Δεκαπέντε χρόνια μετά την αποσύνδεσή τους από τις Νομαρχίες και την ενσωμάτωσή τους στους δήμους μέσω του σχεδίου «Καλλικράτης», οι Υπηρεσίες Δόμησης (ΥΔΟΜ) της χώρας βρίσκονται στα πρόθυρα της πλήρους κατάρρευσης. Η κεντρική διοίκηση, με τη συνεχή αδιαφορία της, είτε μέσω πρόδηλων λαθών είτε μέσω σιωπηρών παραλείψεων, έχει ουσιαστικά εγκαταλείψει τη λειτουργία τους. Το αποτέλεσμα είναι η επιδείνωση μιας ήδη χαοτικής κατάστασης στον πολεοδομικό χάρτη της Ελλάδας, με τη συνέχιση της αυθαιρεσίας, την αδυναμία ελέγχου και την απόλυτη έλλειψη συντονισμού.
Η κατάσταση δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Από το 1983, οι ΥΔΟΜ πέρασαν από διαδοχικές φάσεις διοικητικής μεταφοράς, πότε στις Νομαρχίες και πότε στους δήμους, σε έναν κύκλο πειραματισμών χωρίς σταθερό σχεδιασμό ή στρατηγική. Σήμερα, η Πολιτεία εξετάζει για ακόμη μία φορά τη μεταφορά τους – αυτή τη φορά με κατεύθυνση προς την πλήρη απορρόφησή τους από το κεντρικό κράτος, απομακρύνοντάς τις από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ) έχει ήδη σηκώσει «σημαία πολέμου», προειδοποιώντας ότι η επιχειρούμενη αλλαγή θα βρει σθεναρή αντίσταση.
Η ασυνέπεια και η απουσία σταθερού θεσμικού πλαισίου γύρω από τις ΥΔΟΜ έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα γραφειοκρατίας, αδιαφάνειας και πολεοδομικής αναρχίας, με τεράστιο κόστος για το περιβάλλον, την ποιότητα ζωής και την ίδια τη λειτουργία των δήμων. Το ερώτημα πλέον δεν είναι αν το σύστημα χρειάζεται αλλαγή, αλλά αν υπάρχει η πολιτική βούληση να υπάρξει σοβαρός, συγκροτημένος σχεδιασμός, μακριά από αυτοσχεδιασμούς και μεταρρυθμίσεις-μπαλώματα.
Η εικόνα των Υπηρεσιών Δόμησης στους δήμους της χώρας είναι πλέον ζοφερή. Πάνω από τους μισούς δήμους δεν διαθέτουν καν δική τους ΥΔΟΜ, ενώ στις περισσότερες από όσες υπάρχουν, η κατάσταση θυμίζει εγκατάλειψη. Η υποστελέχωση έχει φτάσει σε οριακά επίπεδα, η ανανέωση του προσωπικού είναι σχεδόν ανύπαρκτη, και οι μισθοί που προσφέρονται είναι τόσο χαμηλοί, ώστε αποθαρρύνουν τους μηχανικούς ακόμα και από τη συμμετοχή τους στις εξετάσεις του ΑΣΕΠ. Όσοι προσλαμβάνονται, εγκαταλείπουν τη θέση τους το συντομότερο δυνατό.
Αυτός ο φαύλος κύκλος έχει άμεσο αντίκτυπο στην ουσία του πολεοδομικού ελέγχου. Η έλλειψη προσωπικού έχει «παγώσει» τους δειγματοληπτικούς ελέγχους που προβλέπεται να γίνονται στο 30% των οικοδομικών αδειών χωρίς προέγκριση, αλλά και στο 10% των αυθαιρέτων που έχουν τακτοποιηθεί ηλεκτρονικά – μια μάζα που ξεπερνά τα 1,5 εκατομμύρια κτίσματα. Το αποτέλεσμα είναι η διόγκωση του κινδύνου να ξεπηδήσει μια νέα γενιά ψηφιακών αυθαιρέτων, που θα τροφοδοτήσει ξανά την ασυδοσία στην πολεοδομική δραστηριότητα.
