Η πρόσφατη έκρηξη πολιτικά υποκινούμενης βίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, με αποκορύφωμα τη σοκαριστική δολοφονία του Τσάρλι Κερκ, σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή για τη δυτική δημοκρατία. Η πράξη αυτή, πέρα από τη φρίκη που προκάλεσε, ανέδειξε τη μετατόπιση του πολιτικού φαινομένου από τον χώρο του λόγου στον χώρο της βίας. Η κοινωνία που οικοδομήθηκε πάνω στην ελευθερία της έκφρασης, τη λογική επιχειρηματολογία και τη νομιμότητα, έχει μετατραπεί σε πεδίο όπου οι ιδεολογικές διαφορές επιλύονται με προσβολές, ακυρώσεις, πυροβολισμούς και δολοφονίες. Οι πολιτικοί ακτιβιστές δεν αναζητούν πλέον τη συναίνεση, αλλά την εξόντωση του αντιπάλου.
Το πιο ανησυχητικό δεν είναι απλώς η αύξηση της βίας, αλλά η ηθική της νομιμοποίηση. Οι αντίπαλοι δεν θεωρούνται πλέον πλανεμένοι ή απλώς πολιτικά εσφαλμένοι· θεωρούνται ηθικά διεφθαρμένοι, επικίνδυνοι, κακόβουλοι — όντα που πρέπει να εκλείψουν για να επικρατήσει το «καλό». Έτσι, η πολιτική αντιπαράθεση εκφυλίζεται σε ηθικό πόλεμο, όπου κάθε πλευρά πιστεύει ότι ενσαρκώνει το απόλυτο δίκιο και βλέπει την άλλη ως υπαρξιακή απειλή. Ο διάλογος καθίσταται αδύνατος, η ανοχή ανύπαρκτη και η βία, για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, γίνεται και πάλι πολιτικά θεμιτή.
Αυτή η ηθικοποίηση της πολιτικής είναι το σύμπτωμα μιας βαθύτερης φιλοσοφικής ασθένειας. Ο Λούντβιχ φον Μίζες, στο κλασικό έργο Ανθρώπινη Δράση, είχε ήδη επισημάνει ότι η συλλογική ή κολεκτιβιστική ηθική εμπεριέχει μια εσωτερική αντίφαση: επιδιώκει να επιβάλει την αρετή διά της βίας. Ο κολεκτιβισμός, έγραφε, είναι από τη φύση του θεοκρατικός. Προϋποθέτει μια υπεράνθρωπη οντότητα —το Κράτος, το Έθνος, την Ιστορία, την Ανθρωπότητα— στην οποία οφείλουν υποταγή τα άτομα. Όποιος επικαλείται την υπεροχή αυτής της «θεότητας» νομιμοποιεί την εξουσία να ορίζει το καλό και το κακό. Από τους βασιλιάδες που κυβερνούσαν «κατά θεία βούληση» μέχρι τις κομμουνιστικές πρωτοπορίες που επικαλούνταν την «ιστορική αποστολή του προλεταριάτου», το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο: η δικτατορία της απόλυτης βεβαιότητας.
Η οικουμενιστική αυτή ηθική, έλεγε ο Μίζες, καταργεί τον ορθό λόγο. Δεν υπάρχει χώρος για επιχειρήματα, αφού η αλήθεια θεωρείται αποκεκαλυμμένη και αναμφισβήτητη. Όταν η λογική δεν μπορεί να επιλύσει τις διαφορές, η μόνη διέξοδος είναι η βία. «Δεν απομένει κανένα μέσο για την επίλυση των διαφορών εκτός από την ένοπλη σύγκρουση», έγραφε προφητικά. Από τις θρησκευτικές σταυροφορίες μέχρι τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ού αιώνα, η ιστορία αποδεικνύει την ορθότητα της διάγνωσής του: κάθε σύστημα που θεοποιεί μια συλλογική αξία και εξορίζει το άτομο οδηγεί αναπόφευκτα σε πόλεμο — εξωτερικό ή εμφύλιο.
Ο κολεκτιβισμός, λοιπόν, δεν είναι απλώς μια οικονομική ή πολιτική θεωρία· είναι μια θεολογία της εξουσίας. Υπόσχεται σωτηρία μέσω υπακοής, κατασκευάζει μια υπερβατική αρχή που απονέμει ηθική νομιμότητα σε όσους υπηρετούν την αποστολή της και δαιμονοποιεί όσους την αμφισβητούν. Η κρατολατρεία, ο σοσιαλισμός, ο φανατικός εθνικισμός —όλα αποτελούν παραλλαγές αυτής της ίδιας πολιτικής θρησκείας. Και όπως κάθε θρησκεία χωρίς θεό, στηρίζεται αποκλειστικά στην πίστη και στην εξουσία των «ιερέων» της.
