Καζάνι που βράζει θυμίζει πλέον η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, καθώς οι βουλευτές δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την επόμενη ημέρα, ενώ ολοένα και περισσότεροι παράγοντες του δημόσιου βίου, από όλες τις πολιτικές πτέρυγες, θεωρούν πως «ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τελειώσει». Το ερώτημα που απασχολεί πλέον το σύνολο του πολιτικού συστήματος είναι εάν ο πρωθυπουργός θα εξαντλήσει τη θητεία του ή αν θα οδηγήσει τη χώρα πρόωρα σε εκλογές, συμπαρασύροντας στη φθορά του και τη Νέα Δημοκρατία.
Την περασμένη εβδομάδα, περίπου είκοσι βουλευτές της ΝΔ, οι περισσότεροι εκ των οποίων θεωρούνται πολιτικά κοντά στον Μητσοτάκη, συνέφαγαν σε γνωστό εστιατόριο του Νέου Ψυχικού. Η συνάντηση, αν και φαινομενικά κοινωνικού χαρακτήρα, εξελίχθηκε σε άτυπο πολιτικό συμβούλιο. Καθώς η συζήτηση προχωρούσε, οι βουλευτές μοιράστηκαν μεταξύ τους εκτιμήσεις και ανησυχίες για την πορεία προς τις εκλογές, αλλά και για τη συνολική εικόνα του κόμματος στην κοινωνία.
Με βάση τα δεδομένα των δημοσκοπήσεων και την επαφή τους με τις εκλογικές τους περιφέρειες, όλοι σχεδόν συνέπεσαν στην ίδια απαισιόδοξη διαπίστωση: το 25%, δηλαδή το κατώτατο όριο για την ενεργοποίηση του μπόνους εδρών, είναι εξαιρετικά αμφίβολο, ενώ το πιθανότερο είναι πως η Νέα Δημοκρατία θα πέσει πιο χαμηλά. Μάλιστα, όπως παραδέχθηκαν, εάν ο Αντώνης Σαμαράς προχωρήσει στη δημιουργία νέου κόμματος, τότε το κυβερνών κόμμα θα δει με βεβαιότητα τα ποσοστά του να κατρακυλούν κάτω από το 20%.
Σε αυτό το κλίμα, κάποιοι από τους παρευρισκόμενους υποστήριξαν ότι «πρέπει να τα βρουν» με τον Σαμαρά, να επιστρέψει στο κόμμα, και να ευθυγραμμιστεί πολιτικά ο Κώστας Καραμανλής. Παράλληλα, σε άλλη συνάντηση λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος φέρεται να συμφωνούσε με τις ίδιες διαπιστώσεις, συζητώντας με τον Σαμαρά για την ανάγκη μιας νέας πολιτικής ισορροπίας στο δεξιό χώρο.
Το γεγονός ότι τέτοιες εκτιμήσεις διατυπώνονται πλέον ανοιχτά, ακόμη και από βουλευτές που στήριζαν μέχρι πρότινος τον πρωθυπουργό, έχει τη σημασία του. Δεν είναι μόνο ένδειξη δυσαρέσκειας αλλά και σύμπτωμα βαθιάς αποσύνθεσης. Η γενικευμένη εντύπωση ότι «όλα επιτρέπονται, όλα δικαιολογούνται και όλα παζαρεύονται», ακόμη και εις βάρος του εθνικού συμφέροντος, προκειμένου να διατηρηθεί η εξουσία, αποτυπώνει την ηθική κόπωση και τον πολιτικό ευτελισμό που διαπερνά πλέον τη Νέα Δημοκρατία.
Ακραία σενάρια και ζυμώσεις για την επόμενη μέρα
Η ανησυχία που επικρατεί λόγω της δημοσκοπικής καθίζησης έχει γεννήσει ποικίλα σενάρια. Ένα εξ αυτών, που φέρεται να έχει συζητηθεί σε πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία, αφορά κινήσεις για την «επιστροφή» του Αντώνη Σαμαρά στη Νέα Δημοκρατία, πιθανώς με κάποια συμβολική ή πανηγυρική κίνηση στο επικείμενο συνέδριο του κόμματος. Το σενάριο αυτό, ωστόσο, δεν έχει βάση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος διέγραψε τον Σαμαρά, δεν πρόκειται να ζητήσει συγγνώμη, ενώ και ο πρώην πρωθυπουργός έχει διαμηνύσει ξεκάθαρα πως «δεν είσαι η λύση, είσαι το πρόβλημα».