Οι μηχανικοί των ΥΔΟΜ βρίσκονται καθημερινά σε διλήμματα που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν: να εξετάσουν μια καταγγελία για αυθαίρετη κατασκευή ή να προλάβουν να ελέγξουν ένα ετοιμόρροπο κτίριο. Συχνά καλούνται να αναλάβουν καθήκοντα πέρα από την αρμοδιότητά τους, ενώ πολλοί από αυτούς μοιράζουν τον χρόνο τους ανάμεσα σε δύο ή και περισσότερους δήμους, λειτουργώντας σαν «πολυεργαλεία» υπό συνεχή πίεση.
Όλα αυτά αποκαλύπτουν ένα σύστημα σε αποσύνθεση. Όχι μόνο από έλλειψη πόρων, αλλά κυρίως από έλλειψη πολιτικής βούλησης να χτιστεί ένας σοβαρός, σταθερός μηχανισμός πολεοδομικού ελέγχου. Οι ΥΔΟΜ δεν καταρρέουν απλώς. Διαλύονται αργά και μεθοδικά, μετατρέποντας την πολεοδομική πολιτική της χώρας σε ένα ακόμα χαμένο στοίχημα.
Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε ημερίδα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Μηχανικών του Δημοσίου (ΠΟ-ΕΜΔΥΔΑΣ) επιβεβαιώνουν με αριθμούς την αδυναμία του κράτους να στηρίξει έναν από τους βασικότερους μηχανισμούς ελέγχου της δόμησης. Από τους 325 δήμους της χώρας, το 2018 διέθεταν Υπηρεσία Δόμησης μόλις οι 158 (48%), με ακόμα 76 (23%) να παρέχουν απλή διοικητική υποστήριξη. Τρία χρόνια αργότερα, το 2021, το ποσοστό έφτασε μόλις στο 51% (168 δήμοι), και το 2024 οι ενεργές ΥΔΟΜ έχουν αυξηθεί οριακά σε 179, δηλαδή στο 55%. Μέσα σε επτά χρόνια, μόλις 26 νέες ΥΔΟΜ δημιουργήθηκαν, σε μια χώρα που προσπαθεί υποτίθεται να αντιμετωπίσει την αυθαιρεσία και να ελέγξει την οικοδομική δραστηριότητα.
Το ακόμα πιο προβληματικό: μόνο το 55% των υπαρχουσών ΥΔΟΜ εξυπηρετεί αποκλειστικά τον δήμο στον οποίο ανήκει. Οι υπόλοιπες μοιράζονται τις αρμοδιότητες μεταξύ πολλών, με αποτέλεσμα οι δυνατότητες ελέγχου και εξυπηρέτησης να εξανεμίζονται. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ΥΔΟΜ Πειραιά, που καλύπτει 10 δήμους, μεταξύ αυτών και νησιωτικές περιοχές, ενώ η ΥΔΟΜ Ιωαννίνων εποπτεύει 8 διαφορετικούς δήμους. Συνολικά, το 9% των υπηρεσιών καλείται να εξυπηρετήσει πάνω από 4 δήμους, σε ένα σύστημα που πλέον λειτουργεί στα όρια του παραλόγου.
Η εικόνα επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο όταν εξετάζουμε τη γεωγραφική και πληθυσμιακή κατανομή. Η πλειονότητα των δήμων με πληθυσμό κάτω των 10.000 κατοίκων δεν διαθέτει καθόλου ΥΔΟΜ, ενώ 33 δήμοι με πληθυσμό άνω των 25.000 κατοίκων – εκ των οποίων οι 16 ξεπερνούν τους 40.000 – επίσης δεν έχουν Υπηρεσία Δόμησης. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και περισσότεροι από τους μισούς μεσαίους δήμους της χώρας.
Ο απολογισμός είναι σκληρός και σαφής: ένα κρίσιμο θεσμικό εργαλείο έχει μετατραπεί σε παρωδία, με άνισες κατανομές, ελάχιστη στελέχωση και τραγικά ανεπαρκή κάλυψη. Όλα αυτά την ώρα που η ανάγκη για ουσιαστικό έλεγχο, διαφάνεια και σχεδιασμό στον τομέα της δόμησης γίνεται πιο επιτακτική από ποτέ.
