Την κυριαρχία εγκληματικών ομάδων με μέλη Ρομά στην καθημερινή εγκληματικότητα αποτυπώνει η Ετήσια Έκθεση της Ελληνικής Αστυνομίας για το 2023, επισημαίνοντας τη συστηματική τους εμπλοκή σε κλοπές, διαρρήξεις και ληστείες, που εξακολουθούν να αποτελούν τη βάση του λεγόμενου «εγκλήματος της καθημερινότητας». Σύμφωνα με την έκθεση, το 53% των κλοπών και διαρρήξεων αποδίδεται σε συμμορίες Ρομά, οι οποίες δρουν κυρίως εντός του ελληνικού πληθυσμού, καθώς 70% των εγχώριων εγκληματικών ομάδων που εξαρθρώθηκαν είχαν μέλη αυτής της κοινότητας.
Το ποσοστό συμμετοχής των Ρομά σε τέτοιες ενέργειες παραμένει δυσανάλογα υψηλό σε σύγκριση με την παρουσία τους στον γενικό πληθυσμό, γεγονός που οδηγεί την ΕΛ.ΑΣ. στην κατάρτιση ειδικών επιχειρησιακών σχεδίων για την αστυνόμευση καταυλισμών, που σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν ως πυρήνες ανομίας. Όπως αναφέρεται, αρκετά άτομα επανεμπλέκονται σε εγκληματική δράση παρά τις συλλήψεις, λόγω της δικαστικής μεταχείρισης που λαμβάνουν.
Κατά τη διάρκεια του 2023 καταγράφηκαν 62.868 κλοπές, 2.781 διαρρήξεις και 19.223 κλοπές τροχοφόρων, με το συνολικό εκτιμώμενο παράνομο όφελος των εγκληματιών να ξεπερνά τα 18 εκατομμύρια ευρώ. Η τάση αυτή έρχεται σε αντίθεση με τη μείωση των αδικημάτων στα έτη της πανδημίας, καθώς το 2023 τα επίπεδα επανήλθαν σχεδόν στα προ του 2020 δεδομένα.
Η στοχοποίηση κατοικιών υπήρξε κυρίαρχη (44,85%), ακολουθούμενη από καταστήματα (18,85%), τροχοφόρα (16,56%) και δημόσιους χώρους (10,46%). Οι υπόλοιπες περιπτώσεις αφορούν κυρίως κλοπές μετάλλων ή εξαρτημάτων.
Στο σύνολο του έτους, η Αστυνομία εξάρθρωσε 194 εγκληματικές ομάδες, οι οποίες αριθμούσαν 962 μέλη. Από αυτές, 131 εμπλέκονταν σε κλοπές-διαρρήξεις, 39 σε ληστείες και 24 σε κλοπές οχημάτων. Περίπου τα δύο τρίτα των συμμοριών χαρακτηρίστηκαν ως εγχώριες και ομοιογενείς (με κοινή υπηκοότητα), με τα 88 από τα 125 εγχώρια κυκλώματα να αποτελούνται από μέλη Ρομά.
Επιπλέον, το 29,5% των ομάδων συνδέεται με παράλληλες εγκληματικές δραστηριότητες όπως η διακίνηση ναρκωτικών, οι πλαστογραφίες και η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές πράξεις. Τα μέλη προέρχονται από ένα ευρύ φάσμα χωρών, μεταξύ αυτών η Ελλάδα, η Αλβανία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, το Πακιστάν, το Ιράκ και άλλες.
Όσον αφορά ειδικότερα τις συμμορίες κλοπών και διαρρήξεων, οι ελληνικές ομάδες αποτελούν την πλειοψηφία (66,41%), με το 81% αυτών να απαρτίζεται κυρίως από Ρομά. Στις αλλοδαπές ομάδες κυριαρχούν οι αλβανικές (60,98%), ακολουθούμενες από τις γεωργιανές και ρουμανικές. Οι στόχοι των επιθέσεων περιλαμβάνουν οικίες (55,99%), επιχειρήσεις, δημόσιους χώρους και κλοπές μεταλλικών αντικειμένων.
