11 Ιουλίου, 2025
Αρθογραφία Άρθρα

Όταν η Εθνική Πινακοθήκη δεν χωρά την ψυχή μας

Η Έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη επανήλθε. Και μαζί της, επανήλθαν οι ανησυχίες. Αυτές που για καιρό έμοιαζαν υπόγειες, σιωπηλές, σχεδόν ντροπαλές. Σήμερα όμως, βρίσκουν τη φωνή τους σε ένα βίντεο λίγων λεπτών. Ο ευρωβουλευτής της ΝΙΚΗΣ, Νίκος Αναδιώτης στέκεται μπροστά στην κάμερα χωρίς να πει λέξη, μπροστά από την Πινακοθήκη που φιλοξενεί την έκθεση «Η Σαγήνη του Αλλόκοτου». Δεν κραυγάζει. Δεν καταγγέλλει. Και όμως, λέει τα πάντα. Με το βλέμμα, με τη σιωπή, με τη στάση του σώματος, καλεί τον θεατή να σταθεί κι εκείνος· όχι απλώς μπροστά σε έργα τέχνης, αλλά απέναντι σε μια βαθιά ερώτηση: ποιοι είμαστε, και σε ποιον τόπο ανήκουμε;

Η έκθεση που άναψε φωτιές πριν μερικούς μήνες επανέρχεται – αυτή τη φορά πλήρης, παρά τις σφοδρές αντιδράσεις που είχε προκαλέσει η προσωρινή απομάκρυνση κάποιων έργων. Θέμα της: η επανερμηνεία θρησκευτικών εικόνων μέσα από τη ματιά της σύγχρονης τέχνης. Για τους υποστηρικτές της, πρόκειται για τολμηρό εγχείρημα, για άσκηση ελευθερίας. Για άλλους όμως, αποτελεί κατάφωρη προσβολή, μια βεβήλωση που δεν χτυπά απλώς αισθητικά αντανακλαστικά, αλλά πληγώνει βαθιά, υπαρξιακά.

Μπορεί, αλήθεια, να αποκαλείται “σύγχρονη τέχνη” κάτι που μετατρέπει την Παναγιά σε παραμορφωμένο σύμβολο; Που παρουσιάζει τον Χριστό ως γκροτέσκα φιγούρα; Τον Άγιο Γεώργιο ως φιγούρα αιματηρής υπερβολής; Είναι πράγματι αυτός ο καθρέφτης της ψυχής μας ή πρόκειται για καθοδηγούμενη αποδόμηση όσων για αιώνες μας κρατούσαν όρθιους;

Πολλοί στάθηκαν –όπως κι εγώ– απ’ έξω. Όχι από περιέργεια, αλλά από ανάγκη. Και δεν μπήκαμε. Όχι επειδή φοβηθήκαμε να δούμε. Αλλά γιατί νιώσαμε ότι αυτό που υπήρχε μέσα δεν μας χωρούσε. Δεν μας άφηνε χώρο. Δεν αναγνώριζε εκείνα που κουβαλούμε μέσα μας: την προσευχή της γιαγιάς, την εικόνα στο εικονοστάσι, τη μάνα που ψιθύριζε το “Υπεραγία Θεοτόκε” τα βράδια του πόνου.

Η τέχνη οφείλει να είναι ελεύθερη. Αλλά όταν η ελευθερία αυτή στρέφεται αποκλειστικά στην πρόκληση και τη διακωμώδηση των ιερών συμβόλων ενός λαού, τότε γίνεται εργαλείο αποξένωσης. Κι όταν η ίδια η Εθνική Πινακοθήκη προβάλλει έργα που δεν στέκονται με σεβασμό απέναντι στο θρησκευτικό και πολιτισμικό συναίσθημα, δεν μιλάμε πια για πρόοδο. Μιλάμε για μοναξιά.

Γιατί η μνήμη αυτού του τόπου είναι αθόρυβη αλλά αδιάκοπη. Δεν ζητά αγιογραφίες. Ζητά όμως να μη χλευάζεται. Ζητά χώρο. Να μην εξοριστεί από τους εθνικούς θεσμούς. Να μην ντρέπεται που αγαπά. Να μην αισθάνεται πως πρέπει να αποδείξει την “προοδευτικότητά” της διαγράφοντας την ταυτότητά της.

Δεν είναι εύκολο να είσαι Ρωμιός. Να κουβαλάς πίστη, μνήμη, παράδοση, και να καλείσαι να τις υπερβείς στο όνομα μιας τέχνης που δεν σε αναγνωρίζει. Που ζητά να μάθεις να θαυμάζεις το τραύμα σου. Που απαιτεί να σε εκπαιδεύσει στην αποξένωση.

Η έκθεση “Η Σαγήνη του Αλλόκοτου” ίσως τελικά δεν σαγηνεύει. Ίσως απλώς απομακρύνει. Και η σιωπή του Αναδιώτη μπροστά στην Πινακοθήκη γίνεται καθρέφτης της σιωπής πολλών: αυτών που ένιωσαν να μην έχουν θέση εκεί μέσα. Στον ίδιο τους τον τόπο.