18 Ιουλίου, 2025
Ελλάδα

ΟΠΕΚΕΠΕ: Πολυδαίδαλο σύστημα διαφθοράς στο κέντρο της ελληνικής εξουσίας

Πιθανή η κατάθεση πρότασης μομφής από βουλευτές της ΝΔ κατά του Μητσοτάκη, για την αντικατάστασή του με πρόσωπο κοινής αποδοχής από την κυβερνητική πλειοψηφία

Το σκάνδαλο που ξέσπασε γύρω από τον ΟΠΕΚΕΠΕ αποτελεί αναμφισβήτητα το σοβαρότερο πλήγμα που έχει δεχθεί η κυβέρνηση τα τελευταία έξι χρόνια. Από τη δικογραφία που απέστειλε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στην ελληνική Βουλή αναδύεται ένα πολύπλοκο και εκτεταμένο δίκτυο παράνομης απομύζησης κοινοτικών ενισχύσεων, όπου εμπλέκονται επιτήδειοι που εξαπατούν το σύστημα εις βάρος των πραγματικών δικαιούχων.

Το σκάνδαλο περιλαμβάνει μια σειρά από πρόσωπα: αγροτοσυνδικαλιστές, τοπικούς κομματικούς παράγοντες της Νέας Δημοκρατίας, διοικητικά στελέχη αλλά και κυβερνητικά πρόσωπα, στα οποία καταλογίζονται ψηφοθηρικά κίνητρα. Πρώτο κρίσιμο ερώτημα είναι αν το Μέγαρο Μαξίμου γνώριζε τα όσα συνέβαιναν, διότι ενώ νομικά μπορεί να μην υφίσταται θέμα, σε πολιτικό επίπεδο η ευθύνη είναι αναμφισβήτητη.

Ένα δεύτερο ζήτημα που αναδεικνύεται είναι αν πρόκειται για μεμονωμένες υποθέσεις ή αν αυτές συνθέτουν ένα ευρύτερο πρόβλημα νοοτροπίας και τρόπου άσκησης της εξουσίας, που υπερβαίνει τα μέχρι τώρα αποδεκτά όρια και πλαίσια.

Το τρίτο και ίσως πιο σημαντικό ερώτημα αφορά την αντίδραση της κοινής γνώμης σε αυτό το πακέτο εκτροπών, που περιλαμβάνει από τις υποκλοπές και τα Τέμπη έως το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Η εμπιστοσύνη των πολιτών στην πολιτική εστιάζεται πλέον στην εντιμότητα και το ήθος, καθώς το κυβερνητικό αφήγημα περί εκσυγχρονισμού, τεχνολογικής αρτιότητας, αριστείας και αξιοκρατίας φαίνεται να έχει αποτύχει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες για μια Ελλάδα απαλλαγμένη από τον κομματισμό, την αναξιοκρατία και τη διαφθορά.

Οι δημοσκοπήσεις, όπως αυτή της MRB, καταγράφουν αυτή την αλλαγή στάσης, με τους πολίτες να κρίνουν πλέον την πολιτική με βάση το ήθος και τη διαφάνεια. Οι αξιολογήσεις της κυβερνητικής απόδοσης παραμένουν χαμηλές, ενώ η αντιπολιτευτική δραστηριότητα δεν φαίνεται να πείθει. Τα συναισθήματα της οργής, απογοήτευσης και φόβου κυριαρχούν στην κοινωνία, με σημαντικό ποσοστό πολιτών να δηλώνει αποστασιοποιημένο από τα υπάρχοντα κόμματα. Σε αυτό το πλαίσιο, το ποσοστό του «Κανένα» προηγείται με διαφορά 10 ποσοστιαίων μονάδων από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, που όμως παραμένει πρώτος μεταξύ των πολιτικών αντιπάλων.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι προβληματισμός καταγράφεται ιδιαίτερα σε κοινωνικά στρώματα που παραδοσιακά υποστήριζαν τη Νέα Δημοκρατία, όπως οι άνδρες, οι ηλικιακές ομάδες με μεγαλύτερη δυναμική και η μεσαία τάξη, η οποία αποτελεί βασικό στόχο πολιτικών και οικονομικών παρεμβάσεων.

Μπορεί η κοινωνία να αντέξει άλλο ένα σκάνδαλο; Θεωρητικά όλα «τρώγονται» μέσα σε ένα πολύπλοκο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, ωστόσο υπάρχει πάντα ο κίνδυνος μια σταγόνα να ξεχειλίσει το ποτήρι. Στην κυβέρνηση επικρατεί προς το παρόν μούδιασμα και σιωπή, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να αποφεύγει να τοποθετηθεί άμεσα, δηλώνοντας πως δεν έχει πλήρη ενημέρωση και ότι θα ανακοινώσει τις αποφάσεις του εντός της ημέρας. Φαίνεται πως οι παραιτήσεις στελεχών είναι ήδη ειλημμένες, ενώ έχουν δοθεί οι σχετικές υποδείξεις όπου χρειάστηκε.

