Πριν ακόμη φτάσει στα φώτα της δημοσιότητας το σκάνδαλο του «Φραπέ» Γιώργου Ξυλούρη στον ΟΠΕΚΕΠΕ, που απασχόλησε την κοινή γνώμη με κατηγορίες περί καταχρήσεων ευρωπαϊκών επιδοτήσεων μέσω εικονικών δηλώσεων, μια άλλη, παλαιότερη υπόθεση με παρόμοια χαρακτηριστικά είχε ταράξει τα νερά της πολιτικής ζωής. Ήταν η υπόθεση της εταιρείας Iven Καινοτόμες Επιχειρήσεις Α.Ε., στην οποία είχε διατελέσει πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τότε νέος στην πολιτική, προτού ακόμη εκλεγεί βουλευτής. Το όνομα του σημερινού πρωθυπουργού ενεπλάκη τότε σε μια υπόθεση που συνδύαζε πολιτικές διασυνδέσεις, ευρωπαϊκά κονδύλια και αμφιλεγόμενες χρηματοδοτήσεις.
Η πολιτική «καριέρα» του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν ξεκίνησε με κάλπες, αλλά με ένα διορισμό. Ο πατέρας του, πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, παρενέβη στον τότε πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη για να τοποθετηθεί ο γιος του σε διοικητική θέση σε θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας, την Iven Α.Ε. Εκεί, χωρίς προηγούμενη εμπειρία στον ιδιωτικό τομέα, ο Κυριάκος ανέλαβε άμεσα την προεδρία και τη διεύθυνση της εταιρείας. Η Iven είχε ως σκοπό τη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων που διατίθεντο για την ενίσχυση της καινοτομίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης.
Η διοίκηση Μητσοτάκη στην Iven εξελίχθηκε σε ένα οικονομικό ναυάγιο. Η εταιρεία, ενώ είχε πρόσβαση σε κοινοτικά κονδύλια, βρέθηκε στο στόχαστρο των αρχών όταν διαπιστώθηκε ότι επιδοτήσεις δόθηκαν σε επιχειρήσεις που δεν πληρούσαν τους όρους της καινοτομίας, δηλαδή δεν ανταποκρίνονταν στα κριτήρια για τα οποία προορίζονταν οι κοινοτικές ενισχύσεις. Η Iven οδηγήθηκε τελικά σε εκκαθάριση και η Εθνική Τράπεζα υποχρεώθηκε να επιστρέψει στο ελληνικό Δημόσιο τα χρήματα που είχε λάβει η θυγατρική της από τα ευρωπαϊκά ταμεία.
Η υπόθεση έλαβε ιδιαίτερη δημοσιότητα όταν το 2008, η εφημερίδα Έθνος της Κυριακής αποκάλυψε την ύπαρξη πορίσματος με επιβαρυντικά στοιχεία, το οποίο οδηγούσε τη Δικαιοσύνη στην άσκηση διώξεων για απάτη σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ε.Ε. Το πρόγραμμα ΕΛΕΥΘΩ, μέσω του οποίου χρηματοδοτήθηκε η Iven, είχε γίνει το όχημα για παράνομες ή λανθασμένες επιδοτήσεις, οι οποίες αποδίδονταν σε χειρισμούς της διοίκησης – δηλαδή του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η Δικαιοσύνη ζητά άρση ασυλίας – Η Βουλή προστατεύει
Την επόμενη ημέρα, στις 13 Οκτωβρίου 2008, η εφημερίδα Τα Νέα δημοσίευσε ρεπορτάζ με τίτλο «Ανοιχτοί λογαριασμοί του Κυριάκου Μητσοτάκη με τη Δικαιοσύνη», αποκαλύπτοντας πως η Εισαγγελία είχε ζητήσει την άρση της βουλευτικής ασυλίας του, προκειμένου να διερευνηθεί ο ρόλος του στην υπόθεση της Iven. Το σχετικό αίτημα εστάλη στον τότε υπουργό Δικαιοσύνης Σωτήρη Χατζηγάκη και η υπόθεση παραπέμφθηκε στη Βουλή.