Ακόμα και οι Υπηρεσίες Δόμησης που υπάρχουν στους δήμους λειτουργούν με ελάχιστο και συχνά ανεπαρκές προσωπικό. Σε όλη την επικράτεια υπηρετούν μόλις 1.033 μηχανικοί, αριθμός που δεν επαρκεί ούτε στο ελάχιστο για την κάλυψη των πολεοδομικών αναγκών της χώρας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 28 ΥΔΟΜ έχουν μόνο έναν μηχανικό, άλλες 28 απασχολούν δύο, 16 διαθέτουν τρεις, ενώ 22 δεν έχουν κανέναν μηχανικό Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης. Πρακτικά, οι 98 από τις 168 υφιστάμενες ΥΔΟΜ λειτουργούν με προσωπικό που δεν επαρκεί ούτε για τα στοιχειώδη.
Για να αντιμετωπιστεί η εκρηκτική έλλειψη, προχώρησε πρόσφατα ρύθμιση που επιτρέπει την πρόσληψη συμβασιούχων μηχανικών για διετή θητεία. Όμως η λύση αυτή γεννά σοβαρά ηθικά και πρακτικά ζητήματα. Δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός που να διασφαλίζει ότι οι μηχανικοί αυτοί δεν θα συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα και ως ιδιώτες, εγκρίνοντας άδειες που οι ίδιοι ή συνεργάτες τους έχουν καταθέσει ή ελέγχοντας έργα που πιθανώς έχουν επιβλέψει. Ο πρόεδρος της ΠΟ-ΕΜΔΥΔΑΣ, Δημήτρης Πετρόπουλος, κάνει λόγο για ξεκάθαρη σύγκρουση συμφερόντων, που υπονομεύει κάθε έννοια αντικειμενικότητας και θεσμικού ελέγχου.
Η ίδια στρέβλωση παρατηρείται και στον έλεγχο των αυθαιρέτων, όπου προβλέπεται η συμμετοχή ιδιωτών μηχανικών μέσω ειδικού Μητρώου, οι οποίοι διενεργούν ελέγχους με άκρα μυστικότητα. Την ίδια ώρα, οι μόνιμοι μηχανικοί δεν προστατεύονται με την ίδια ανωνυμία. Αντίθετα, καλούνται να υπογράψουν επώνυμα τις εισηγήσεις για παραβάσεις και να αναλάβουν πλήρως την ευθύνη. Η μηχανικός της ΥΔΟΜ Πειραιά, Ελένη Λαγοπάτη, περιέγραψε εύστοχα την αντίφαση: «Ποια είναι η λογική; Το πρωί κάνουμε την έκθεση αυθαιρέτου και το απόγευμα την τακτοποίηση;»
Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα που αποδυναμώνει τους δημόσιους υπαλλήλους, ενισχύει τις αδιαφανείς πρακτικές και δημιουργεί συνθήκες θεσμικής υπονόμευσης. Οι ΥΔΟΜ βρίσκονται πλέον σε κρίσιμη κατάσταση, όχι μόνο από έλλειψη προσωπικού, αλλά και από έλλειψη ξεκάθαρων κανόνων, ελέγχων και πολιτικής ευθύνης. Ένα ολόκληρο μοντέλο αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού μετατρέπεται σε πεδίο σύγκρουσης συμφερόντων, με το δημόσιο συμφέρον να βγαίνει μόνιμα χαμένο.
Στον Πειραιά, μία από τις μεγαλύτερες αστικές περιοχές της χώρας, υπάρχουν 500 έως 600 ετοιμόρροπα κτίρια. Η μηχανικός της τοπικής ΥΔΟΜ, Ελένη Λαγοπάτη, περιγράφει με ωμό ρεαλισμό την καθημερινότητα: «Έχω κάνει αναφορές. Όταν χρειαστεί, το παίρνω πάνω μου και πάω σε αυτά, αντί για κάποιο αυθαίρετο». Σε ένα σκηνικό όπου οι πολεοδομικές ανάγκες ξεχειλίζουν και οι υπηρεσίες καταρρέουν, οι μηχανικοί καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε επικίνδυνα κτίρια και αυθαιρεσίες, χωρίς τα μέσα και χωρίς την υποστήριξη που απαιτεί η σοβαρότητα του έργου τους.
