18 Νοεμβρίου, 2025
Top Επικαιρότητα Οικονομία Πολιτική

Οι επενδύσεις γίνονται η κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας

Διάχυτη είναι η αισιοδοξία πως το επόμενο έτος θα επιτύχουμε διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης, κυρίως λόγω μιας σειράς κατασκευαστικών έργων

Σε καθοριστικό παράγοντα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια αναδεικνύονται οι επενδύσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία του προσχεδίου του κρατικού Προϋπολογισμού για το 2026. Η κυβέρνηση τοποθετεί την επενδυτική δραστηριότητα στο επίκεντρο της αναπτυξιακής στρατηγικής της, επιδιώκοντας να μετατρέψει τη δυναμική των επενδύσεων σε βασικό μοχλό για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη στήριξη της μακροπρόθεσμης οικονομικής ανάκαμψης. Όπως επισημαίνουν ωστόσο στελέχη του οικονομικού επιτελείου, η επιτυχία του σχεδίου θα εξαρτηθεί από δύο κρίσιμες προϋποθέσεις: τη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την αποτελεσματική αξιοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων. Χωρίς αυτές, οι προβλέψεις του προϋπολογισμού κινδυνεύουν να παραμείνουν θεωρητικές εκτιμήσεις χωρίς πραγματικό αντίκρισμα.

Σύμφωνα με το προσχέδιο, η συνολική αύξηση των επενδύσεων προβλέπεται να επιταχυνθεί σημαντικά μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Από 4,5% το 2024, ο ρυθμός αύξησης αναμένεται να φτάσει το 5,7% το 2025 και να αγγίξει το 10,2% το 2026, καταγράφοντας την υψηλότερη επίδοση της τελευταίας δεκαετίας. Η δυναμική αυτή στηρίζεται κυρίως στην ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων, αλλά και στην επέκταση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο προβλέπεται να αυξηθεί στα 16,7 δισεκατομμύρια ευρώ το 2026, έναντι 14,6 δισ. ευρώ το 2025. Οι διαθέσιμοι πόροι θα κατευθυνθούν σε έργα υποδομής στρατηγικής σημασίας, όπως μεταφορές, ενεργειακά δίκτυα, ψηφιακά έργα και επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες, που μπορούν να αυξήσουν ουσιαστικά την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Επιχειρήσεις

Περίπου το ήμισυ της αύξησης των επενδύσεων προβλέπεται να προέλθει από κατασκευαστικά έργα, τα οποία θα ενισχυθούν με ετήσιο ρυθμό 13,8%, αντικατοπτρίζοντας τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη του τομέα των υποδομών και των αστικών αναπλάσεων. Το υπόλοιπο μισό θα αφορά επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό, ψηφιακές τεχνολογίες, αγροτικά προϊόντα και μεταποίηση, με ρυθμούς αύξησης που κυμαίνονται από 2,7% έως 10,1%. Αν οι προβλέψεις επαληθευτούν, το ποσοστό των επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ θα φτάσει στο 18% το 2026, έναντι 15,7% το προηγούμενο έτος. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι η επενδυτική ώθηση θα συμβάλει κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες στην ετήσια ανάπτυξη, μειώνοντας το παραγωγικό κενό σε σχέση με τις ισχυρότερες ευρωπαϊκές οικονομίες.

Παρά την αισιοδοξία των προβλέψεων, το οικονομικό επιτελείο αναγνωρίζει ότι υπάρχουν σημαντικοί εξωγενείς κίνδυνοι που θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τον ρυθμό υλοποίησης του σχεδίου. Η γεωπολιτική αστάθεια, οι συνεχιζόμενες αναταράξεις στις αλυσίδες εφοδιασμού, η αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές, αλλά και οι πιθανές αυξήσεις του κόστους πρώτων υλών και κατασκευών αποτελούν κρίσιμους παράγοντες κινδύνου. Επιπλέον, η επιτυχία του σχεδίου εξαρτάται από την ικανότητα της χώρας να απορροφήσει αποτελεσματικά τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0», που παραμένει ο βασικός πυλώνας της επενδυτικής χρηματοδότησης.

Η ομαλή και γρήγορη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων θεωρείται η «καρδιά» της επενδυτικής στρατηγικής. Το αναθεωρημένο σχέδιο «Ελλάδα 2.0» αναμένεται να οριστικοποιηθεί εντός του μήνα, με την ενσωμάτωση ώριμων έργων που μπορούν να υλοποιηθούν έως το 2026. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη εκφράσει ανησυχίες για τον ρυθμό προόδου, καθώς, σύμφωνα με την τέταρτη ετήσια έκθεση του Ταμείου Ανάκαμψης, η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει λιγότερο από το 50% των στόχων και οροσήμων, αν και έχει ήδη λάβει πάνω από το μισό των προβλεπόμενων χρηματοδοτήσεων. Συνολικά δώδεκα κράτη-μέλη της ΕΕ βρίσκονται σε αντίστοιχη θέση, με την Κομισιόν να ζητεί άμεση επιτάχυνση, δεδομένου ότι απομένει λιγότερο από ένας χρόνος έως τη λήξη της προθεσμίας, τον Αύγουστο του 2026.

Ευρώ

Παρά τις προκλήσεις, η εικόνα της ελληνικής οικονομίας εμφανίζει ενθαρρυντικά σημάδια. Το 2025 αναμένεται να καταγραφεί ως χρονιά-ορόσημο, καθώς η Ελλάδα ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα από όλους τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, γεγονός που αύξησε την εμπιστοσύνη των αγορών και διευκόλυνε τη χρηματοδότηση μεγάλων επενδυτικών έργων. Η μείωση του δημόσιου χρέους, η σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος και η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων ενισχύουν περαιτέρω το περιβάλλον σταθερότητας, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.

Το κρίσιμο ζητούμενο πλέον είναι η μετατροπή των προβλέψεων σε πραγματική οικονομική δραστηριότητα: σε έργα που θα προχωρούν με ταχείς ρυθμούς, σε ιδιωτικές επενδύσεις που θα υλοποιούνται χωρίς γραφειοκρατικά εμπόδια και σε πολιτικές που θα εξασφαλίζουν την ομαλή συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Μόνο τότε η Ελλάδα θα μπορέσει να μετατρέψει την επενδυτική δυναμική σε ουσιαστική πρόοδο, ενισχύοντας τη θέση της στην ευρωπαϊκή οικονομία και διαμορφώνοντας ένα βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο για την επόμενη δεκαετία.