πρόκειται για μια συστηματική στρατηγική ιδιωτικοποίησης, αναθέσεων, απορρύθμισης και απευθείας ελέγχου των θεσμών. Το δημόσιο γίνεται όχημα μεταφοράς δημόσιου πλούτου σε ιδιωτικά συμφέροντα, μέσω απευθείας αναθέσεων, φωτογραφικών διαγωνισμών και fast track διαδικασιών.

Η ΕΥΠ, ο ΕΟΔΥ, η ΔΕΗ, ο ΕΦΚΑ, τα δημόσια νοσοκομεία, ακόμα και τα σχολεία, μετατρέπονται σταδιακά σε θυγατρικές του εκτελεστικού κέντρου εξουσίας, με τους επικεφαλής τους να διορίζονται απευθείας από το Μαξίμου. Δεν μιλάμε πλέον για ανεξαρτησία θεσμών, αλλά για υποταγή και συγχώνευση με το επιτελικό κράτος.

Η υπόθεση των υποκλοπών και η μετατροπή της ΕΥΠ σε μηχανισμό πολιτικού ελέγχου και φακελώματος είναι η κορυφή του παγόβουνου. Ο μητσοτακικός παρασιτισμός συνίσταται στη βαθμιαία αποδόμηση των εγγυήσεων της δημοκρατίας και στην εγκαθίδρυση ενός υβριδικού, εσωτερικά αυταρχικού συστήματος εξουσίας που λειτουργεί εκτός λογοδοσίας.

Η αλλοίωση της ιδεολογικής ταυτότητας της Δεξιάς

Η Νέα Δημοκρατία δεν είναι πια παράταξη. Είναι μάρκετινγκ πολιτικής διαχείρισης. Η ρητορική της λαϊκής Δεξιάς εξοβελίστηκε. Οι αναφορές στην Ορθοδοξία, την οικογένεια, το Έθνος και την κοινωνική συνοχή θεωρούνται ξεπερασμένες, αναχρονιστικές, περιθωριακές.

Στη θέση τους, επιβλήθηκε μια νέα γλώσσα απολιτίκ, «ψηφιακή», «καινοτόμα», «ευρωπαϊκή». Το κόμμα δεν εκφράζει πια τα μεσαία και λαϊκά στρώματα αλλά τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους και τους επικοινωνιακούς συμβούλους που χτίζουν την εικόνα της κυβέρνησης. Δεν κυβερνά η Δεξιά. Κυβερνά η αριστοκρατία της διαχείρισης, των data και της εξωτερικής στρατηγικής.

Η παραδοσιακή βάση της Δεξιάς νιώθει ξένη, προδομένη και περιφρονημένη. Η νεολαία του κόμματος είναι ένα περιβάλλον απάθειας, τεχνοκρατισμού και καριερισμού, χωρίς ιδεολογία, χωρίς όραμα, χωρίς εθνικό προσανατολισμό.

Το επιτελικό κράτος ως μέσο απορρόφησης και καταστολής

Το επιτελικό κράτος του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είναι απλώς ένα οργανωτικό σχήμα. Είναι ένα καθεστώς απορρόφησης εξουσιών και παρεμπόδισης ελέγχου. Η δημοκρατία μετατρέπεται σε σχήμα χωρίς περιεχόμενο, με το Γραφείο Πρωθυπουργού να ελέγχει τα πάντα: προσλήψεις, τοποθετήσεις, αποφάσεις, πληροφόρηση, προβολή και φίμωση.

Το κράτος αντί να υπηρετεί τον πολίτη, κατασκοπεύει, εκφοβίζει και διαμορφώνει την πραγματικότητα, μέσα από ένα δίκτυο μέσων ενημέρωσης, πλατφορμών παρακολούθησης και μηχανισμών διαχείρισης κρίσεων (βλ. πανδημία, φυσικές καταστροφές, υποκλοπές, Τέμπη). Το μήνυμα είναι σαφές: η διακυβέρνηση δεν είναι πλέον συλλογική ευθύνη, αλλά ιδιωτικό δικαίωμα εξουσίας.

