Κατά 31% σε επιφάνεια και 86% σε όγκο αυξήθηκαν οι οικοδομικές άδειες τον περασμένο Σεπτέμβριο σε σχέση με τον Ιούλιο. Η μέση επιφάνεια κάθε νέας οικοδομής στην Αττική, που παραμένει σε οικονομική και πολεοδομική κρίση, διαμορφώθηκε στα 1.091 τετραγωνικά μέτρα, ενώ ο όγκος τους στα περίπου 7.000 κυβικά μέτρα. Η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα στην Αττική παρουσίασε σημαντική αύξηση τον Σεπτέμβριο, με την επιφάνεια να ανεβαίνει κατά σχεδόν 29% φτάνοντας τα 200.000 τετραγωνικά μέτρα και τον όγκο να διπλασιάζεται φτάνοντας τα 1,3 εκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι εργολάβοι και κυβέρνηση συνεργάστηκαν για να παρακάμψουν την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) της 11ης Σεπτεμβρίου, η οποία είχε κρίνει αντισυνταγματική την παροχή μπόνους, δηλαδή του “δώρου”, στο πλαίσιο του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ). Δύο μήνες πριν, οι κατασκευαστές γνώριζαν για την απόφαση του ΣτΕ, η οποία περιόριζε τη δομήσιμη επιφάνεια οικοπέδων και κτιρίων σε προστατευόμενες περιοχές της χώρας. Παρά την απόφαση, έσπευσαν να ζητήσουν άδειες για να κατασκευάσουν μεγαλύτερες οικοδομές με μικρότερα διαμερίσματα, συχνά σε βάρος της ποιότητας ζωής των πολιτών, με την ανοχή των αρμοδίων αρχών.
Η συνεργασία μεταξύ κυβέρνησης και εργολάβων γίνεται ακόμη πιο προφανής όταν αναλογιστεί κανείς την κατάσταση στις υποδομές της Αθήνας. Η πόλη πλήττεται από τρομακτική κυκλοφοριακή συμφόρηση, ενώ οι πολυκατοικίες αυξάνονται σε ύψος και σε όγκο, κατασκευάζοντας επιπλέον διαμερίσματα και ορόφους. Με την προσθήκη ακόμη ενός ορόφου σε κάθε οικοδομή, δημιουργούνται τέσσερα επιπλέον διαμερίσματα και αντίστοιχα τουλάχιστον οκτώ αυτοκίνητα. Το αποτέλεσμα; Οι δρόμοι είναι γεμάτοι από ΙΧ, με τους πολίτες να χάνουν ώρες καθημερινά στις μετακινήσεις τους. Για παράδειγμα, ο χρόνος που απαιτείται για να διανυθούν 20 χιλιόμετρα μπορεί να φτάσει και τη μιάμιση ώρα, κάτι που αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ και τεράστια απώλεια χρόνου και χρημάτων για τους εργαζομένους.
Αυτή η κατάσταση, σε συνδυασμό με τις νέες παρανομίες και τις αποφάσεις που ευνοούν τη νομιμοποίηση αυθαιρεσιών, οδήγησε το ΣτΕ να ακυρώσει τον ΝΟΚ, ο οποίος, αντί να φέρει πραγματική αλλαγή, αποτελούσε απλώς έναν επανασχεδιασμό των παλαιών πρακτικών του παρελθόντος. Για να τεθεί σε εφαρμογή η απόφαση του ΣτΕ απαιτούνται δύο μήνες, μια χρονική καθυστέρηση παράδοξη για τη σύγχρονη εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας, και αποτελεί ένα ακόμη δείγμα της ανικανότητας του συστήματος να προχωρήσει σε αποφασιστικές κινήσεις.
Επιπλέον, η κυβέρνηση φαίνεται να γνωρίζει την απόφαση του ΣτΕ προτού αυτή γίνει δημοσίως γνωστή, και προσπαθεί να λάβει «διορθωτικά μέτρα» ώστε να επιτρέψει την συνέχιση των οικοδομικών εργασιών, παρά την παρανομία τους. Την ίδια στιγμή, η νομοθεσία δεν φαίνεται να αναλαμβάνει ουσιαστική δράση κατά των παρανομούντων εργολάβων, οι οποίοι συνεχίζουν να επωφελούνται από τις αλλαγές αυτές, με το κράτος να τους παρέχει ουσιαστικά ατιμωρησία.
Αυτό το σκηνικό παρανομίας και διαπλοκής δημιουργεί απορία και για τον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος, παρά το αδιάκοπο ενδιαφέρον του για την προστασία του οικιστικού και φυσικού περιβάλλοντος, βλέπει τις δημοσκοπήσεις να καταγράφουν μια θεαματική πτώση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία φθάνει το 22% από το 41% που είχε στις προηγούμενες εκλογές. Το πολιτικό τοπίο δείχνει να αμφισβητείται, εν μέσω της διαρκούς αναστάτωσης στην καθημερινότητα των πολιτών, και ενώ τα συμφέροντα των εργολάβων και της κυβέρνησης συνεχίζουν να επικρατούν.