18 Νοεμβρίου, 2025
Οικονομία

Καθυστερεί η εκκαθάριση αναδρομικών έως 15.000 ευρώ για χιλιάδες συνταξιούχους

Οι εκκρεμότητες αφορούν δύο βασικές κατηγορίες συνταξιούχων

Χιλιάδες συνταξιούχοι εξακολουθούν να περιμένουν την εκκαθάριση και καταβολή των αναδρομικών που δικαιούνται, εξαιτίας παλαιών περικοπών, καθυστερήσεων στην εφαρμογή νόμων και λαθών στους υπολογισμούς των επικουρικών τους συντάξεων. Για πολλούς από αυτούς, τα ποσά που εκκρεμούν φτάνουν ή και ξεπερνούν τις 15.000 ευρώ, προκαλώντας έντονη αβεβαιότητα για τα οικονομικά τους και αφήνοντας ταυτόχρονα σε εκκρεμότητα σημαντικό δημοσιονομικό βάρος για το κράτος.

Οι εκκρεμότητες αφορούν δύο βασικές ομάδες συνταξιούχων. Η πρώτη περιλαμβάνει περίπου 100.000 άτομα που αποχώρησαν από την εργασία τους μετά τον Μάιο του 2016 και λαμβάνουν επικουρικές συντάξεις χωρίς την προβλεπόμενη προσαύξηση για τις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές που είχαν καταβάλει. Ο νόμος 4387/2016 όριζε ότι για κάθε 1% επιπλέον εισφοράς, ο ασφαλισμένος θα λάμβανε προσαύξηση 0,075% για κάθε έτος ασφάλισης, διάταξη που επιβεβαιώθηκε και με τον μεταγενέστερο νόμο 4660/2020. Ωστόσο, η εφαρμογή της καθυστέρησε δραματικά και ξεκίνησε μόλις την περίοδο 2022–2023, αφήνοντας εκτός χιλιάδες συνταξιούχους που αποχώρησαν μεταξύ 2017 και 2022, κυρίως από ταμεία τραπεζών, ΔΕΚΟ και ειδικών επαγγελματικών κλάδων. Οι διαφορές που προκύπτουν για αυτούς φτάνουν έως και τα 16.800 ευρώ, ενώ οι επικουρικές τους θα έπρεπε να είναι αυξημένες κατά 200 έως 300 ευρώ τον μήνα, ανάλογα με τα έτη ασφάλισης και το ύψος των εισφορών.

Όσοι διαπιστώνουν ότι δεν έχει υπολογιστεί η προσαύξηση στις επικουρικές τους έχουν τη δυνατότητα να ακολουθήσουν συγκεκριμένα βήματα. Αρχικά, πρέπει να ελέγξουν αν το ασφαλιστικό τους ταμείο προέβλεπε εισφορές άνω του 6% και αν αυτές είχαν πράγματι καταβληθεί μέχρι το 2014. Στη συνέχεια, οφείλουν να εξετάσουν την απόφαση απονομής της σύνταξής τους για να διαπιστώσουν αν η προσαύξηση έχει συνυπολογιστεί. Σε περίπτωση που δεν έχει γίνει, μπορούν να καταθέσουν αίτηση επανυπολογισμού στον e-ΕΦΚΑ. Μέχρι στιγμής, οι αγωγές που έχουν εκδικαστεί είναι συντριπτικά υπέρ των συνταξιούχων, με δικαστικές αποφάσεις που στηρίζονται και σε ερμηνεία του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, γεγονός που καθιστά τη διεκδίκηση των ποσών ιδιαίτερα βάσιμη.

Η δεύτερη μεγάλη κατηγορία αφορά περίπου 400.000 παλαιούς συνταξιούχους, δηλαδή όσους αποχώρησαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2015 και υπέστησαν περικοπές στις επικουρικές τους συντάξεις κατά το 11μηνο από τον Ιούνιο του 2015 έως τον Μάιο του 2016. Οι περικοπές αυτές κρίθηκαν αντισυνταγματικές από τα δικαστήρια, ωστόσο ο ΕΦΚΑ δεν έχει ολοκληρώσει την καταβολή των αναδρομικών. Τα ποσά που οφείλονται κυμαίνονται έως και τα 4.000 ευρώ, καθώς η νομοθετική ρύθμιση του 2020 κάλυψε μόνο τις κύριες συντάξεις και τα δώρα, αφήνοντας εκτός τις επικουρικές. Δικαιούχοι αναδρομικών είναι όσοι είχαν καταθέσει αγωγές έως τον Ιούλιο του 2020, ενώ όσοι δεν προσέφυγαν δικαστικά θεωρείται ότι έχασαν οριστικά το δικαίωμα διεκδίκησης. Παρά ταύτα, αρκετοί συνταξιούχοι έχουν ήδη λάβει ποσά από 2.500 έως 3.000 ευρώ, μαζί με τους νόμιμους τόκους, και οι νέες αποφάσεις που εκδίδονται συνεχίζουν να δικαιώνουν τους προσφεύγοντες, ανοίγοντας τον δρόμο για περαιτέρω πληρωμές.

Η καθυστέρηση στην εκκαθάριση των αναδρομικών προκαλεί σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες. Για τους συνταξιούχους, η απώλεια αυτών των χρημάτων σημαίνει στέρηση εισοδήματος που θα μπορούσε να καλύψει βασικές ανάγκες, ιατρικές δαπάνες ή λογαριασμούς, ιδιαίτερα σε μια περίοδο αυξημένου κόστους ζωής. Για το κράτος, η συσσώρευση αυτών των εκκρεμοτήτων μεταφράζεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ που πρέπει να καταβληθούν μελλοντικά, επιβαρύνοντας τον προϋπολογισμό. Αν και η ψηφιοποίηση των διαδικασιών και η αναβάθμιση των πληροφοριακών συστημάτων του ΕΦΚΑ έχουν βελτιώσει τη συνολική εικόνα, ο ρυθμός διεκπεραίωσης παραμένει αργός και η ταλαιπωρία των δικαιούχων συνεχίζεται.

Οι ειδικοί τονίζουν ότι απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο εκκαθάρισης όλων των εκκρεμοτήτων, με διαφάνεια και σαφές χρονοδιάγραμμα, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των συνταξιούχων προς το ασφαλιστικό σύστημα και να αποτραπούν νέες δικαστικές εμπλοκές που επιβαρύνουν περαιτέρω τη διοίκηση και τη Δικαιοσύνη.