Στο Άγιον Όρος και συγκεκριμένα στη Μονή Χιλανδαρίου βρίσκεται ο διάσημος Αυστραλός ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός Μελ Γκίμπσον, για μία περίοδο πνευματικής απομόνωσης και περισυλλογής. Ο χολιγουντιανός σταρ θα παραμείνει για αρκετές ημέρες στη σερβική αυτοκρατορική μονή, ένα ιστορικό πνευματικό κέντρο της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, χτισμένο στη χερσόνησο του Άθω, στον ελληνορθόδοξο μοναστικό κόσμο.
Γνωστός διεθνώς για τους εμβληματικούς του ρόλους σε ταινίες όπως το Braveheart και το Φονικό Όπλο, αλλά και για το σκηνοθετικό του έργο Τα Πάθη του Χριστού (2004), ο Γκίμπσον παραμένει εδώ και δεκαετίες μία από τις πιο αναγνωρίσιμες και επιδραστικές προσωπικότητες του παγκόσμιου κινηματογράφου. Η παρουσία του στο Άγιον Όρος έρχεται να τονίσει τη βαθιά και διαχρονική σχέση του με τη χριστιανική πίστη, στοιχείο που διατρέχει τη ζωή και την καλλιτεχνική του διαδρομή.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο δημοφιλές podcast The Joe Rogan Experience, ο Μελ Γκίμπσον μίλησε ανοιχτά για την πρόκληση του να εκφράσει τη χριστιανική του πίστη μέσα σε ένα περιβάλλον όπως το Χόλιγουντ, το οποίο, όπως υποστήριξε, συχνά δείχνει εχθρικότητα απέναντι στον Χριστιανισμό. Ο ίδιος περιέγραψε την εμπειρία του κατά την παραγωγή της ταινίας Τα Πάθη του Χριστού, αναφέροντας πως αντιμετώπισε σφοδρές αντιδράσεις και προκαταλήψεις.
«Ο Χριστιανισμός είναι η μόνη θρησκεία που επιτρέπεται να αντιμετωπίζεται με περιφρόνηση», δήλωσε χαρακτηριστικά, αποδίδοντας αυτή τη στάση στην κυριαρχία «προοδευτικών και έντονα φιλελεύθερων» στην κινηματογραφική βιομηχανία, οι οποίοι, όπως σημείωσε, αποδέχονται άλλες θρησκείες αλλά αντιμετωπίζουν τον Χριστιανισμό με καχυποψία, λόγω της σύνδεσής του με έννοιες όπως η λευκή ταυτότητα, η πατριαρχία και η αποικιοκρατία.
Παρά τις δυσκολίες, ο Γκίμπσον δήλωσε υπερήφανος για τη δημιουργία μιας ταινίας αφιερωμένης στη ζωή και το μαρτύριο του Ιησού Χριστού, τονίζοντας ότι η πίστη του ήταν και παραμένει η κύρια πηγή έμπνευσης και καθοδήγησης. Η επίσκεψή του στο Άγιον Όρος επιβεβαιώνει αυτή την αφοσίωση και αντανακλά μια βαθύτερη ανάγκη επανασύνδεσης με τις πνευματικές του ρίζες, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και τις αντιφάσεις της βιομηχανίας στην οποία διακρίνεται.