Ένα οργανωμένο κύκλωμα παράνομης εμπορίας ζώων που δρούσε υπό τον μανδύα σχολής εκπαίδευσης σκύλων εξαρθρώθηκε από τις ελληνικές Αρχές, έπειτα από συντονισμένη επιχείρηση στα Σπάτα και την Παιανία. Η δράση του κυκλώματος περιλάμβανε εισαγωγή καθαρόαιμων σκύλων από τη Βουλγαρία και τη Βόρεια Μακεδονία, εκτροφή τους σε συνθήκες εξαθλίωσης και στη συνέχεια πώληση μέσω αγγελιών στο διαδίκτυο. Παράλληλα, σε κλουβιά και αυτοσχέδια καταλύματα βρέθηκαν γάτες, άγρια πτηνά και άλλα είδη, σε ένα σκηνικό που οι αστυνομικοί περιέγραψαν ως «υγειονομική βόμβα».
Το κύκλωμα φρόντιζε να καλύπτει τη δράση του πίσω από μια επιχείρηση δήθεν εκπαίδευσης σκύλων στα Σπάτα. Ωστόσο, οι εγκαταστάσεις της σχολής χρησιμοποιούνταν ως φυλακή για δεκάδες καθαρόαιμα σκυλιά που είχαν εισαχθεί λαθραία. Σε ειδικά διαμορφωμένα κτήματα, τα μέλη της σπείρας κρατούσαν τα ζώα σε βρώμικα, περιορισμένα κλουβιά, με σκοπό την αναπαραγωγή και την πώληση των κουταβιών σε τιμές έως και 70% φθηνότερες από τα νόμιμα εκτροφεία.
Οι εικόνες που καταγράφηκαν από τις Αρχές και δημοσιεύτηκαν από το protothema.gr είναι αποκαλυπτικές: Κλουβιά γεμάτα ακαθαρσίες, σκυλόσπιτα στημένα δίπλα σε στάνες με κατσίκες, οικόπεδα γεμάτα λάσπη και βρωμιά, χωρίς κανένα μέτρο προστασίας ή υγιεινής.
Η εμπορική δραστηριότητα του κυκλώματος βασιζόταν σε ψεύτικες αγγελίες στο διαδίκτυο. Μέσω δημοφιλών πλατφορμών, τα μέλη της σπείρας διαφήμιζαν τα «προϊόντα» τους: κουτάβια Τσιουάουα, Πομεράνιαν, Λαμπραντόρ, αλλά και άγρια πτηνά όπως παπαγάλοι Μακάο, ορτύκια και ακόμα και γεράκια.
Οι αγγελίες ήταν διατυπωμένες με τρόπο που απέκρυπτε την προέλευση των ζώων, προσφέροντας ελκυστικές τιμές και υποσχόμενες γρήγορη παράδοση. Όπως διαπιστώθηκε από την αστυνομική έρευνα, τα περισσότερα ζώα προέρχονταν από παράνομα εκτροφεία στη Βουλγαρία και τη Βόρεια Μακεδονία, χωρίς κανέναν υγειονομικό ή γενεαλογικό έλεγχο.
Η αστυνομία, αξιοποιώντας πληροφορίες και παρακολουθώντας τη δραστηριότητα του κυκλώματος, οργάνωσε επιχείρηση παγίδευσης των δραστών. Αστυνομικός προσποιήθηκε την υποψήφια πελάτισσα και ήρθε σε επαφή με τα μέλη της σπείρας, προκειμένου να αγοράσει έναν σκύλο ράτσας Τσιουάουα.
Κατά τη διάρκεια της συναλλαγής, οι Αρχές επενέβησαν και συνέλαβαν έναν 42χρονο αλλοδαπό και μια 45χρονη γυναίκα. Από τις μέχρι τώρα έρευνες, αναζητούνται τρία ακόμη άτομα, μεταξύ των οποίων και ένας κτηνίατρος, που φέρεται να είχε ενεργό ρόλο στην έκδοση πλαστών πιστοποιητικών υγείας και στην διευκόλυνση των μετακινήσεων των ζώων.






Η αστυνομία αλλά και φιλοζωικές οργανώσεις κάνουν λόγο για σκηνές φρίκης και σοβαρές παραβιάσεις της νομοθεσίας για την προστασία των ζώων. Οι συνθήκες διαβίωσης που διαπιστώθηκαν στα Σπάτα και στην Παιανία όχι μόνο συνιστούν βάναυση κακοποίηση, αλλά εγκυμονούν και κινδύνους για τη δημόσια υγεία λόγω της έλλειψης υγειονομικών προδιαγραφών.
Παράλληλα, τίθεται το ερώτημα των ευθυνών των κρατικών υπηρεσιών ελέγχου, καθώς το δίκτυο αυτό λειτουργούσε για αρκετό διάστημα, εκμεταλλευόμενο νομικά κενά και ανυπαρξία ουσιαστικής εποπτείας.
Οι δύο συλληφθέντες αντιμετωπίζουν πλέον βαρύτατες κατηγορίες για κακοποίηση και παράνομη εμπορία ζώων, εισαγωγή χωρίς άδεια, έκθεση σε κίνδυνο της δημόσιας υγείας, παραβίαση της νομοθεσίας περί προστασίας άγριας πανίδας, καθώς και για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.
Η υπόθεση αναμένεται να παραπεμφθεί σε τακτικό ανακριτή, ενώ συνεχίζονται οι έρευνες για τον εντοπισμό των συνεργών. Οι φιλοζωικές οργανώσεις ζητούν τη σφράγιση όλων των εγκαταστάσεων και την άμεση φροντίδα των ζώων που βρέθηκαν σε κίνδυνο.
Η υπόθεση των Σπατών δεν είναι η πρώτη του είδους – ούτε θα είναι η τελευταία, αν δεν υπάρξει σοβαρή θεσμική κινητοποίηση. Η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι «πέρασμα» και συχνά «τελικός προορισμός» για παράνομα εκτρεφόμενα ζώα από τα Βαλκάνια, με τη ζήτηση για σκυλιά ράτσας και εξωτικά κατοικίδια να τροφοδοτεί έναν κερδοφόρο αλλά σκοτεινό κύκλο κακοποίησης.