Νέα στοιχεία έρχονται στο φως για την άγρια διπλή δολοφονία που σημειώθηκε στο κάμπινγκ της Φοινικούντας, με θύματα τον 68χρονο ιδιοκτήτη και τον επιστάτη του. Καθοριστική για τις έρευνες θεωρείται η μαρτυρία του ανιψιού του 68χρονου, ο οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της επίθεσης και περιέγραψε με λεπτομέρειες στους αστυνομικούς τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.
Σύμφωνα με όσα κατέθεσε, το βράδυ της δολοφονίας βρισκόταν στη ρεσεψιόν του κάμπινγκ μαζί με τον θείο του, ενώ ο επιστάτης ήταν έξω από το γραφείο. Τα παντζούρια της ρεσεψιόν ήταν ανοιχτά και ο ίδιος είδε έναν άνδρα να μπαίνει από την κεντρική είσοδο και να κατευθύνεται προς το σημείο.
Ο άνδρας, όπως περιέγραψε, ήταν αρκετά ξανθός, με κοντά μαλλιά, φορούσε λευκό πουκάμισο με ρίγες —μαύρες, μπλε ή γκρι— και κρατούσε ένα μαύρο υφασμάτινο τσαντάκι χιαστί. Δεν θυμόταν αν φορούσε βερμούδα ή παντελόνι, αλλά ήταν βέβαιος πως δεν επρόκειτο για τζιν. Εκείνη την ώρα ετοιμάζονταν να κλείσουν τη ρεσεψιόν, καθώς το κάμπινγκ συνήθως έκλεινε μεταξύ 20:30 και 21:00.
Όπως κατέθεσε, ο επιστάτης, γνωστός για το πειραχτικό του ύφος, σχολίασε ειρωνικά «πού πάει αυτό;» όταν είδε τον άγνωστο να πλησιάζει, προκαλώντας τα γέλια του ανιψιού. Ο δράστης, που σύμφωνα με τη μαρτυρία δεν έμοιαζε για Έλληνας ούτε για Γερμανός, απευθύνθηκε στον 68χρονο στα σπαστά αγγλικά ρωτώντας: «You have a place to stay? Is there any place for me? (έχεις κάποιο μέρος να μείνω, υπάρχει κάποιο μέρος για εμένα;)».
Ο ιδιοκτήτης, με σαρκαστικό ύφος, απάντησε «What place?» γελώντας. Τότε ακούστηκε ο πρώτος πυροβολισμός. Ο μάρτυρας περιέγραψε πως ο θείος του σηκώθηκε από την καρέκλα και αμέσως ακολούθησε δεύτερος πυροβολισμός.
«Ήμουν μπροστά από το τζάκι και ο επιστάτης στεκόταν στην πόρτα της ρεσεψιόν. Μόλις ακούστηκαν οι πυροβολισμοί, άρχισα να τρέχω και φώναξα και στον Βασίλη να φύγει. Βγαίνοντας, εγώ έτρεξα αριστερά και εκείνος προς τα ψυγεία. Είδα ότι θόλωσε και του φώναξα να τρέξει, αλλά ο άγνωστος τον πυροβόλησε δύο ή τρεις φορές. Καθώς έτρεχα, είδα τον άνδρα να στοχεύει και προς το μέρος μου και να ρίχνει άλλους έναν ή δύο πυροβολισμούς», κατέθεσε ο ανιψιός, προσθέτοντας πως έτρεχε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, ώσπου γλίστρησε και έπεσε. Όταν σηκώθηκε, είδε τον δολοφόνο να στρέφεται προς τα πίσω και έτρεξε μέχρι το εστιατόριο του κάμπινγκ, όπου ζήτησε να καλέσουν την αστυνομία.
Επιστρέφοντας λίγο αργότερα στη ρεσεψιόν, βρήκε τον επιστάτη νεκρό, ενώ φώναζε στους υπόλοιπους επισκέπτες του κάμπινγκ να απομακρυνθούν για λόγους ασφαλείας. Όπως είπε στους αστυνομικούς, είδε καθαρά το πρόσωπο του δράστη και είναι απολύτως βέβαιος πως μπορεί να τον αναγνωρίσει.
Αξιοσημείωτο είναι, σύμφωνα με την κατάθεσή του, ότι μετά το έγκλημα το πρώτο τηλεφώνημα που ζήτησε να γίνει, μέσω της συντρόφου του, ήταν προς τον ιδιοκτήτη καφετέριας στο Κολωνάκι, ο οποίος στο παρελθόν είχε υπάρξει εργοδότης ενός από τους δύο 22χρονους κατηγορουμένους και το πρόσωπο που τον είχε γνωρίσει σε εκείνον. «Ήμουν σε σοκ και δεν μπορούσα να μιλήσω, γι’ αυτό της είπα να καλέσει εκείνον», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η αστυνομία συνεχίζει τις έρευνες, με το βλέμμα στραμμένο στη διαλεύκανση των κινήτρων του διπλού φονικού και στην πλήρη ταυτοποίηση του δράστη, τον οποίο ο μάρτυρας επιμένει ότι μπορεί να αναγνωρίσει χωρίς αμφιβολία.

