Σφοδρές πολιτικές αντιδράσεις προκαλεί το πόρισμα του καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Δημήτρη Καρώνη, σχετικά με τα αίτια της φονικής έκρηξης στην τραγωδία των Τεμπών, που στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους. Σύμφωνα με τον καθηγητή, η πυρόσφαιρα που προκλήθηκε ενδέχεται να οφείλεται στα έλαια σιλικόνης των μηχανών – μια εκτίμηση που, αντί να οδηγήσει σε διαλεύκανση, επαναφέρει στο προσκήνιο τις καταγγελίες για συγκάλυψη.
Το συγκεκριμένο πόρισμα, αντί να λειτουργήσει ως καταλύτης για τη διερεύνηση της αλήθειας και την απόδοση ευθυνών, φαίνεται να εργαλειοποιείται από την κυβέρνηση με τρόπο που θυμίζει τη διαχείριση του πορίσματος του ΕΟΔΑΣΑΑΜ. Η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει επιλεκτικά αποσπάσματα από την έκθεση Καρώνη, ώστε να στηρίξει την αφήγηση περί απουσίας κυβερνητικών ευθυνών, την ίδια στιγμή που παραβλέπει ουσιώδη στοιχεία που εγείρουν σοβαρά ερωτήματα για τη συνολική κατάσταση και την ασφάλεια του σιδηροδρομικού δικτύου.
Η κριτική επικεντρώνεται στο γεγονός ότι η κυβερνητική στάση δεν επιδιώκει την πλήρη διαλεύκανση, αλλά την αποφόρτιση του πολιτικού κόστους. Η αποσιώπηση κρίσιμων σημείων του πορίσματος και η επιλεκτική του χρήση εκλαμβάνονται ως προσπάθεια να θαφτούν ευθύνες και να περιοριστεί η πολιτική φθορά. Αντί για απαντήσεις, το δημόσιο αίσθημα μένει ξανά εκτεθειμένο στην οργή, τη δυσπιστία και την αίσθηση πως η δικαιοσύνη για τα Τέμπη παραμένει ζητούμενο.
Ο ίδιος επισημαίνει πως δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για να προσδιοριστεί με ακρίβεια η αιτία της καταστροφικής πυρόσφαιρας που προκλήθηκε μετά τη σύγκρουση, καθώς το σημείο του δυστυχήματος μπαζώθηκε με κυβερνητική εντολή – συγκεκριμένα, με απόφαση του τότε υφυπουργού Χρήστου Τριαντόπουλου. Η ενέργεια αυτή, σύμφωνα με το πόρισμα, είχε ως αποτέλεσμα την αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος, εμποδίζοντας την πλήρη και αξιόπιστη διερεύνηση των αιτίων.
Το μόνο που μπορεί πλέον να τεκμηριωθεί, σύμφωνα με τον καθηγητή, είναι ένα «πιθανό σενάριο»: η δημιουργία πυρόσφαιρας μέσω ηλεκτρικού τόξου υψηλής έντασης. Τέτοιοι σχηματισμοί είναι τεχνικά εφικτοί και μάλιστα, στην περίπτωση των Τεμπών, καταγράφηκαν αναλαμπές που ενδέχεται να συνδέονται με φαινόμενα ηλεκτρικού τόξου. Το εύρος των ενδείξεων όμως δεν είναι αρκετό για να συναχθούν οριστικά συμπεράσματα.
Το γεγονός ότι το κρίσιμο σημείο καλύφθηκε με χώμα λίγο μετά το δυστύχημα εντείνει τις υποψίες περί απόπειρας συγκάλυψης και τροφοδοτεί νέο κύμα πολιτικής σύγκρουσης. Το ερώτημα που επανέρχεται, βαρύ και επιτακτικό, είναι ποιος αποφάσισε να θαφτούν όχι μόνο τα υλικά στοιχεία, αλλά και η ίδια η αλήθεια.

