Σε μια περίοδο που ο τουρισμός καταγράφει επίπεδα-ρεκόρ, ο αριθμός των προς πώληση τουριστικών ακινήτων αποτελεί έκπληξη, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς.
«Κάθε χρόνο πραγματοποιούνται αγοραπωλησίες ξενοδοχειακών μονάδων όλων των κατηγοριών, είτε ξενοδοχειακών μονάδων 5 αστέρων, είτε μικρότερων οικογενειακών μονάδων, αλλά “δύσκολα” θα βρίσκαμε τόσο μεγάλη διαθεσιμότητα. Η αυξημένη διαθεσιμότητα καταγράφει μια τάση στον συγκεκριμένο κλάδο που μεταφράζεται σε μεγαλύτερα νούμερα διαθεσιμότητας διότι ένα μεγάλο μέρος ξενοδοχειακών μονάδων που διατίθενται προς πώληση δεν αναρτώνται σε ιστοσελίδες αγγελιών για ευνόητους λόγους», αναφέρει ο Θεμιστοκλής Μπάκας, πρόεδρος του Πανελλαδικού Κτηματομεσιτικού Δικτύου E-Real Estates.
Σύμφωνα με έρευνα του Δικτύου, μεγάλη διαθεσιμότητα καταγράφεται κυρίως σε ξενοδοχεία μικρότερης κατηγορίας από 10 έως 30 δωμάτια, ξενοδοχειακές μονάδες ή και τουριστικά καταλύματα που όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούσαν σε οικογενειακή βάση, αποτελώντας βασικό πυλώνα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και εν γένει της ραχοκοκαλιάς της ελληνικής οικονομίας.
Οπως αναφέρουν, μάλιστα, οι επιχειρηματίες, αρκετά καταλύματα θα κλείσουν τη φετινή χρονιά με μείον στο ταμείο τους, λόγω του υψηλού λειτουργικού κόστους, ως απόρροια της ανόδου των τιμών της ενέργειας και των ανατιμήσεων σε βασικά είδη διατροφής.
Τα περισσότερα προς πώληση καταλύματα ανήκουν στις μικρότερες κατηγορίες, είναι δυναμικότητας έως 30 δωματίων και αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ξενοδοχειακής αγοράς. Όπως αποτυπώνεται, μάλιστα, στα στοιχεία, η πλειονότητα των τουριστικών καταλυμάτων εντοπίζεται στην Εύβοια και στα νησιά του Ιονίου, δύο περιοχές που τα τελευταία χρόνια κατέγραψαν υποτονική ταξιδιωτική κίνηση.
Η μεν Εύβοια, εκτός από τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης, πέρυσι δέχθηκε ισχυρό πλήγμα εξαιτίας των πυρκαγιών που προκάλεσαν σωρεία ακυρώσεων στην καρδιά της τουριστικής σεζόν, ενώ σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις προ πανδημίας εποχές διαμορφώθηκε πέρυσι η κίνηση και στα Επτάνησα, λόγω των ταξιδιωτικών περιορισμών που είχαν τεθεί σε ισχύ στη Βρετανία, την κύρια δεξαμενή τουριστών των νησιών του Ιονίου. Αντίστοιχα, με βάση τις αναρτημένες αγγελίες, φέτος τα προς πώληση ξενοδοχεία που βρίσκονται σε χειμερινούς προορισμούς είναι λιγότερα σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Παράγοντες της αγοράς απέδωσαν τη συγκεκριμένη τάση αφενός στη γρήγορη ανάκαμψη του high-end τουρισμού και αφετέρου στο γεγονός ότι οι μονάδες που εντάσσονται στις δύο υψηλότερες κατηγορίες (4 και 5 αστέρων) έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στη διαμόρφωση της τιμολογιακής πολιτικής και των παρεχόμενων υπηρεσιών έναντι των ξενοδοχείων που ανήκουν στις χαμηλότερες κατηγορίες.
Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία της ετήσιας έρευνας του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), με τίτλο «Οι επιδόσεις των ελληνικών ξενοδοχείων το 2021», βάσει της οποίας εν μέσω πανδημίας, τις μεγαλύτερες αντοχές σε όλες τις κατηγορίες ξενοδοχείων επέδειξαν τα πεντάστερα, παρουσιάζοντας πτώση 8% στον τζίρο τους έναντι του 2019.
Ξένα funds κυρίως οι αγοραστές μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων
Προ ημερών, εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων δημοσίευσε ότι αναμένεται να δεχθεί δεσμευτικές προσφορές από τα ενδιαφερόμενα σχήματα για την απόκτηση των 69 ξενοδοχείων που έχει βγάλει προς πώληση η εταιρεία. Προσφορές κυρίως από ξένα funds, tour operators, αλλά και Έλληνες επιχειρηματίες. Πρόκειται για το πρώτο πακέτο ξενοδοχείων που βγαίνει προς πώληση και καθώς ο ελληνικός τουρισμός έχει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης, το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι έντονο.
«Θεωρούμε ότι η διαθεσιμότητα ξενοδοχειακών μονάδων και ιδιαίτερα μικρών-οικογενειακών μονάδων που θα διατίθενται προς πώληση θα αυξηθεί μετά το πέρας της καλοκαιρινής σεζόν, και σύμφωνα πάντα με τα οικονομικά αποτελέσματα από τον τουρισμό το φετινό καλοκαίρι, καθώς και τις οικονομικές εκκρεμότητες του εκάστοτε επιχειρηματία είτε λόγω της επιστρεπτέας προκαταβολής, των δανείων, τις λοιπές χρόνιες ρυθμίσεις, το ενεργειακό κόστος που σε συνάρτηση με τον πληθωρισμό και την ανατίμηση των αγαθών στην εφοδιαστική αλυσίδα συρρικνώνουν τα εισοδήματα και αυξάνουν τα έξοδα», προσθέτει ο πρόεδρος του E-Real Estates.
Τα νέα funds που έχουν εγκατασταθεί στη χώρα μας στοχεύουν στην κτηματαγορά τόσο μέσω αγορών ακινήτων από ιδιώτες αλλά και μέσω απόκτησης ακινήτων και ξενοδοχειακών μονάδων μέσω «ροζ» δανείων. Δηλαδή, επιχειρήσεις του τουριστικού κλάδου-ξενοδοχειακές μονάδες που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις και βρίσκονται στο όριο πλέον να γίνουν «κόκκινες».
Τα funds διαπραγματεύονται είτε την εξαγορά του δανείου και των υποθηκών μέσω «haircut» των απαιτήσεων, μεταφέροντας την οφειλή-απαιτήσεις στο δικό τους χαρτοφυλάκιο, όπου ο δανειολήπτης πλέον θα είναι υπόχρεος σε αυτούς για την καταβολή των μηνιαίων δόσεων, είτε μέσω επαναχρηματοδότησης των εταιρειών με εγγύηση τις μετοχές και τα περιουσιακά τους στοιχεία ή/και μέσω συνδυασμού, εξαγορά δανείου μέσω «haircut» των απαιτήσεων και ταυτόχρονη επαναχρηματοδότηση
Όπως εξηγεί ο Θεμιστοκλής Μπάκας, ο λόγος που επιλέγουν «ροζ» δάνεια είναι ότι έχουν τη δυνατότητα να εξετάσουν το συγκεκριμένο δάνειο με τις εξασφαλίσεις που το διέπουν, καθώς και τη μελλοντική ανάπτυξη της επιχείρησης ή και τη μελλοντική αύξηση των αξιών των assets που διαθέτει.
Παράλληλα, ένας βασικός παράγοντας είναι ότι γνωρίζουν ότι το μεγαλύτερο μέρος των «κόκκινων» δανείων του παρελθόντος αφορά επιχειρήσεις -στεγαστικά δάνεια που «έσκασαν» εν μέσω μνημονιακών χρόνων, επιχειρήσεις ή και στεγαστικά δάνεια ακινήτων που σε μεγάλο ποσοστό ήταν υπερκοστολογημένα και παράλληλα υπερδανειοδοτημένα.