Η απάντηση του Μίζες είναι ο ατομικισμός —όχι ως εγωισμός, αλλά ως ηθική της ελευθερίας. Ο άνθρωπος, ενεργώντας για το συμφέρον του με τη σωστή έννοια του όρου, ενισχύει την κοινωνική συνεργασία, τη δημιουργικότητα και την ειρήνη. Η κοινωνία δεν είναι δημιούργημα θεϊκής πρόνοιας ή κρατικής μηχανής, αλλά προϊόν της ανθρώπινης δράσης, της επιθυμίας του ανθρώπου να μειώσει τη δυσφορία του και να αυξήσει την ευτυχία του. Ο καταμερισμός της εργασίας, όπως τον περιέγραψαν ο Χιουμ, ο Σμιθ και ο Ρικάρντο, είναι η λογική και ηθική θεμελίωση αυτής της συνεργασίας.
Η ατομικιστική ηθική δεν χρειάζεται υπεράνθρωπη δικαίωση. Αντλεί το κύρος της από την ανθρώπινη εμπειρία και την ανάγκη για ειρηνική συνύπαρξη. Ο Μίζες, ακολουθώντας τον Ντέιβιντ Χιουμ, αποδέχτηκε ότι κανένα «πρέπει» δεν μπορεί να προκύψει από το «είναι» —οι αξίες δεν θεμελιώνονται σε γεγονότα. Ωστόσο, αναγνώρισε ότι η πλειονότητα των ανθρώπων, ανεξάρτητα από ιδεολογίες, επιθυμεί ειρήνη και ευημερία. Αυτές οι καθολικές ανάγκες καθιστούν αναγκαίο ένα σύστημα ελευθερίας και ιδιωτικής ιδιοκτησίας που επιτρέπει τη συνύπαρξη των διαφορών χωρίς καταναγκασμό.
Από την άλλη, ο Επίκουρος, τον οποίο επικαλείται ο Μίζες, προσέφερε ένα θετικό θεμέλιο στην ατομική ηθική. Η επιδίωξη της ευτυχίας δεν είναι παθητική, αλλά ενεργητική — απαιτεί σκέψη, αυτογνωσία και δράση. Η ευτυχία δεν είναι η φυγή από τον πόνο, αλλά η δημιουργία μιας ζωής ολοκληρωμένης, όπου το άτομο απολαμβάνει τις ψυχικές χαρές της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσης. Ο Επίκουρος απέρριψε την κοινοκτημοσύνη ως πηγή δυσπιστίας και συγκρούσεων, υποστηρίζοντας ότι μόνο η ιδιωτική ιδιοκτησία και η αυτονομία του ατόμου εξασφαλίζουν σταθερή ευδαιμονία.
Έτσι, οι διδασκαλίες του Χιουμ, του Επίκουρου και του Μίζες συγκλίνουν σε μια κοινή διαπίστωση: η ειρήνη προϋποθέτει την ελευθερία. Όπου η ηθική γίνεται εργαλείο πολιτικής εξουσίας, το αποτέλεσμα είναι η βία. Όπου το κράτος αξιώνει το δικαίωμα να καθορίζει το «καλό», οι άνθρωποι μετατρέπονται σε μέσα και όχι σε σκοπούς.
Η σημερινή αμερικανική κοινωνία —και όχι μόνο— μοιάζει να έχει λησμονήσει αυτό το μάθημα. Η ηθική έχει αντικατασταθεί από τη ρητορική της εξουσίας, η ελευθερία από τη συμμόρφωση και ο διάλογος από την ακύρωση. Κάθε πλευρά οχυρώνεται πίσω από τη δική της πίστη, διακηρύσσοντας ότι η σωτηρία της ανθρωπότητας περνά από την εξόντωση των «αμαρτωλών». Η βία, φυσική ή λεκτική, είναι απλώς το αναπόφευκτο σύμπτωμα ενός πολιτισμού που έχασε την πίστη του στην ορθολογική πειθώ.
Αν η Αμερική —και μαζί της ολόκληρη η Δύση— επιθυμεί να αποφύγει την κατάρρευση στον εμφύλιο φανατισμό, πρέπει να ξαναθυμηθεί την ηθική του ορίου: τον διαχωρισμό κράτους και ηθικής. Η ηθική πρέπει να παραμείνει προσωπική υπόθεση, έκφραση ελευθερίας και συνείδησης, όχι κρατική εντολή. Μόνο όταν ο άνθρωπος πάψει να θεωρεί εχθρό όποιον διαφωνεί μαζί του και ξαναδεί στον άλλον έναν συμπολίτη με ίσο δικαίωμα στην ευτυχία, θα μπορέσει να αποκηρύξει τη βία του κολεκτιβισμού και να επανιδρύσει την ειρήνη της ελευθερίας.
Η αληθινή πρόοδος δεν βρίσκεται στην ηθική επιβολή, αλλά στην ηθική αυτογνωσία· όχι στην κρατική σωτηριολογία, αλλά στη συνειδητή επιλογή της ατομικής ευθύνης. Μόνον εκεί, στο πεδίο της ελεύθερης βούλησης και του σεβασμού της διαφορετικότητας, μπορεί να αναστηθεί ο πολιτισμός που κάποτε έκανε τη Δύση φάρο του ορθού λόγου και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

