Τι ακριβώς περιλαμβάνει το έργο μιας Επιτροπής Ανταγωνισμού; Αν επισκεφτεί κανείς την ιστοσελίδα της Επιτροπής Ανταγωνισμού των Ηνωμένων Πολιτειών, της χώρας που αποτελεί το πρότυπο για τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς, θα διαπιστώσει ότι αναφέρεται: «Το Γραφείο Ανταγωνισμού της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου (FTC) είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή των αντιμονοπωλιακών νόμων που διέπουν τη χώρα, οι οποίοι αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομίας μας και της ελεύθερης αγοράς. Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία αποσκοπεί στην προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, εξασφαλίζοντας τη λειτουργία των αγορών χωρίς εμπόδια, γεγονός που οδηγεί σε χαμηλότερες τιμές και περισσότερες επιλογές για τους καταναλωτές».
Εν συντομία, ο κύριος ρόλος μιας Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι να διασφαλίσει την εφαρμογή της νομοθεσίας του ανταγωνισμού, η οποία λειτουργεί υπέρ των καταναλωτών, καθώς ο ελεύθερος ανταγωνισμός οδηγεί σε χαμηλότερες τιμές για τα προϊόντα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μάλιστα, αρκετοί επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού έχουν αναδειχθεί σε πρόσωπα της επικαιρότητας, απολαμβάνοντας μεγάλη δημοτικότητα, καθώς έχουν επιβάλει σοβαρά πρόστιμα σε μεγάλες εταιρείες για αντιανταγωνιστικές πρακτικές.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, εν μέσω μιας συνεχώς αυξανόμενης ακρίβειας, η οποία συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις καρτελικές συμπράξεις (δηλαδή τις συντονισμένες συμφωνίες μεταξύ παραγόντων της αγοράς για τη διατήρηση υψηλών τιμών), η Επιτροπή Ανταγωνισμού (ΕΠΑΝΤ) παραμένει ουσιαστικά ανενεργή εδώ και χρόνια, περιοριζόμενη σε μετρήσεις και στην κατάρτιση πινακίδων χωρίς ουσιαστική δράση. Και το πρόβλημα της αδράνειας αυτής δεν οφείλεται μόνο στις κυβερνητικές παρεμβάσεις (που, φυσικά, υπάρχουν), αλλά και στο γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους επικεφαλής της Επιτροπής χρησιμοποίησαν την ανεξάρτητη Αρχή είτε ως μέσο για την επίτευξη προσωπικών τους στόχων, είτε ως «καταφύγιο» για τη συνέχιση της καριέρας τους, μετατρέποντάς την σε προσωπικό εργαλείο εξυπηρέτησης των δικών τους συμφερόντων.
Αυτός ο κανόνας δεν εξαιρείται και από τον πρώην πρόεδρο της ΕΠΑΝΤ, καθηγητή Ιωάννη Λιανό, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την Αρχή όταν ξεκίνησε η εκρηκτική άνοδος των τιμών, αλλά ούτε από την νυν πρόεδρο, Μαίρη Σαρπ, πρώην πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπό την ηγεσία της οποίας το φαινόμενο της ακρίβειας συνεχίζεται αδιάκοπα. Αυτό το «ράλι» τιμών στην Ελλάδα, το οποίο έχει ξεπεράσει τα όρια, δεν οφείλεται μόνο στις διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις, αλλά κυρίως στις κερδοσκοπικές συμφωνίες που γίνονται «κάτω από το τραπέζι». Για να κατανοήσει κανείς καλύτερα τη δράση των τελευταίων προέδρων της ΕΠΑΝΤ, αρκεί να εξετάσει προσεκτικά το «πριν» και το «μετά» της θητείας τους. Η προσωπική τους ατζέντα αποτελεί το κλειδί για να ερμηνευτεί η αδράνεια της Επιτροπής, η οποία παραμένει ελεγχόμενη από σκοτεινές επιρροές και διαπλεκόμενη με συμφέροντα που πλήττουν το κοινό καλό.
Η τοποθέτηση του Ιωάννη Λιανού στην προεδρία της Επιτροπής Ανταγωνισμού τον Σεπτέμβριο του 2019 συνοδεύτηκε από μια σειρά κυβερνητικών ανακοινώσεων, με τον τότε υπουργό Ανάπτυξης, Άδωνη Γεωργιάδη, να είναι σε πρώτο πλάνο. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, οι αναφορές αυτές είχαν περισσότερο σκοπό να καλύψουν την παράνομη απομάκρυνση της πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασιλικής Θάνου, από την ηγεσία της ανεξάρτητης Αρχής – θέση την οποία είχε αναλάβει μόλις επτά μήνες νωρίτερα – παρά να προβάλουν μια πραγματική βεβαιότητα για τον αντικαταστάτη του.
Η συνέχεια, με την κόντρα μεταξύ Γεωργιάδη και Λιανού για την υποψηφιότητα της σημερινής αντιπροέδρου, Χαράς Νικολοπούλου, η οποία είναι μέρος της έρευνάς μας, αποτελεί χαρακτηριστική απόδειξη της αμφισβήτησης των κυβερνητικών επιλογών. Καθώς ανακοινώθηκε το όνομα του κ. Λιανού, τα ΜΜΕ επικεντρώθηκαν κυρίως στην ακαδημαϊκή του πορεία, καθώς εκείνη τη στιγμή ήταν καθηγητής Δικαίου Ανταγωνισμού και Δημόσιας Πολιτικής στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου (UCL). Ωστόσο, δεν αναφέρθηκε ιδιαίτερα η επαγγελματική του συνεργασία με δικηγόρους που δραστηριοποιούνται στις Βρυξέλλες και σε άλλες χώρες, στον τομέα του Δικαίου του Ανταγωνισμού – συνεργασίες που ενδεχομένως να βρίσκονται σε αντίθεση με το ρόλο μιας Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία καλείται να ελέγχει τέτοιες δραστηριότητες.
