13 Νοεμβρίου, 2025
Πολιτική Πρωτοσέλιδα

Κίνηση τακτικής ή ένδειξη πολιτικής στρατηγικής;

Η ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ
Η απόφαση για την τοποθέτηση ενός στενού συνεργάτη στο Προεδρικό Μέγαρο δείχνει την πρόταση του πρωθυπουργού να ενισχύσει την εσωκομματική συνοχή. Σε μια περίοδο και αβεβαιότητας, η επιλογή αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως προσπάθεια διαχείρισης των διαφωνιών στο εσωτερικό του κόμματος.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΤΡΙΒΩΝ
Η τοποθέτηση ενός σκληρού κομματικού στελέχους σε νευραλγική θέση φανερώνει μια στρατηγική κίνηση με στόχο την εξουδετέρωση των εσωτερικών αντιστάσεων. Μήπως, όμως, αυτή η κίνηση αποκαλύπτει μια αδυναμία επιβολής πολιτικής ηγεμονίας;

Η ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΠΙΣΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ
Ενώ η επιλογή ενός πιστού συνεργάτη μπορεί να ενισχύσει την κυβερνητική συνοχή, εγείρονται ερωτήματα για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας απόφασης σε ευρύτερα κοινωνικά και πολιτικά στρώματα. Είναι η πολιτική τακτική αρκετή για να απαντήσει στις πιέσεις από τη βάση της παράταξης;

ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ Ή ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ;
Σε κάθε περίπτωση, η κίνηση αυτή ενσωματώνει πολλαπλά πολιτικά μηνύματα. Είτε πρόκειται για ένδειξη αποφασιστικότητας είτε για απόπειρα αποφυγής εντάσεων, το αποτέλεσμα που θα κριθεί από την αποδοχή της στην πράξη.

Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΑΣΟΥΛΑ
Το βιογραφικό του Κωνσταντίνου Τασούλα, σε σύγκριση με προγενέστερες υποψηφιότητες για την Προεδρία της Δημοκρατίας, εγείρει ερωτήματα σχετικά με την καταλληλότητά του για τον θεσμό. Οι επαγγελματικές και πολιτικές των εμπειριών δεν φαίνεται να καλύπτουν τις υψηλές θέσεις της.

Η ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΕΣ
Σε σύγκριση με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η οποία ήταν πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας και είχε επιδείξει αξιοσημείωτη δικαστική πορεία, το προφίλ της Τασούλα μοιάζει να στερείται σημαντικά. Αυτή η διαφοροποίηση ενισχύει τις φωνές που μιλάει για υποβάθμιση των απαιτήσεων της θέσης.

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ
Η επιλογή του Κωνσταντίνου Τασούλα μπορεί να εξυπηρετεί πολιτικές ισορροπίες ή να αποσκοπεί στη διαχείριση εσωκομματικών προκλήσεων.

Η αποτυχημένη θητεία της Σακελλαροπούλου

Η θητεία της Σακελλαροπούλου ανέδειξε τις αδυναμίες του θεσμικού της ρόλου. Ο πρόεδρος δεν κατάφερε να εκπροσωπήσει το σύνολο του ελληνικού λαού. Η επικοινωνιακή της προσέγγιση δεν πέτυχε να εμπνεύσει ενότητα ή να προσδώσει κύρος στη θέση που κατείχε.

Η αλλαγή πλεύσης

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, αντιλαμβανόμενος την πολιτική φθορά, επιλέγει να αφήσει πίσω τη Σακελλαροπούλου. Χωρίς ιδιαίτερες εξηγήσεις, η απόφαση αυτή υπογραμμίζει την πρόθεσή του να διαμορφώσει ένα νέο πολιτικό αφήγημα, στο οποίο πρωταγωνιστικό ρόλο φαίνεται να αναλαμβάνει ο Τασούλας.