Ηθικός εκφυλισμός και πελατειακή σήψη

Ο μητσοτακισμός εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς ηθικού παρασιτισμού, όπου επιβραβεύεται η υπακοή, η υποταγή, η κομματική νομιμοφροσύνη. Οι «άριστοι» δεν είναι οι ικανοί, αλλά οι πιστοί. Οι θεσμοί καταργούνται στην πράξη, το Σύνταγμα αγνοείται και οι δικαιολογίες δίνονται με ύφος manager, όχι πολιτικού ηγέτη.

Οι ευνοιοκρατικές προσλήψεις, τα golden boys, οι συγγενείς και φίλοι σε καίριες θέσεις, οι υπερτιμολογήσεις έργων, η υπονόμευση κάθε διαδικασίας αξιοκρατίας και η χρήση δημόσιου χρήματος για επικοινωνιακή προβολή, αποτελούν θεμελιώδη χαρακτηριστικά ενός συστήματος που δεν κυβερνά για τη χώρα, αλλά για τον εαυτό του.

Η παρακμή είναι συστημική – όχι περιστασιακή

Τα Τέμπη, οι υποκλοπές, η πανδημία, οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, δεν είναι «ατυχήματα» ή «λάθη». Είναι συστημικές εκδηλώσεις ενός παρασιτικού καθεστώτος που ελέγχει την εξουσία χωρίς αντίβαρα. Η Ελλάδα κυβερνάται όχι από κυβέρνηση, αλλά από δίκτυο συμφερόντων με πρόσωπο Πρωθυπουργού. Οι θεσμοί υπάρχουν μόνο για να εξυπηρετούν το αφήγημα.

Όποιος αμφισβητεί, στοχοποιείται. Όποιος ερευνά, σιωπάται. Όποιος δεν είναι αρεστός, απομονώνεται. Οι πραγματικοί πατριώτες, οι κοινωνικά ευαίσθητοι, οι παραδοσιακοί δεξιοί, οι έντιμοι κρατικοί λειτουργοί, εξοβελίζονται.

Το τέλος της μεταπολίτευσης ή η τελευταία της προδοσία;

Οι πρόσφατες υποθέσεις, όπως το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και οι απάτες που σχετίζονται με επιδοτήσεις, επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση ότι η σημερινή Νέα Δημοκρατία δεν αποτελεί φιλελεύθερο κόμμα αλλά ένα κόμμα με βαθιά κρατικά χαρακτηριστικά.

Σε κάθε κρίσιμο τομέα της οικονομίας —από την αγροτική παραγωγή έως τα δημόσια έργα, τα σούπερ μάρκετ, την ακτοπλοΐα, την ενέργεια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση— το κόμμα διατηρεί έναν περιορισμένο αριθμό ευνοημένων επιχειρηματικών σχημάτων που χρηματοδοτούνται μέσω δημόσιων ή κοινοτικών πόρων, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό τη μεταξύ τους εξάρτηση και συνοχή. Στον τομέα των μη κρατικών πανεπιστημίων, το προτεινόμενο σύστημα περιλαμβάνει την έκδοση περιορισμένου αριθμού αδειών σε επιλεγμένους φορείς μέσω πλειοδοτικών διαγωνισμών.

Αυτό το μοντέλο έχει χαρακτηριστεί είτε ως «καρτέλ», είτε, σύμφωνα με την ανάλυση του Νίκου Πουλαντζά, ως «κομπραδόρικος καπιταλισμός», είτε ως κρατικομονοπωλιακός παρεμβατισμός. Σε κάθε περίπτωση, δεν συνιστά φιλελευθερισμό.

Ο μητσοτακικός παρασιτισμός είναι το τελικό στάδιο της παρακμής του μεταπολιτευτικού κράτους. Ένα καθεστώς χωρίς πατρίδα, χωρίς πίστη, χωρίς κοινωνική αναφορά. Ούτε ευρωπαϊκός φιλελευθερισμός είναι, ούτε εθνική Δεξιά. Είναι μια εταιρική, μεταμοντέρνα, παγκοσμιοποιημένη εξουσία, που δεν αναγνωρίζει σύνορα, παράδοση ή συνείδηση.

Η Ελλάδα μετατρέπεται σε πειραματικό εργαστήριο ψηφιακού ελέγχου, θεσμικού αυταρχισμού και νεο-αποικιακής υποταγής, με μια κοινωνία σε παραίτηση, μια νεολαία στην αβεβαιότητα και μια Δεξιά απογυμνωμένη από τον ιστορικό της ρόλο.