Την ίδια στιγμή, ο Κώστας Καραμανλής μίλησε δημοσίως για τη θεσμική κρίση που, όπως είπε, εξελίσσεται σε μείζονα πολιτική κρίση, προειδοποιώντας ότι υπό τις σημερινές γεωπολιτικές συνθήκες κινδυνεύει να προσλάβει χαρακτηριστικά εθνικής κρίσης. Από άλλη οπτική, ο Ευάγγελος Βενιζέλος έκανε λόγο για πολυεπίπεδο αδιέξοδο, καταλήγοντας ότι το μείζον πρόβλημα της χώρας είναι πως έχει καταστεί «μη διακυβερνήσιμη».
Το Μέγαρο Μαξίμου, αντί να απαντήσει επί της ουσίας, αντιμετωπίζει τις επισημάνσεις των πρώην πρωθυπουργών με ευτελείς διαρροές προς «πρόθυμους δημοσιογράφους», επιχειρώντας να τους απονομιμοποιήσει μέσω αναφορών στα πεπραγμένα τους —όπως τα γεγονότα του 2008 επί Καραμανλή ή στα δήθεν προσωπικά τους κίνητρα. Αυτή η τακτική απαξίωσης δείχνει περισσότερο αμηχανία παρά πολιτική υπεροχή.
Απώλεια ελέγχου στο Μαξίμου
Παρά τη στήριξη των «ενσωματωμένων» ΜΜΕ, που επιμένουν να εξωραΐζουν κάθε αστοχία, το κυβερνητικό επιτελείο έχει χάσει τον έλεγχο της επικαιρότητας. Κάθε εβδομάδα ξεσπούν νέα μέτωπα που προκαλούν κοινωνική δυσαρέσκεια και πολιτικό κόστος. Τη μία πρόκειται για την απρόβλεπτη απεργία πείνας ενός χαροκαμένου πατέρα, που προκαλεί νευρική κρίση στο σύστημα και αντιμετωπίζεται με ατυχείς και αήθεις δηλώσεις από κυβερνητικούς αξιωματούχους. Την επόμενη, για μια συνέντευξη της Ευρωπαίας εισαγγελέως Λάουρα Κοβέσι, η οποία, ενώ αναμενόταν να αφορά την τραγωδία των Τεμπών, ανοίγει νέο μέτωπο με αναφορές σε υποθέσεις τελωνείων και ελέγχους για στενούς συνεργάτες του πρωθυπουργού, όπως τον Γιώργο Μυλωνάκη.
Η αλληλουχία αυτών των γεγονότων αναδεικνύει ένα επιτελικό κράτος σε αποσύνθεση. Μετά την επικοινωνιακή ήττα στην υπόθεση της απεργίας πείνας, ήρθε η υπόθεση της ανάθεσης της φύλαξης του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, που εξελίχθηκε σε πολιτικό φιάσκο. Ακόμη και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναγκάστηκε, σε δημόσια δήλωσή του και σε απευθείας μετάδοση, να προτρέψει τον πρωθυπουργό να «ξανασκεφτεί» το θέμα. Παρ’ όλα αυτά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέμεινε και προώθησε την τροπολογία, η οποία συζητείται στη Βουλή, διατηρώντας μεν την αρμοδιότητα φύλαξης στην Αστυνομία, αλλά ταυτόχρονα απαγορεύοντας τις κινητοποιήσεις μπροστά από το Μνημείο.
Όταν η πρωθυπουργική γκάφα έγινε αντιληπτή, υπήρξε εσπευσμένη προσπάθεια ανασκευής, με το Μαξίμου να επιχειρεί να αποδώσει την ευθύνη στον Άκη Σκέρτσο. Ωστόσο, το πλήγμα ήταν ήδη γεγονός, αποκαλύπτοντας τις εσωτερικές αντιπαλότητες και το χάος συντονισμού. Το γεγονός ότι την τροπολογία υπέγραψαν και υπερασπίστηκαν δημόσια υπουργοί προερχόμενοι από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, ανέδειξε τη σύμπτωση αυταρχικών πρακτικών που διαπερνούν το κυβερνητικό σχήμα, όσο κι αν επιχειρείται να παρουσιαστεί ως «φιλελεύθερο».
Το ανοιχτό μέτωπο του ΟΠΕΚΕΠΕ
Την ίδια ώρα, η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ εξελίσσεται σε εσωτερική πληγή για τη ΝΔ. Η Εξεταστική Επιτροπή για το σκάνδαλο έχει ήδη προκαλέσει εντάσεις, με τον Μάκη Βορίδη να αφήνει αιχμές, να απειλεί με αποκαλύψεις και να μην αποκλείει αποχώρηση από την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Μετά τον Νίκο Δένδια, ο οποίος εμφανίζεται ως υπ’ αριθμόν ένα εσωκομματικός αντίπαλος του Μητσοτάκη, ο Βορίδης αναδύεται σε παράγοντα ισχύος που μπορεί να επηρεάσει τις ισορροπίες.