Η ανάγκη για πολιτική και θεσμική αναγέννηση

Η πολιτική σκηνή της χώρας διαθέτει πρόσωπα που θα κατανοήσουν και θα εκπροσωπήσουν τις ανάγκες της κοινωνίας. Ο ελληνικός λαός προσδοκά μια Προεδρία που θα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς για ενότητα και πρόοδο, και όχι ως διχαστικός ή περιθωριακός θεσμός.






Η πολιτική επιλογή της ευκολίας

Χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε τη λύση που εξυπηρετεί καλύτερα τις δικές του πολιτικές ανάγκες. Ενώ η θητεία Σακελλαροπούλου στόχευε -υποτίθεται- στη διεύρυνση της πολιτικής ατζέντας, η υποψηφιότητα Τασούλα σηματοδοτεί επιστροφή σε μια πιο κομματική και «ασφαλή» στρατηγική.

Έλλειψη ιδεολογικής

Το βασικό πρόβλημα με τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η απουσία συνεκτικής ιδεολογίας και σταθερών αξιακών βάσεων. Οι αποφάσεις του καθορίζονται από τον πολιτικό οπορτουνισμό και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων, χωρίς τη μακροπρόθεσμη συνέπεια. Η πολιτική του φαίνεται να ακολουθεί τα «σκαμπανεβάσματα» των δημοσκοπικών του επιδόσεων, παρά έναν ξεκάθαρο στρατηγό

Η κίνηση Τασούλα

Το ερώτημα παραμένει αν η επιλογή Τασούλα θα επιφέρει το αποτέλεσμα που προσδοκά τον πρωθυπουργό. Σε μια περίοδο γεμάτη πολιτικές προκλήσεις, η συμβολική αυτή κίνηση μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκής. Ο ελληνικός λαός, αντιμέτωπος με κρίσιμα ζητήματα, ζητήματα ηγεσία που δεν εμπιστεύεται εμπιστοσύνη, αποφάσεις που εξυπηρετούν μόνο προσωρινές πολιτικές σκοπιμότητες.

Η επιλογή της πολιτικής «επιστροφής στα βασικά» μπορεί να ικανοποιήσει προσωρινά την πυρήνα του κόμματος, αλλά μένει να φανεί αν είναι ικανή να καλύψει την κενή εμπιστοσύνη και συνοχή που παρατηρείται στο ευρύτερο

Η στρατηγική συσπείρωση της δεξιάς πτέρυγας

Μετά το σοκ του «-13» στις ευρωεκλογές και την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να εγκαταλείπει κάθε σκέψη για πολιτικά ανοίγματα. Η επιλογή Τασούλα, ενός πιστού κομματικού στελέχους, στοχεύει στη συσπείρωση της δεξιάς πτέρυγας της Ν.Δ., ελπίζοντας να αμβλύνει τις ενδοκομματικές εντάσεις. Στον σχεδιασμό του πρωθυπουργού, η αφοσίωση υπερτερεί των προσόντων, καθιστώντας δευτερεύον το «λάιτ» βιογραφικό του επιλεγμένου

Ένας πρόεδρος χωρίς ανεξαρτησία

Η τοποθέτηση Τασούλα στο Προεδρικό Μέγαρο αντανακλά μια συνειδητή επιλογή του Μητσοτάκη για απόλυτο έλεγχο του θεσμού. Ο νέος πρόεδρος δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο σε θεσμικές παραβιάσεις, όπως δεν έκανε και στη θέση του προέδρου της Βουλής. Οι σκανδαλώδεις υποθέσεις, όπως οι υποκλοπές και το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, βρήκαν τον Τασούλα έναν σιωπηλό υποστηρικτή της κυβέρνησης.

Για τον Τασούλα αυτή είναι η κορύφωση της πολιτικής του καριέρας. Πέτυχε μια υπέρβαση, που, όταν ξεκινούσε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική, θα του φαινόταν, δικαιολογημένα, ανέλπιστη.






