Παρά το γεγονός ότι ο χρυσός αποτελεί το πλέον παραδοσιακό απόθεμα αξίας στην ιστορία των επενδύσεων, πολλοί σύγχρονοι ειδικοί εξακολουθούν να τον υποβαθμίζουν, επιλέγοντας να δίνουν προτεραιότητα σχεδόν σε κάθε νεοεμφανιζόμενη επενδυτική ευκαιρία. Οι οικονομικοί σύμβουλοι, σύμφωνα με τις συνήθεις κατευθύνσεις, προτείνουν ο χρυσός να κατέχει ποσοστό μικρότερο από το 10% στο χαρτοφυλάκιο ενός επενδυτή. Παράλληλα, ανεξάρτητοι ιδιώτες επενδυτές, «σκοτεινά» κεφάλαια και κυβερνήσεις έχουν συμβάλει τα τελευταία χρόνια στην αύξηση της χρήσης του χρυσού ως επενδυτικού εργαλείου. Ωστόσο, οι επαγγελματίες του mainstream χρηματοοικονομικού χώρου εξακολουθούν να τον χρησιμοποιούν σε πολύ μικρότερη έκταση απ’ ό,τι θα ήταν αναμενόμενο ή λογικό.
Η απομάκρυνση από τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα που προσφέρει ο χρυσός εξηγείται κυρίως από την ανάγκη εξυπηρέτησης ενός επενδυτικού κοινού που έχει εκπαιδευτεί να επιζητά πολύ υψηλές αποδόσεις με παράλογα χαμηλό ρίσκο. Επιπλέον, παρατηρείται μια γενικευμένη σύγχυση ανάμεσα στην ευκολία των ηλεκτρονικών στοιχείων ενεργητικού και την πραγματική επενδυτική τους αξία. Πολλοί εξακολουθούν να είναι προσκολλημένοι στην υπόθεση ότι το σημερινό κοινωνικοοικονομικό σύστημα είναι βιώσιμο και θα παραμείνει σταθερό επ’ αόριστον.
Ο σύγχρονος άνθρωπος, αν και έχει πρόσβαση σε τεράστιο όγκο πληροφοριών, φαίνεται να διατηρεί προκαταλήψεις απέναντι στην πραγματικότητα, ως απόρροια ορισμένων ιδιαίτερων πολιτισμικών και τεχνολογικών συνθηκών. Η πίστη ότι η ανθρώπινη πρόοδος και η χρηματιστηριακή ευημερία θα συνεχίσουν απρόσκοπτα την ανοδική τους πορεία στο διηνεκές είναι ένα αφήγημα που οι πρόγονοί μας θα αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό, αν όχι με ειρωνεία. Στις μέρες μας, τα προβλήματα που απασχολούν την ανθρωπότητα εδώ και χιλιετίες παρουσιάζονται συχνά ως υποψήφια για οριστική εξάλειψη μέσα σε ελάχιστες δεκαετίες. Ακόμα και όσοι δεν υιοθετούν ρητά αυτή την αισιοδοξία, τείνουν να σκέφτονται και να ενεργούν υπό την επήρειά της.
Σε αυτό το πλαίσιο, κυριαρχεί η ιδέα ότι οι υψηλές αποδόσεις είναι αυτονόητο δικαίωμα, και όχι αποτέλεσμα ρίσκου ή μακρόχρονης υπομονής. Η πρόταση ενός χρηματοοικονομικού συμβούλου για επενδύσεις με χαμηλότερες αποδόσεις συχνά θεωρείται ανεπαρκής ή μη ελκυστική. Οποιοσδήποτε προσπαθεί να προειδοποιήσει για τους κινδύνους της υπερβολικής αισιοδοξίας και να στραφεί σε πιο σταθερές λύσεις, διακινδυνεύει να θεωρηθεί αναποτελεσματικός ή ακόμα και επιβλαβής για τα συμφέροντα των πελατών του.
Η εξοικείωση με τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες πληρωμών και η ευκολία στη μεταφορά χρημάτων έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση της αντίληψης ότι τα ηλεκτρονικά περιουσιακά στοιχεία είναι ανώτερα από τα φυσικά. Δημιουργείται μια λανθασμένη αίσθηση ασφάλειας, η οποία βασίζεται στην ιδέα ότι τα ηλεκτρονικά στοιχεία είναι προστατευμένα σε ένα ψηφιακό περιβάλλον όπου μόνο ο νόμιμος κάτοχος έχει πρόσβαση. Ωστόσο, αυτό αποδεικνύεται επισφαλές, καθώς οι επιθέσεις από χάκερ, τα τεχνικά σφάλματα και η διαρκής ανάγκη για επαγρύπνηση στον κυβερνοχώρο καθιστούν τη διατήρηση αυτών των στοιχείων ευάλωτη.