Η συζήτηση της άρσης ασυλίας έγινε στις 14 Ιανουαρίου 2009. Το σκηνικό στη Βουλή ήταν σχεδόν θεατρικό. Η διαδικασία ήταν ονομαστική –κάθε βουλευτής ανέγραφε το όνομά του και παρέδιδε το ψηφοδέλτιο σε συναδέλφους του. Ένας εξ αυτών ήταν ο σημερινός υπουργός και τότε βουλευτής της Ν.Δ., Λευτέρης Αυγενάκης, ο οποίος μάλιστα έλαβε τον λόγο και μίλησε στη σχετική συνεδρίαση. Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο: 203 ψήφοι κατά, μόλις 2 υπέρ και 10 «παρών». Η ασυλία του Κυριάκου Μητσοτάκη παρέμεινε άθικτη και η ποινική δίωξη δεν προχώρησε.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε υπερασπιστεί δημόσια τον εαυτό του, υποστηρίζοντας πως δεν υπήρξε ζημία για το Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση και πως επρόκειτο απλώς για μία «διαφωνία ως προς το τι συνιστά καινοτομία». Έκανε λόγο για υπερβολές, που κατά τη γνώμη του δεν άξιζαν να εξεταστούν ποινικά. Το επιχείρημα ήταν ότι το ελληνικό κράτος δεν ζημιώθηκε – μια θέση που αμφισβητήθηκε, αφού υπήρξε επιστροφή των ευρωπαϊκών χρημάτων.

Παράλληλοι κόσμοι
Η ιστορία της Iven παρουσιάζει τρομακτικές ομοιότητες με την πρόσφατη υπόθεση Ξυλούρη στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Στην καρδιά και των δύο υποθέσεων βρίσκεται η κατασπατάληση ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, οι αμφιλεγόμενοι διορισμοί, η οικογενειακή διαπλοκή και η πολιτική προστασία. Ο Γιώργος Ξυλούρης, γνωστός και ως «Φραπές», βρέθηκε στο επίκεντρο σκανδάλου με χιλιάδες εικονικές δηλώσεις επιδοτήσεων και κατηγορείται ότι ηγήθηκε κυκλώματος που λεηλάτησε τα κοινοτικά ταμεία.
Η σχέση του με την οικογένεια Μητσοτάκη είναι απολύτως τεκμηριωμένη. Ο πατέρας του πρωθυπουργού, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, είχε παντρέψει τον αδελφό του Ξυλούρη, Μανώλη, αποδεικνύοντας ότι η σύνδεση δεν ήταν απλώς πολιτική, αλλά οικογενειακή. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, διαπιστώνεται ένα κοινό μοτίβο: σκιές διαπλοκής και ένα αίσθημα ατιμωρησίας που αγγίζει τα υψηλά κλιμάκια της εξουσίας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε όλη την πολιτική του διαδρομή, επιμένει πως έχει εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα, προβάλλοντας ένα τεχνοκρατικό προφίλ. Ωστόσο, η μοναδική του ιδιωτική επαγγελματική εμπειρία προήλθε από τον διορισμό του στην Iven, με καθαρά πολιτική παρέμβαση. Η κατάληξη αυτής της «καριέρας» ήταν η κατάρρευση της εταιρείας και η επιστροφή χρημάτων στο Δημόσιο, λόγω κακής διαχείρισης.
Η εμπλοκή του στην υπόθεση Iven, αν και δεν οδήγησε σε ποινικές συνέπειες λόγω της άρνησης άρσης ασυλίας, παραμένει ιστορικά και πολιτικά σημαντική. Αναδεικνύει τις σχέσεις εξουσίας, τις πολιτικές προστασίες, και το πώς το κράτος αντιμετωπίζει την κατάχρηση ευρωπαϊκών πόρων όταν αυτή αφορά πρόσωπα του πυρήνα του πολιτικού συστήματος.
Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, απλώς δεν σταμάτησε ποτέ
Η υπόθεση Iven δεν είναι απλώς ένα ξεχασμένο επεισόδιο. Είναι η πρόγευση ενός μοντέλου λειτουργίας που συνεχίστηκε μέχρι τις ημέρες μας. Οι μηχανισμοί, οι μέθοδοι, ακόμη και τα πρόσωπα, μοιάζουν σαν να πέρασαν από τη μία εποχή στην άλλη, χωρίς να έχει σπάσει ποτέ ο δεσμός ανάμεσα στην πολιτική επιρροή και την ασυλία απέναντι σε ελέγχους και ποινικές ευθύνες.
Ο «Φραπές» του 2020 ακολουθεί τα βήματα του Κυριάκου της Iven. Κι αν η Δικαιοσύνη δεν τόλμησε τότε, το ερώτημα είναι αν θα τολμήσει τώρα. Διότι η ιστορία επαναλαμβάνεται – και ενίοτε εκδικείται.