Η επικοινωνιακή προσέγγιση

Τα φιλοκυβερνητικά μέσα έσπευσαν να παρουσιάσουν τον νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως άνθρωπο με χιούμορ, επιλέγοντας αμφίβολες στιγμές ειρωνείας, όπως τα σχόλια περί «Οξφόρδης». Στην Ελλάδα του 2025, το επίπεδο του δημόσιου διαλόγου φαίνεται να υποβαθμίζεται, καθώς τέτοιες ατάκες αναγορεύονται σε θετικά στοιχεία ενός πολίτικου.

Μια λύση «βολική» για τον Κυριάκο

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέφυγε επιμελώς την αναζήτηση ενός υπερκομματικού προσώπου με ισχυρή κοινωνική αποδοχή και προσωπικότητα.

Το ησυχαστήριο της Προεδρίας

Η μεταφορά του Τασούλας στο Προεδρικό Μέγαρο εξυπηρετεί όχι μόνο τον ίδιο αλλά και τον πρωθυπουργό. Ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται το «ησυχαστήριο» ενός πιστού κομματικού στελέχους, μακριά από τις εντάσεις της Βουλής. Η Προεδρία, αντί να αποτελεί ενεργό θεσμικό αντίβαρο, φαίνεται να μετατρέπεται σε έναν παθητικό θεσμό, κατάλληλο μόνο για τελετουργικούς ρόλους .

Το τίμημα της θεσμικής αδράνει

Η επιλογή ενός Προέδρου με περιορισμένη κοινωνική εμβέλεια και πολιτική ανεξαρτησία υπογραμμίζει τη συνεχιζόμενη υποβάθμιση του θεσμού. Η ελληνική δημοκρατία έχει ανάγκη από ηγετικές φυσιογνωμίες που θα προσφέρουν έμπνευση και ενότητα, όχι από πρόσωπα που επιλέγονται με κριτήριο.

Ένας πρόεδρος της Βουλής χωρίς ανεξ

Ως πρόεδρος της Βουλής, ο Τασούλας διαμόρφωσε ένα πεδίο όπου η κομματική γραμμή κυριαρχούσε. Έπετρεψε στους ναζί του Αζόφ να μιλήσουν στο ελληνικό κοινοβούλιο, προσποιούμενος τον ανήξερο. Η στάση αυτή αντικατοπτρίζει την απουσία θεσμικής ανεξαρτησίας και τον εναγκαλισμό της κομματικής σκοπιμότητας.

Ο υπερασπιστής του πρωθυπουργού

Ο Τασούλας υπήρξε ακούραστος υπερασπιστής του Κυριάκου Μητσοτάκη, επιτρέποντάς του να λοιδορεί τους πολιτικούς του αντιπάλους με χαρακτηρισμούς όπως «ανίδεοι» ή «σαχλαμάρες». Όταν, όμως, η κριτική στρεφόταν προς τον πρωθυπουργό, ο Τασούλας αναλάμβανε τον ρόλο του παθιασμένου υπερασπιστή, αποδοκιμάζοντας με κάθε αντίθετη φωνή.

Η ειρωνική προσέγγιση του Τασούλας προς τους βουλευτές της αντιπολίτευσης, όπως η απαξιωτική του παρέμβαση για τη «μετάφραση» της Λυσίας, αναδείχθηκε από τα φιλοκυβερνητικά μέσα ως χιούμορ. Οι πεζές ειρωνείες, όμως, περισσότερο θυμίζουν πολιτικό ύφος μιας άλλης εποχής, παρά τις οδηγίες .

Ο ρόλος του Προέδρου

Η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να τον προωθήσει στον ανώτατο θεσμικό ρόλο δείχνει ξεκάθαρα τις προτεραιότητες της κυβέρνησης: όχι ενότητα και πρόοδος, αλλά έλεγχος και σιωπή.

Ο «εισαγγελέας – αυτοφωράκιας» του νέου νόμου

Ο Κώστας Τασούλας αποδέχθηκε χωρίς αντιρρήσεις τον ρόλο που του επιφύλαξε ο νέος νόμος Μητσοτάκη για τις υποκλοπές. Ως πρόεδρος της Βουλής, ανέλαβε την ευθύνη να εγκρίνει ή να απορρίψει τις παρακολουθήσεις πολιτικών προσώπων από την ΕΥΠ. Ένας ρόλος θεσμικά αμφιλεγόμενος, που τον καθιστά σύμμαχο μιας διαδικασίας αδιαφάνειας και ελέγχου.