Προβληματισμό προκάλεσε επίσης η δήλωση του υπουργού Μάκη Βορίδη, ο οποίος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να καθορίσει τη στάση του ανάλογα με την απόφαση της πλειοψηφίας, γεγονός που συνδέεται άμεσα με τη θέση της κυβέρνησης απέναντι στο αίτημα της αντιπολίτευσης για σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής. Σε αυτή τη συγκυρία, η πολιτική κατάσταση μοιάζει εξαιρετικά ευαίσθητη, με το δίλημμα να παραμένει «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα».

Στο πλαίσιο της συζήτησης για την αντοχή της κοινωνίας στα σκάνδαλα επανέρχεται και το σενάριο της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες. Μέχρι στιγμής δεν έχουν ληφθεί αποφάσεις, καθώς βιαστικές κινήσεις σε περιβάλλον έντονης πίεσης θεωρούνται επικίνδυνες. Όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση θα κινηθεί μετά το καλοκαίρι, με προσοχή και σταθερότητα. Στο μεταξύ, το δεύτερο μέρος της στρατηγικής της για την «γοητεία» της κοινής γνώμης, που περιλαμβάνει πακέτο παροχών κυρίως προς τη μεσαία τάξη, αποκτά πλέον μεγαλύτερη σημασία — πάντα υπό την προϋπόθεση ότι «λεφτά υπάρχουν».

Θα τολμήσει πρόωρες εκλογές;

Σκηνικό έντονης πολιτικής αβεβαιότητας διαμορφώνεται γύρω από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, καθώς φουντώνουν οι πιέσεις για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Εκδότες, επιχειρηματικοί παράγοντες και πολιτικά κέντρα εντός κι εκτός ΝΔ προκρίνουν την εκδοχή της άμεσης εκλογικής αναμέτρησης, προκαλώντας αναβρασμό στο εσωτερικό της κυβερνώσας παράταξης και ανεβάζοντας κατακόρυφα το πολιτικό θερμόμετρο. Το ερώτημα πλέον είναι αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει την πολιτική δυνατότητα —ή έστω την πολυτέλεια— να επιλέξει τις πρόωρες εκλογές, και, αν όχι, εάν θα αναγκαστεί να το πράξει υπό το βάρος ανεξέλεγκτων εξελίξεων.

Η εικόνα που δίνουν σήμερα οι δημοσκοπήσεις είναι εύγλωττη. Η ΝΔ καταγράφεται με πρόθεση ψήφου που κυμαίνεται μεταξύ 22% και 25%, ενώ μέσω αναγωγών εμφανίζεται να αγγίζει ακόμα και το 30%. Ωστόσο, οι αναγωγές αυτές κρίνονται από πολλούς ως εξωπραγματικές, αν όχι κατασκευασμένες. Το προηγούμενο των ευρωεκλογών, όπου η ΝΔ φαινόταν προεκλογικά να αγγίζει το 33% και τελικώς έλαβε 28%, αποδεικνύει πως η πρόθεση ψήφου αποτυπώνει πολύ πιο αξιόπιστα τη δυναμική του εκλογικού σώματος. Αν το ίδιο μοντέλο εφαρμοστεί και στην παρούσα συγκυρία, τότε η ΝΔ σε ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές δεν αποκλείεται να κινηθεί ακόμη και κάτω από το όριο του 25%, χάνοντας έτσι το κρίσιμο μπόνους των εδρών που δίνεται στο πρώτο κόμμα. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, και με την απλή αναλογική σε εφαρμογή, ο αριθμός των εδρών για τη ΝΔ δύσκολα θα ξεπερνούσε τους 70.

Αντιμέτωπος με αυτό το ενδεχόμενο, ο πρωθυπουργός μοιάζει παγιδευμένος. Δεν έχει προφανές κίνητρο για να επιλέξει τη διενέργεια πρόωρων εκλογών, όμως η πίεση ενδέχεται να τον οδηγήσει σε λύσεις που δεν προκύπτουν από επιλογή αλλά από ανάγκη. Ο παράγοντας που επιταχύνει τις εξελίξεις δεν είναι άλλος από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Η δικογραφία που έχει σταλεί από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στη Βουλή δεν περιέχει μόνο ποινικές διώξεις για βαριά κακουργήματα, όπως η απιστία, αλλά και ενδείξεις για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης με άμεση εμπλοκή κυβερνητικών παραγόντων. Ένα τέτοιο εύρημα θέτει υπό αμφισβήτηση την αντοχή και τη νομιμοποίηση της κυβέρνησης.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μια πρόωρη εκλογική αναμέτρηση δίνει στον Κυριάκο Μητσοτάκη τη δυνατότητα να προτάξει την ανάγκη «κάθαρσης» και να αναζητήσει νέα εντολή, φέρνοντας ενώπιον των ευθυνών τους τόσο τη Βουλή όσο και την κοινωνία. Ταυτόχρονα, θα μπορεί να συσπειρώσει γύρω του τους εσωκομματικούς του αντιπάλους, τους δελφίνους της παράταξης, καθώς σε μια πρόωρη αναμέτρηση όλοι καλούνται να δώσουν μάχη πολιτικής επιβίωσης με τον ίδιο να ηγείται. Έτσι, θα ελέγχει το εσωκομματικό παιχνίδι και θα προλάβει εσωτερικές ανατροπές.