Παράλληλα, δικές του κινήσεις φέρεται να πραγματοποιεί ο πρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης, σε συνεννόηση με τον γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Μάξιμο Χαρακόπουλο. Αν και προς το παρόν τηρούν στάση στήριξης, το μέλλον των επιλογών τους θα κριθεί στην «κρίσιμη στιγμή». Οι βουλευτές της περιφέρειας, από την πλευρά τους, εμφανίζονται οργισμένοι με τον τρόπο που το Μαξίμου διαχειρίστηκε το ζήτημα των επιδοτήσεων. Μεταφέροντας το κλίμα από τις εκλογικές τους βάσεις, προειδοποιούν ότι οι αγρότες βρίσκονται «στα πρόθυρα έκρηξης».
Μία μόλις ημέρα μετά τη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, κυκλοφόρησαν φήμες περί παραίτησης του υπουργού Γεωργίας Κώστα Τσιάρα —αν και διαψεύστηκαν, άφησαν πίσω τους τη βεβαιότητα ότι «καπνός χωρίς φωτιά δεν υπάρχει». Αν οι επιδοτήσεις δεν καταβληθούν ούτε τον Νοέμβριο, εκτιμάται ότι η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με τρακτέρ στις εθνικές οδούς και πρωτοφανή κοινωνική αναταραχή.
Εξωτερική πολιτική και εθνικοί κίνδυνοι
Ο πρωθυπουργός επιχείρησε αντιπερισπασμό μέσω της συζήτησης στη Βουλή για τα εξωτερικά θέματα, όμως η συζήτηση εξελίχθηκε σε οξεία αντιπαράθεση με υπονοούμενα προς τον Αντώνη Σαμαρά και ειρωνικές ατάκες προς τους πολιτικούς αρχηγούς. Οι αντίπαλοί του, από δεξιά και αριστερά, συμφώνησαν τουλάχιστον σε ένα σημείο: ότι η εξωτερική του πολιτική έχει υποβαθμίσει τη διεθνή θέση της Ελλάδας και πως ο ίδιος φοβάται την πολιτική άνοδο του Νίκου Δένδια.
Στη συζήτηση απουσίαζε επιδεικτικά ο Δένδιας, υπουργός Εξωτερικών επί τέσσερα χρόνια και νυν υπουργός Άμυνας, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως σιωπηρή διαφοροποίηση. Ο ίδιος φέρεται να έχει εκφράσει έντονη δυσφορία για τους χειρισμούς στο ζήτημα του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, γεγονός που ενισχύει την αίσθηση ρήγματος μεταξύ των δύο ανδρών.
Η επικείμενη πενταμερής των μεσογειακών χωρών, όπου ο Μητσοτάκης αναμένεται να συμμετάσχει, προκαλεί επίσης ανησυχία. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, η προοπτική να προχωρήσει σε συμφωνία που θυμίζει παλαιότερη πρόταση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν —η οποία εξαιρούσε το Ισραήλ— ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τα εθνικά συμφέροντα.
Η αποσάθρωση του επιτελικού κράτους
Ίσως το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της παρούσας φάσης να είναι η αποσάθρωση του ίδιου του «επιτελικού κράτους», του μοντέλου που αποτέλεσε το πολιτικό σήμα κατατεθέν του Μητσοτάκη. Οι ίδιοι οι βουλευτές της ΝΔ, όταν μιλούν εκτός μικροφώνου, παραδέχονται πως «είναι εμφανές πλέον ότι δεν πάει άλλο». Αναζητούν τη «διάδοχη κατάσταση» που θα τους επιτρέψει να διατηρήσουν την έδρα και την πολιτική τους επιβίωση.
Ορισμένοι έχουν ήδη μετακινηθεί πολιτικά προς το στρατόπεδο Δένδια, άλλοι παρακολουθούν διακριτικά τις κινήσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών, Καραμανλή και Σαμαρά, περιμένοντας πιθανές πρωτοβουλίες. Όπως χαρακτηριστικά λένε κοινοβουλευτικοί παράγοντες, «το επιτελικό κέντρο που συγκέντρωσε όλες τις εξουσίες για να έχει ασφυκτικό έλεγχο στη διοίκηση, στη δικαιοσύνη, στο κόμμα και στη Βουλή, τώρα έχει αποδυναμωθεί, αν δεν έχει ήδη καταρρεύσει».
Είναι εμφανές το κενό διαχείρισης και πολιτικής ηγεσίας. Και όσο αυτό το κενό βαθαίνει, τόσο περισσότερο η Νέα Δημοκρατία μοιάζει με κόμμα σε ελεύθερη πτώση, εγκλωβισμένο σε εσωτερικές αντιπαλότητες, προσωπικές φιλοδοξίες και έναν ηγέτη που δείχνει να έχει χάσει τον έλεγχο όχι μόνο της πολιτικής σκηνής, αλλά και του ίδιου του κόμματός του.