Επιπλέον, η συμμετοχή του κ. Λιανού στη Μη Κυβερνητική Οργάνωση (ΜΚΟ) ΙΜΕΔΙΠΑ, η οποία είχε ως σκοπό τη μελέτη του Δικαίου Ανταγωνισμού, αλλά φαίνεται να λειτουργούσε υπό αμφισβητούμενες συνθήκες, αποτελεί έναν ακόμα αμφιλεγόμενο τομέα. Το Ινστιτούτο αυτό, το οποίο ιδρύθηκε το 2007 και διέκοψε τις δραστηριότητές του το 2017, είχε κατηγορηθεί για σκοτεινές σχέσεις με συμφέροντα του τομέα του Ανταγωνισμού. Μάλιστα, ο ίδιος ο κ. Λιανός, ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής το 2019, παραδέχτηκε την ύπαρξη της ΜΚΟ, την οποία όμως είχε παραλείψει να αναφέρει στο βιογραφικό του κατά την τοποθέτησή του στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, γεγονός που δημιούργησε επιπλέον ερωτηματικά και πυροδότησε πολιτική αντιπαράθεση στην αντιπολίτευση.
Στην ΙΜΕΔΙΠΑ, ο Ιωάννης Λιανός δεν περιοριζόταν σε ρόλο απλού μέλους, αλλά ήταν πρόεδρος και εκτελεστικός διευθυντής της ΜΚΟ. Ο αντιπρόεδρος της ΙΜΕΔΙΠΑ ήταν ο Ιωάννης Κόκκορης, καθηγητής Δικαίου Ανταγωνισμού στο πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, ενώ μέλος της οργάνωσης ήταν και ο Ασημάκης Κομνηνός, δικηγόρος στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού και στέλεχος στην πολυεθνική νομική εταιρία White & Case LLP, η οποία διατηρεί γραφεία και στις Βρυξέλλες. Μία από τις κύριες δραστηριότητες της ΙΜΕΔΙΠΑ ήταν η διοργάνωση συνεδρίων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, τα οποία χρηματοδοτούνταν από μεγάλα δικηγορικά γραφεία με εξειδίκευση στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού. Αυτά τα γραφεία συνεργάζονται, φυσικά, με πελάτες από την ελληνική αγορά, δηλαδή με εκείνους τους παράγοντες που ο κ. Λιανός υποτίθεται ότι θα έπρεπε να ελέγχει και να αντιπαρατίθεται, ως πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η συνεργασία του κ. Λιανού με τους κ. Κόκκορη και Κομνηνό ήταν βαθιά και πολυδιάστατη. Οι τρεις τους συνεργάστηκαν σε πολλές εκδόσεις, και στο βιβλίο του κ. Λιανού με τίτλο «Δίκαιο Ανταγωνισμού, Διορθωτικά Μέτρα στην Ευρώπη» συμμετείχαν ως συγγραφείς και οι δύο συνεργάτες του. Επιπλέον, ο κ. Λιανός είχε συνεργαστεί με τον κ. Κομνηνό και πριν αναλάβει την Επιτροπή Ανταγωνισμού, συμμετέχοντας σε διάφορες υποθέσεις που είχε αναλάβει ο κ. Κομνηνός στη νομική εταιρία White & Case LLP, συντάσσοντας γνωμοδοτικές εκθέσεις για αυτές τις υποθέσεις.
Έτσι, από τη θέση του προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού (ΕΠΑΝΤ), ο Ιωάννης Λιανός βρέθηκε να καλείται να κρίνει υποθέσεις στις οποίες δικηγόρος ήταν ο στενός του φίλος, Ασημάκης Κομνηνός. Παράλληλα, ο κ. Λιανός προχώρησε σε διορισμούς του Ιωάννη Κόκκορη σε διάφορα κρίσιμα και καθοριστικά συμβούλια της ΕΠΑΝΤ, όπως το Συμβούλιο για την Επιλογή Προϊσταμένων Τμημάτων και το Συμβούλιο για την επιλογή Προϊσταμένου Διεύθυνσης Διεθνών Σχέσεων και Επικοινωνίας. Με αυτόν τον τρόπο, ο κ. Κόκκορης βρέθηκε να συνδιαμορφώνει το οργανόγραμμα της Επιτροπής, ενώ στην ουσία δεν κατείχε κάποιο επίσημο μέλος στην Επιτροπή, καθιστώντας τον έναν από τους βασικούς “παίκτες” στη διαμόρφωση των αποφάσεων της ΕΠΑΝΤ. Φυσικά, ο κ. Κόκκορης αποζημιώθηκε οικονομικά για τις συμμετοχές του στις εν λόγω συνεδριάσεις.
Αξιοσημείωτο είναι πως, μετά την απομάκρυνση του Ιωάννη Λιανού από την ηγεσία της ΕΠΑΝΤ και την επιστροφή του στο Ηνωμένο Βασίλειο, βρήκε “μαγικά” μια θέση δίπλα στον κ. Κόκκορη, ως μέλος στο Εφετείο που αναλαμβάνει υποθέσεις ανταγωνισμού, στη Βρετανία. Αυτή η εξέλιξη, που μοιάζει ιδιαίτερα συνδεδεμένη με τις προηγούμενες συνεργασίες τους, φαινομενικά συνάδει με την «καλή» προώθηση του ανταγωνισμού…
Συνεχίζεται…