Η συστηματική υπονόμευση της λογικής

Επί προεδρίας του, η Βουλή μετατράπηκε σε πεδίο ασφυκτικού ελέγχου. Οι επιστολές του Χρήστου Ράμμου, επικεφαλής της ΑΔΑΕ, θάφτηκαν πίσω από κλειστές πόρτες, ενώ ο ίδιος ο Τασούλας αρνήθηκε επανειλημμένα να δώσει χώρο στη Βουλή για θεσμική λογοδοσία. Όταν τα σκάνδαλα των υποκλοπών έφτασαν στο προσκήνιο, ανεχόταν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να διακόπτει τις συνεδριάσεις και να αποφεύγει τις δύσκολες ερωτήσεις.

Υπό την ηγεσία του Τασούλα, όλες οι εξεταστικές επιτροπές κατέληξαν σε παρωδία. Οι διαδικασίες μπλοκαρίστηκαν, τα συμπεράσματα αλλοιώθηκαν, και η αλήθεια θάφτηκε κάτω από κομματικές σκοπιμότητες. Σημαντικές υποθέσεις, όπως οι υποκλοπές, αντί να διαλευκανθούν, έγιναν σύμβολα θεσμικής αδράνειας.

Η κοινωνική οργάνωση για την Τέμπη

Η στάση της Τασούλα προκάλεσε ακόμη και την οργή των συγγενών των θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών. Εξώδικα και διαμαρτυρίες κατέκλυσαν το γραφείο του, κατηγορώντας τον ότι μπλοκάρει τις διαδικασίες αναζήτησης δικαιοσύνης. Η στάση του ενίσχυσε την αίσθηση ατιμωρησίας και θεσμικής εγκατάλειψης

Ένας πρόεδρος χωρίς θεσμική ευθύνη

Η θητεία του Τασούλα στη Βουλή χαρακτηρίστηκε από μια συστηματική προσπάθεια αποφυγής ευθυνών και συγκάλυψης. Η επιλογή του για την Προεδρία της Δημοκρατίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη δείχνει την πρόταση να συνεχιστεί το ίδιο μοντέλο θεσμικής αδράνειας, σε έναν ρόλο που απαιτείται ενότητα, διαφάνεια και ακεραιότητα.

Κι έγινε ο πρώτος πρόεδρος της ελληνικής Βουλής που τον Αύγουστο 2021 είπε προς τον Αμερικανό γερουσιαστή Μενέντεζ: «Από την Κέρκυρα μέχρι το Καστελόριζο και από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη σάς παραδίδουμε την Ελλάδα σήμερα στα χέρια σας. Και είμαι σίγουρος πως είναι σε καλά χέρια». Κάπως έτσι και ο Μητσοτάκης, που δεν έχει και σε μεγάλη υπόληψη τους θεσμούς, παρέδωσε το Προεδρικό Μέγαρο στα χέρια του Τασούλα. Τα αξιώματα κόποις κτώνται, άλλωστε. Ειδικά επί Κυριάκου.






Το βιογραφικό σημείωμα του Κωνσταντίνου Τασούλα

Γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1959. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και το 1988 εργάστηκε σε δικηγορική εταιρία στο Λονδίνο. Διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας του Αβέρωφ το 1981-90 και το 1990-93, επί Κων. Μητσοτάκη, ήταν πρόεδρος του Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών. Το 2013-14 ήταν πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής». Εξελέγη δήμαρχος Κηφισιάς το 1994 και από το 2000 είναι βουλευτής Ιωαννίνων με τη Ν.Δ. Διορίστηκε υπουργός Πολιτισμού επί Σαμαρά και από τις 18 Ιουλίου 2019 έως και σήμερα παραμένει πρόεδρος της Βουλής. Χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τον πρότεινε ως υποψήφιο εκ μέρους της Ν.Δ. για επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.