Η συντριπτική πλειονότητα των μελών αυτών των ομάδων (75,18%) είχε ποινικό παρελθόν, ενώ σε ληστρικές ομάδες, η συμμετοχή Ρομά φτάνει το 54,05% στις ελληνικής προέλευσης οργανώσεις. Οι ομάδες αυτές εμφανίζονται συνήθως ολιγομελείς, με χρήση σωματικής ή ένοπλης βίας σε υψηλό ποσοστό περιπτώσεων, και 63,51% των μελών τους είναι υπότροπα.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στις ομάδες που ασχολούνται με κλοπές και διακίνηση τροχοφόρων: οι ελληνικές συμμορίες καλύπτουν το 62,5% και από αυτές, το 27,82% αποτελείται από Ρομά. Το 70,83% των συλληφθέντων εμφάνισε υψηλή τεχνογνωσία, καθώς χρησιμοποιούσαν ειδικό λογισμικό για την εξουδετέρωση αντικλεπτικών συστημάτων. Τα οχήματα είτε μεταφέρονταν ακέραια στο εξωτερικό είτε διαλύονταν και διακινούνταν ως ανταλλακτικά στην εγχώρια και διεθνή αγορά, με συμμετοχή κυκλωμάτων πλαστογραφίας, φανοποιείων και εμπόρων.
Ολοένα και πιο σύνθετο το προφίλ των εγκληματικών οργανώσεων
Σημαντική αύξηση της συμμετοχής οργανωμένων συμμοριών μελών της κοινότητας Ρομά καταγράφει η Ελληνική Αστυνομία στα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, όπως κλοπές, διαρρήξεις και ληστείες. Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση για το σοβαρό και οργανωμένο έγκλημα στην Ελλάδα (2022), από τις 167 εγκληματικές οργανώσεις που εξαρθρώθηκαν σε αυτήν την κατηγορία, οι 111 ήταν εγχώριες, και από αυτές, οι 85 είχαν αποκλειστικά Ρομά στη σύνθεσή τους.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι συμμορίες αυτές δεν είναι πλέον ευκαιριακές ή ασύνδετες, αλλά παρουσιάζουν χαρακτηριστικά εγκληματικών οργανώσεων με οργάνωση, στόχευση και διάρκεια. Ενδεικτικά, στις εγχώριες ομάδες που προέβαιναν σε ληστείες, οι Ρομά αποτελούσαν σχεδόν το ήμισυ του συνόλου (49%), ενώ στα εγκλήματα κλοπών και διαρρήξεων η συμμετοχή τους αγγίζει το 86%.
Η ΕΛ.ΑΣ. παρακολουθεί στενά τη δράση αυτών των ομάδων, καθώς διαπιστώνεται ότι αξιοποιούν τη γνώση τους για τις ανακριτικές διαδικασίες, χρησιμοποιούν μεθοδικά παραθυράκια του νόμου και στρατολογούν ακόμα και ανήλικους μέσα από τους καταυλισμούς. Πολλά από τα μέλη έχουν εκτεταμένο ποινικό παρελθόν, ενώ καταγράφεται ότι συλλαμβάνονται επανειλημμένα για παρόμοιες πράξεις, χωρίς να προφυλακίζονται, εκμεταλλευόμενοι τις ισχύουσες διατάξεις για ανηλίκους και Έλληνες πολίτες.
Η δράση των ομάδων αυτών, όπως αναλύεται σε εσωτερικές εκθέσεις της Αστυνομίας, έχει εξελιχθεί και περιλαμβάνει πρακτικές νομιμοποίησης εσόδων μέσω αγοράς ακινήτων και ίδρυσης εταιρειών, εξαγορά δημοσίων λειτουργών, αλλά και επέκταση σε τομείς όπως η τοκογλυφία, με θύματα κυρίως άλλους Ρομά.
Σημαντικό μέρος των επιχειρησιακών σχεδίων της ΕΛ.ΑΣ. επικεντρώνεται σε καταυλισμούς σε περιοχές της Δυτικής Αττικής, της Θεσσαλονίκης, της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας και της Θεσσαλίας, που θεωρούνται ορμητήρια εγκληματικής δραστηριότητας. Σε πρόσφατες αστυνομικές επιχειρήσεις εντοπίστηκαν όπλα, σφαίρες, και μεγάλα χρηματικά ποσά ή τιμαλφή, όπως οι 747 χρυσές λίρες, των οποίων η προέλευση δεν τεκμηριώθηκε.