Την ίδια ώρα, στο κεντρικό κράτος η εικόνα είναι εξίσου απογοητευτική. Η Γενική Διεύθυνση Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών και η Διεύθυνση Εφαρμογής Σχεδιασμού και Ελέγχου Δομημένου Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας απασχολούν μόλις 40 υπαλλήλους συνολικά. Την ώρα που ο νόμος του 2017 προέβλεπε τη δημιουργία 500 οργανικών θέσεων για τα Παρατηρητήρια Δόμησης, οι μονάδες αυτές δεν ιδρύθηκαν ποτέ.
Το προσωπικό των ΥΔΟΜ δεν είναι μόνο αβοήθητο, αλλά και στοχοποιημένο. Ο πρόεδρος της ΠΟ-ΕΜΔΥΔΑΣ, Δημήτρης Πετρόπουλος, αναφέρθηκε σε πρόσφατο περιστατικό ξυλοδαρμού μηχανικού της ΥΔΟΜ στα Χανιά, τονίζοντας πως δεν πρόκειται για μεμονωμένο συμβάν. Παρόμοιες επιθέσεις έχουν καταγραφεί στον Τύρναβο, την Παιανία, τη Σαντορίνη και αλλού. Όπως είπε, αυτά τα περιστατικά ανθίζουν σε ένα περιβάλλον συστηματικής εγκατάλειψης: «Η στοχοποίηση των υπαλλήλων, η πολυνομία, το αντιφατικό νομικό πλαίσιο, η κερδοσκοπία – ιδιαίτερα στις τουριστικές περιοχές – η υποστελέχωση, οι μισθοί πείνας και κυρίως η πλήρης απουσία νομικής προστασίας για τους μηχανικούς που βρίσκονται απέναντι σε ισχυρότατα συμφέροντα, συνθέτουν ένα σκηνικό σκόπιμης απαξίωσης».
Η κατάρρευση των ΥΔΟΜ δεν είναι αποτέλεσμα ατυχήματος ή αδράνειας, αλλά προϊόν συνειδητών πολιτικών επιλογών και συνεχούς υποβάθμισης. Το κράτος δεν προσφέρει ούτε τους πόρους ούτε την προστασία που απαιτείται, ενώ την ίδια ώρα οι ελεγκτικοί μηχανισμοί διαλύονται και οι ιδιώτες εμπλέκονται σε ελέγχους με θολούς ρόλους και εμφανείς συγκρούσεις συμφερόντων. Οι μηχανικοί μένουν μόνοι, με υπογραφή και ευθύνη, απέναντι σε ένα δομημένο περιβάλλον που έχει αφεθεί στο έλεος της αυθαιρεσίας και της βίας.
Οι παρανομίες και οι αυθαιρεσίες στον τομέα της δόμησης συνεχίζονται χωρίς σταματημό – όχι επειδή λείπουν οι κανόνες, αλλά επειδή δεν εφαρμόζονται. Η Δάφνη Φιλιππάκη, βοηθός Συνηγόρου του Πολίτη για την ποιότητα ζωής, αποδίδει την έκρηξη των παραβάσεων στη διαχρονική στάση ανοχής της διοίκησης. Όπως ανέφερε, αυτή εκφράζεται κυρίως με την παντελή έλλειψη ελέγχων στο στάδιο κατασκευής, την πλημμελή εφαρμογή της διαδικασίας για τα αυθαίρετα και μια γενικότερη αδράνεια που αφήνει το πεδίο ελεύθερο για κάθε είδους αυθαιρεσία.
