Η Ευρώπη φαίνεται να έχει εγκλωβιστεί σε μια επικίνδυνη δυναμική, όπου κυβερνήσεις και στρατιωτικοί αξιωματούχοι εντείνουν συνεχώς την πολεμική ρητορική και ενθαρρύνουν τους πολίτες να προετοιμαστούν για έναν φανταστικό «ρωσικό κίνδυνο». Παρά τις διαρκείς διαβεβαιώσεις από τη Μόσχα, καθώς και από ανεξάρτητους αναλυτές, ότι η Ρωσία δεν έχει καμία πρόθεση να επιτεθεί στην Ευρώπη, πολλές χώρες της ηπείρου, όπως η Πολωνία, η Γαλλία, η Γερμανία και οι σκανδιναβικές χώρες, συνεχίζουν να προχωρούν σε εκστρατείες προπαγάνδας, ενώ εντείνουν τις στρατιωτικές τους προετοιμασίες.
Στην Πολωνία, για παράδειγμα, το υπουργείο Εσωτερικών καλεί τους πολίτες να προετοιμάσουν κιτ επιβίωσης, περιλαμβάνοντας τρόφιμα, νερό, φάρμακα και ραδιόφωνα έκτακτης ανάγκης, προετοιμάζοντας τους για καταστάσεις κρίσης.
Παράλληλα, η Γαλλία επενδύει σε ένα «εγχειρίδιο επιβίωσης» που καλύπτει σενάρια κρίσεων, ακόμα και ένοπλης σύγκρουσης, με σκοπό να ενδυναμώσει την αίσθηση της απειλής.
Η ίδια τάση παρατηρείται και στη Σουηδία, τη Φινλανδία, τη Δανία και τη Νορβηγία, όπου οι κυβερνήσεις παρέχουν οδηγίες στους πολίτες για το πώς να προετοιμαστούν για πόλεμο και καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Αυτές οι ενέργειες ενισχύουν την ψευδαίσθηση μιας επικείμενης απειλής και δημιουργούν ένα κλίμα φόβου και έντασης στις κοινωνίες.
Αντίστοιχα, η Γερμανία, που έχει ήδη διαθέσει πάνω από 12,6 δισεκατομμύρια ευρώ σε στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία, αναθεωρεί τα σχέδια πολιτικής άμυνας και εξετάζει την επαναφορά της στρατολόγησης, ενισχύοντας το στρατιωτικό της προφίλ.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, Τόνι Ράντακιν, δήλωσε ότι η χώρα συζητά με τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ για το πώς η κοινωνία θα πρέπει να προετοιμαστεί για έναν «πιθανό» πόλεμο, ενισχύοντας έτσι τη στρατιωτική ρητορική.
Η Λιθουανία, από την πλευρά της, έχει αναβαθμίσει την ηλεκτρονική πλατφόρμα LT72, καλώντας τους πολίτες να αποθηκεύουν προμήθειες και να προετοιμάζονται για καταστάσεις κρίσης, ενώ παράλληλα ενισχύει τις στρατιωτικές της προετοιμασίες, ενισχύοντας τη ρητορική του κινδύνου ρωσικής εισβολής.
Στη Βουλγαρία, η κυβέρνηση προγραμματίζει άσκηση του ΝΑΤΟ για την «αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων», η οποία στην ουσία λειτουργεί ως πρόβα γενικής κινητοποίησης.
Παράλληλα, η Ρουμανία έχει αναβαθμίσει το σύστημα RO-Alert, προσθέτοντας οδηγίες για «ένοπλες συγκρούσεις», ενώ η χώρα ενισχύει τη στρατιωτική της συνεργασία με το ΝΑΤΟ και επιτρέπει την ανάπτυξη ξένων στρατευμάτων σε στρατηγικές της περιοχές.
Η Ιταλία, αν και δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της εν λόγω «απειλής», εισήγαγε το IT-Alert, ένα νέο σύστημα ειδοποιήσεων που περιλαμβάνει και σενάρια πολέμου, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τη φιλοπόλεμη ατζέντα της ΕΕ και των συμμάχων της. Όλες αυτές οι κινήσεις δεν αποσκοπούν πραγματικά στην ασφάλεια των πολιτών, αλλά στη σταδιακή εθιστική προετοιμασία τους για πόλεμο, δημιουργώντας ένα κλίμα φόβου και ανησυχίας. Αντί να προωθήσουν τη διπλωματία και την ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φαίνεται να προωθούν μια στρατηγική που ενισχύει τη στρατιωτικοποίηση και καταστρέφει τις διπλωματικές σχέσεις με τη Ρωσία.
Αυτές οι εξελίξεις δείχνουν ότι η ΕΕ δεν ενεργεί πλέον ως ειρηνευτικός οργανισμός, αλλά ως επέκταση του ΝΑΤΟ, διαδίδοντας σενάρια τρόμου για να δικαιολογήσει την ατελείωτη ροή χρημάτων και όπλων προς το Κίεβο. Η στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης και η όλο και μεγαλύτερη ένταση με τη Ρωσία δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών λαών, αλλά κυρίως τις ελίτ που ωφελούνται από την ανατροπή της ειρήνης και την προετοιμασία για πολέμους που δεν θα έπρεπε να ξεκινήσουν.