Αντιθέτως, ο χρυσός, αν και μπορεί να κλαπεί φυσικά και να παρουσιάζει μειωμένη ρευστότητα σε σχέση με τα ηλεκτρονικά μέσα, δεν υπόκειται στους ίδιους ψηφιακούς κινδύνους. Επιπλέον, η μειωμένη δυνατότητα άμεσης ρευστοποίησης δεν θα έπρεπε να αποτελεί σοβαρό εμπόδιο, καθώς μια μικρή επένδυση χρόνου στην πώληση φυσικού χρυσού είναι αμελητέα μπροστά στη χρονική διάρκεια δημιουργίας του πλούτου που αυτός αντιπροσωπεύει. Η φυσική υπόσταση του χρυσού δεν θα έπρεπε να αποθαρρύνει κανέναν επαγγελματία του χώρου από την πρότασή του ως αξιόπιστη επενδυτική επιλογή.
Ένα ακόμη σφάλμα που διαπράττουν οι σύμβουλοι είναι η πεποίθηση ότι το σημερινό οικονομικό σύστημα θα συνεχίσει να υπάρχει χωρίς ανατροπές. Αν πράγματι η παγκόσμια οικονομία είχε εξασφαλίσει την αδιάλειπτη ανάπτυξη επ’ αόριστον, τότε οι επενδύσεις υψηλού ρίσκου θα ήταν, κατά μέσο όρο, η ορθότερη στρατηγική. Ωστόσο, η εκρηκτική ανάπτυξη των τελευταίων δύο αιώνων ίσως αποτελεί απλώς μια ιστορική ανωμαλία και όχι έναν σταθερό κανόνα. Η μοναδικότητα αυτής της περιόδου στην ανθρώπινη ιστορία στηρίζεται σε εξαιρετικά εύθραυστες συνθήκες.
Μια φυσική καταστροφή, ένας παγκόσμιος πόλεμος ή μια τεχνολογική κατάρρευση θα μπορούσαν να αποδιαρθρώσουν τις δομές επικοινωνίας και τις αλυσίδες εφοδιασμού που διατηρούν τη σημερινή οικονομική ορμή. Παρότι κρίσεις όπως η πανδημία COVID-19 απέδειξαν την ανθεκτικότητα του παγκόσμιου συστήματος, ένας πιο ύπουλος κίνδυνος καραδοκεί: η διογκούμενη γραφειοκρατία και οι κρατικές επενδύσεις που δεν στοχεύουν στην καινοτομία αλλά στην αναπαραγωγή της αναποτελεσματικότητας. Αυτή η τάση καταπνίγει τη δημιουργικότητα και επιβραβεύει τον συμβιβασμό.
Ήδη, η υπερρρύθμιση έχει αρχίσει να δημιουργεί σοβαρά προβλήματα, ιδίως στις μικρές επιχειρήσεις, ενώ η συνεχής προσπάθεια επίλυσης μικρών προβλημάτων μέσω υπερβολικών μέτρων συχνά καταλήγει στη δημιουργία πολύ μεγαλύτερων. Η σταδιακή πορεία προς την κρατική υπερδιόγκωση αποτελεί διαχρονική απειλή για τη βιωσιμότητα της οικονομικής ανάπτυξης.
Παρά τα παραπάνω, οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι συνεχίζουν να απορρίπτουν τον χρυσό, θεωρώντας τον επιλογή αποκλειστικά για εκείνους που προετοιμάζονται για καταστροφές ή ακραία σενάρια. Έτσι, αγνοούν τη μεγάλη εικόνα που καθιστά τον χρυσό σταθερό αντίβαρο στην αυξανόμενη αστάθεια της παγκόσμιας πραγματικότητας. Η διαρκής αβεβαιότητα, σε συνδυασμό με την ευθραυστότητα του τρέχοντος μοντέλου, καθιστά αναγκαία τη στροφή των επενδυτών προς σταθερές και δοκιμασμένες αξίες, όπως ο χρυσός, αντί να στοιχηματίζουν στην αβέβαιη υπόσχεση της διαρκούς οικονομικής άνθησης.