Η Ανεξάρτητη Αρχή δέχεται πλήθος αναφορών και καταγγελιών, από τις οποίες προκύπτει με σαφήνεια ότι η χρόνια δυσλειτουργία και η τραγική υποστελέχωση των ΥΔΟΜ έχουν οδηγήσει σε πλήρη αποδυνάμωση του μηχανισμού ελέγχου. Σε πολλές περιπτώσεις, το εργαλείο του διοικητικού ελέγχου για τις αυθαίρετες κατασκευές έχει ουσιαστικά καταστεί ανενεργό.
Η ίδια επισήμανε ότι από το 2015 μέχρι σήμερα ο Συνήγορος του Πολίτη έχει αποστείλει έξι επίσημες επιστολές στα συναρμόδια υπουργεία, προειδοποιώντας για τις συνέπειες της υποστελέχωσης των ΥΔΟΜ. Παρόλα αυτά, η πολιτεία εξακολουθεί να αδιαφορεί.
Η ανοχή έχει γίνει πλέον συστημική. Με μια Διοίκηση που δεν ελέγχει, με Υπηρεσίες Δόμησης που καταρρέουν, και με ιδιώτες να παίζουν διπλούς ρόλους σε ελέγχους και τακτοποιήσεις, το πεδίο έχει αφεθεί ανεμπόδιστα στην αυθαιρεσία και την παρανομία. Η ερώτηση δεν είναι αν υπάρχει πρόβλημα – αυτό είναι δεδομένο. Η ερώτηση είναι ποιος ωφελείται από την αδράνεια.
Στην ημερίδα της ΠΟ-ΕΜΔΥΔΑΣ, το ζήτημα της τύχης των Υπηρεσιών Δόμησης εξελίχθηκε σε μέτωπο αντιπαράθεσης μεταξύ κορυφαίων θεσμικών εκπροσώπων. Ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ), Γιώργος Στασινός, τάχθηκε υπέρ της υπαγωγής των ΥΔΟΜ στο κεντρικό κράτος, εντός του Υπουργείου Περιβάλλοντος, με παράλληλη σταθεροποίηση του προσωπικού τους: «Οι υπάλληλοι δεν μπορεί να μετακινούνται όποτε θέλει ο δήμαρχος», δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για κίνητρα – οικονομικά και άλλα – ώστε να εξασφαλιστεί η στελέχωση και η συνέχεια της λειτουργίας των υπηρεσιών.
Παράλληλα, σχολίασε και τις συνθήκες υπό τις οποίες καλούνται να εργαστούν οι μηχανικοί, φέρνοντας στο προσκήνιο το πρόσφατο περιστατικό ξυλοδαρμού υπαλλήλου της ΥΔΟΜ στα Χανιά. Τόνισε, όμως, ότι συχνά προβάλλονται δυσανάλογα τα περιστατικά επίορκων υπαλλήλων αντί να αναδεικνύεται το πρόβλημα της βίας κατά των μηχανικών: «Το πρώτο θέμα στα κανάλια δεν ήταν ότι έδειραν υπάλληλο, αλλά κάτι άλλο», παρατήρησε με σαφή αιχμή προς τη δημόσια συζήτηση.
Η παρέμβασή του δεν έμεινε ασχολίαστη. Ο Α΄ Αντιπρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ) και δήμαρχος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης, Γρηγόρης Κωνσταντέλλος, πήρε αμέσως τον λόγο για να αντικρούσει τη θέση περί μεταφοράς των ΥΔΟΜ στο υπουργείο. «Ο πρόεδρος του ΤΕΕ ήρθε, είπε κι έφυγε», σχολίασε δηκτικά, πριν ξεκαθαρίσει ότι οι δήμοι δεν φέρουν ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση. «Δεν πρόκειται για ολιγωρία ή άρνηση ανάληψης αρμοδιοτήτων. Αντιθέτως, τη θέλουμε τη λειτουργία των ΥΔΟΜ, και έχουμε προειδοποιήσει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια μετακίνησής τους θα αποτελέσει αιτία σοβαρής σύγκρουσης».