Παράλληλα, μια τέτοια κίνηση θα αποσυμφορήσει τη διεθνή πίεση. Στις Βρυξέλλες υπάρχει έντονη δυσφορία για τις αποκαλύψεις που αφορούν τη διαχείριση των κοινοτικών πόρων, ενώ στο διεθνές διπλωματικό παρασκήνιο, ειδικά στον χώρο των ΗΠΑ, γίνεται λόγος για δυσμενείς διαθέσεις απέναντι στην κυβέρνηση. Ένα καλό εκλογικό ποσοστό, ακόμη και αν δεν εξασφαλίζει πλειοψηφία, θα μπορούσε να του δώσει ρόλο ρυθμιστή των μετεκλογικών εξελίξεων και πιθανώς την ευκαιρία να διαμορφώσει νέα κυβέρνηση, με άλλον επικεφαλής αλλά υπό την πολιτική του σκέπη.

Ωστόσο, όλα αυτά αποτελούν θεωρητικά σενάρια, χωρίς στέρεα βάση στην πραγματικότητα. Η ΝΔ, όπως δείχνουν τα στοιχεία, βρίσκεται σε φάση συνεχούς φθοράς και αντιμετωπίζει σοβαρό ενδεχόμενο πολιτικής συρρίκνωσης. Αν δεν επιτύχει το όριο του 25%, τότε το μπόνους εδρών χάνεται και μαζί του κάθε ελπίδα για αυτόνομη πολιτική πρωτοβουλία. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, η αντιπολίτευση θα έχει τη δυνατότητα να διαμορφώσει κυβέρνηση συνεργασίας, αποτρέποντας τις επαναληπτικές εκλογές που κανένας πολιτικός σχηματισμός δεν επιθυμεί.

Η ουσία είναι πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με την τρέχουσα εικόνα της διακυβέρνησης, φαίνεται να οδηγεί το κόμμα του σε μια πολιτική κατάρρευση, τόσο σε επίπεδο αξιοπιστίας όσο και σε επίπεδο ηθικής νομιμοποίησης. Τα σκάνδαλα, η κακοδιαχείριση και η συσσώρευση αποτυχιών σε κρίσιμους τομείς έχουν διαβρώσει την πολιτική του βάση. Μέσα σε αυτό το κλίμα, δεν αποκλείεται οι ίδιοι οι βουλευτές της ΝΔ, αναλογιζόμενοι το ενδεχόμενο της προσωπικής τους πολιτικής αποστράτευσης, να κινηθούν προς την κατεύθυνση της εσωκομματικής ανατροπής.

Το σενάριο αυτό, που ήδη κυκλοφορεί σε πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία, προβλέπει την κατάθεση πρότασης μομφής από βουλευτές της ΝΔ κατά του Μητσοτάκη, την αντικατάστασή του με πρόσωπο κοινής αποδοχής από την κυβερνητική πλειοψηφία και τη διαμόρφωση ενός κλίματος ευρύτερων συναινέσεων που θα επιτρέψει τη συντεταγμένη πορεία της χώρας προς τις εκλογές του 2027, χωρίς περαιτέρω κλυδωνισμούς. Η υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου είναι εξαιρετικά δύσκολη, ωστόσο εμφανίζεται πλέον ως μοναδική εφικτή διέξοδος για την πολιτική επιβίωση της Νέας Δημοκρατίας.

Αυτό ακριβώς φαίνεται να αντιλαμβάνονται και οι εκδοτικοί κύκλοι που μέχρι πρότινος στήριζαν τον πρωθυπουργό. Η στροφή τους είναι ήδη αισθητή. Η στήριξη αποσύρεται σιωπηρά και αναζητούνται εναλλακτικές λύσεις, νέα πρόσωπα, νέες ισορροπίες. Και, όπως έχει δείξει επανειλημμένα η ελληνική πολιτική σκηνή, όταν τα συμφέροντα εγκαταλείπουν έναν πρωθυπουργό, πάντα καταφέρνουν να βρουν τον επόμενο.