Οι συμμορίες συνηθίζουν να αποφεύγουν τη χρήση τραπεζικού συστήματος, προτιμούν συναλλαγές σε μετρητά και διατηρούν τα χρήματά τους σε κρυψώνες, ενώ φροντίζουν να απομακρύνουν άμεσα τα κλοπιμαία μέσω κλεπταποδόχων για να αποφύγουν τη σύνδεσή τους με τα εγκλήματα. Τα τηλέφωνα που χρησιμοποιούνται είναι καταχωρημένα σε ψευδή στοιχεία ή σε αλλοδαπούς, ενώ η επικοινωνία γίνεται σε διαλέκτους που δυσχεραίνουν τις παρακολουθήσεις.
Παράλληλα, έχει παρατηρηθεί εκτεταμένη χρήση της διαδικασίας της ποινικής συνδιαλλαγής, με τους δράστες να αποζημιώνουν τα θύματά τους ώστε να εξασφαλίσουν ευνοϊκότερη μεταχείριση. Για τον λόγο αυτό, προωθείται νομοθετική αλλαγή που προβλέπει πως η αποζημίωση του θύματος δεν θα οδηγεί πλέον σε παύση της δίωξης, αλλά θα αναγνωρίζεται απλώς ως ελαφρυντικό.
Από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν, διαπιστώνεται ότι η επιβολή περιοριστικών όρων, όπως η υποχρέωση εμφάνισης σε αστυνομικά τμήματα, έχει καταστεί πρακτικά ανεφάρμοστη. Σε περιπτώσεις, όπως στον Άγιο Παντελεήμονα, 2.300 άτομα εμφανίζονται μηνιαίως, εκ των οποίων 450 φέρουν κατηγορίες για βαριά αδικήματα. Στο Ζεφύρι, 366 άτομα παρουσιάζονται στο τοπικό αστυνομικό τμήμα, με τους 349 να είναι Ρομά.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, εξετάζονται αυστηρότερα μέτρα, όπως η υποχρεωτική προφυλάκιση σε περίπτωση διάπραξης νέου κακουργήματος από άτομα που ήδη βρίσκονται ελεύθερα με όρους.
Η ανάλυση της ΕΛ.ΑΣ. καταγράφει ως βασικά χαρακτηριστικά των συμμοριών: τη δράση από μέλη της ίδιας οικογένειας, τη νεαρή ηλικία των δραστών, την κινητικότητα μεταξύ πόλεων, την έλλειψη φορολογικών δηλώσεων, τις συναλλαγές αποκλειστικά με μετρητά, καθώς και τη χρήση μεθόδων απασχόλησης σε ηλικιωμένα θύματα. Επίσης, διαπιστώνεται ότι χρησιμοποιούν κατά κανόνα μισθωμένα ή «δανεικά» αυτοκίνητα για την αποφυγή κατασχέσεων.
Σε επιμέρους περιπτώσεις, έχει διαπιστωθεί πως καταδικασμένοι με εναλλακτικές ποινές, όπως η κοινωφελής εργασία, δεν εκτελούν τις υποχρεώσεις τους, αλλά εμφανίζονται ως συνεπείς με τη βοήθεια επιεικών ελέγχων ή και ανοχής από κρατικούς υπαλλήλους.
Τέλος, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στον τομέα της τοκογλυφίας εντός της κοινότητας των Ρομά, όπου τα δανειστικά σχήματα λειτουργούν με αυστηρούς κανόνες εθιμικού δικαίου και υψηλούς τόκους, με σκοπό τη γρήγορη επιστροφή χρημάτων από κλοπιμαία ή άλλες εγκληματικές πράξεις.
Η ΕΛ.ΑΣ. συνεχίζει την ανάλυση της δομής, των κινήτρων και της δράσης αυτών των οργανώσεων, με στόχο τον καλύτερο επιχειρησιακό σχεδιασμό, ενώ σε πολιτικό επίπεδο δρομολογούνται θεσμικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου.