Η διαμάχη φανερώνει πως δεν υπάρχει ούτε κοινός προσανατολισμός ούτε ενιαίο σχέδιο για το μέλλον των Υπηρεσιών Δόμησης. Το αποτέλεσμα είναι ένα διχασμένο σύστημα, όπου ο ένας φορέας επιρρίπτει τις ευθύνες στον άλλον, ενώ οι πολίτες, οι μηχανικοί και το ίδιο το περιβάλλον πληρώνουν το τίμημα της ακινησίας και της θεσμικής αβεβαιότητας.
Σε σκληρό τόνο τοποθετήθηκε ο Α΄ Αντιπρόεδρος της ΚΕΔΕ και δήμαρχος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης, Γρηγόρης Κωνσταντέλλος, υποστηρίζοντας ότι η μεταφορά των Υπηρεσιών Δόμησης στο κεντρικό κράτος συνιστά προσπάθεια συγκεντρωτικού ελέγχου και όχι διοικητική αναβάθμιση. Όπως είπε, οι ΥΔΟΜ είναι ουσιώδη εργαλεία για τους δήμους ώστε να μπορούν να εποπτεύουν την πολεοδομική πραγματικότητα των πόλεών τους και να παρεμβαίνουν άμεσα σε περιπτώσεις αυθαιρεσιών: «Οι υπηρεσίες αυτές είναι απαραίτητες για να πιάνουμε τον αυθαιρετούντα στην αρχή – όχι όταν έχει ήδη ρίξει κεραμοσκεπή», τόνισε χαρακτηριστικά, στηλιτεύοντας τη μεταφορά της αρμοδιότητας ελέγχου αυθαίρετης δόμησης από τις ΥΔΟΜ σε εξωτερικά “μητρώα”.
Με δηκτικό ύφος αναφέρθηκε στην απουσία αποτελεσματικής επιβολής του νόμου: «Δεν έχω δει πολλές κατεδαφίσεις όσα χρόνια ασχολούμαι», είπε, υπογραμμίζοντας τη χαμηλή αποτρεπτική δύναμη του υπάρχοντος συστήματος.
Ο κ. Κωνσταντέλλος εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις για τη χρήση των «διάφορων μητρώων» και χαρακτήρισε «λαθεμένη» την επιλογή του Υπουργείου Περιβάλλοντος να αφαιρέσει τον έλεγχο αυθαίρετης δόμησης από τις δημοτικές υπηρεσίες. Όπως επεσήμανε, «εκεί που θα τον πιάναμε στην καθαριότητα της εκσκαφής, τώρα θα έρχεται ο ελεγκτής όταν θα βάζει την κεραμοσκεπή».
Προειδοποίησε, επίσης, ότι η υποβάθμιση και απορρύθμιση των ΥΔΟΜ μπορεί να αξιοποιηθεί ως πρόσχημα για την πλήρη κατάργησή τους και την υπαγωγή τους στο Υπουργείο, με στόχο έναν «κατάλληλο» έλεγχο της δόμησης από το κέντρο. Συνέδεσε τη χρονική συγκυρία της συζήτησης για τη μεταφορά αρμοδιοτήτων με τη δικαστική ήττα των δήμων στο Συμβούλιο της Επικρατείας όσον αφορά τα μπόνους του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ), αφήνοντας αιχμές για πολιτικό σχεδιασμό πίσω από την εξέλιξη αυτή. «Κανείς δεν έχει δει τον πόλεμο που θα γίνει στη συνέχεια», προειδοποίησε, παραπέμποντας εμμέσως και στη συμμετοχή του Γενικού Γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού, Ευθύμη Μπακογιάννη, στην επιτροπή για τον νέο Κώδικα Αυτοδιοίκησης.
Η εικόνα που διαμορφώνεται είναι αυτή μιας ανοιχτής σύγκρουσης για τον έλεγχο της δόμησης, όπου πίσω από τις τεχνικές λεπτομέρειες παίζεται ένα παιχνίδι πολιτικής και θεσμικής ισχύος – με τους δήμους να βλέπουν την υποβάθμιση των ΥΔΟΜ ως προοίμιο για την αφαίρεση ενός από τα τελευταία εργαλεία ουσιαστικής τοπικής παρέμβασης.