Αν και είναι μηχανικός, ο καθηγητής επικαλείται βίντεο από την εμπορική αμαξοστοιχία — που δόθηκαν στη δημοσιότητα δύο ολόκληρα χρόνια μετά τη σύγκρουση — για να στηρίξει τη θέση ότι δεν υπήρξαν υδρογονάνθρακες ή άλλο εύφλεκτο υλικό στον χώρο της σύγκρουσης. Ωστόσο, υπενθυμίζεται πως η ομάδα του καθηγητή Κοκοτσάκη είχε τεκμηριώσει γιατί τα συγκεκριμένα βίντεο δεν θα έπρεπε να θεωρούνται αξιόπιστα ή γνήσια, ενισχύοντας τους προβληματισμούς γύρω από την εγκυρότητα του πορίσματος.
Η χρήση τέτοιου υλικού ως τεκμήριο, σε ένα τόσο κρίσιμο και ευαίσθητο ζήτημα, θεωρείται από πολλούς πολιτικά κατευθυνόμενη. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με συντονισμένες ανακοινώσεις, καταγγέλλουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη εργαλειοποιεί την επιστημονική έρευνα για να χτίσει ένα αφήγημα που την απαλλάσσει από ευθύνες. Καταγγέλλουν ότι γίνεται προσπάθεια να εδραιωθεί η εκδοχή της πυρόσφαιρας ως συνέπεια των ελαίων σιλικόνης, μετατοπίζοντας έτσι το βάρος από τις διαχρονικές παραλείψεις και τις ευθύνες στη διαχείριση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων.
Υπό την πίεση των εξελίξεων, ο καθηγητής Καρώνης βρίσκεται πλέον στη δυσάρεστη θέση να πρέπει να απαντήσει δημόσια όχι μόνο για το περιεχόμενο της έρευνάς του, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται. Η σιωπή του θεωρείται από την αντιπολίτευση συνενοχή σε μια προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Η πολιτική αντιπαράθεση φουντώνει, την ώρα που οι οικογένειες των θυμάτων εξακολουθούν να ζητούν απαντήσεις — και δικαιοσύνη.
Μετωπική επίθεση εξαπέλυσε το ΠΑΣΟΚ κατά της κυβέρνησης, με αφορμή τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη, τις οποίες χαρακτήρισε «ψευδείς και συκοφαντικές». Το κόμμα κατηγορεί την κυβέρνηση ότι διαστρεβλώνει συνειδητά το περιεχόμενο της πρότασης δυσπιστίας που είχε καταθέσει, αποφεύγοντας να απαντήσει στην ουσία των ευρημάτων που την αιτιολογούν.
Το ΠΑΣΟΚ υπενθυμίζει ότι η πρόταση βασίστηκε στο επίσημο κρατικό πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ – ένα κείμενο που η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε αρχικά ανακηρύξει ως «ευαγγέλιο εθνικής αυτογνωσίας» και στη συνέχεια επιχείρησε να αποκηρύξει, όταν τα πορίσματά του άρχισαν να δημιουργούν πολιτικό κόστος. Αυτή η στροφή εκλαμβάνεται από την αντιπολίτευση ως ένδειξη απόπειρας συγκάλυψης και εργαλειακής διαχείρισης της τραγωδίας.
Το ΠΑΣΟΚ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις κρίσιμες παραλείψεις που, όπως σημειώνει, άνοιξαν τον δρόμο για την τραγωδία των Τεμπών: την ανεκπλήρωτη σύμβαση 717 για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, την απουσία βασικών υποδομών τηλεδιοίκησης και την επιλογή να συνεχιστεί η λειτουργία ενός δικτύου που όλοι γνώριζαν ότι ήταν επικίνδυνο. Σε έντονο ύφος, το κόμμα σχολιάζει ότι «λίγο έλειψε να ζητήσουν και συγγνώμη επειδή τους ελέγξαμε», καταγγέλλοντας ότι η κυβέρνηση όχι μόνο αποφεύγει την ανάληψη ευθυνών αλλά επιχειρεί να φιμώσει κάθε φωνή λογοδοσίας.
Η πολιτική σύγκρουση γύρω από την τραγωδία στα Τέμπη βαθαίνει, με το ΠΑΣΟΚ να αναδεικνύει τις αντιφάσεις, τις υπαναχωρήσεις και τις σκόπιμες αποσιωπήσεις της κυβέρνησης ως μέρος μιας οργανωμένης προσπάθειας να μείνει η αλήθεια θαμμένη, όπως και ο τόπος του δυστυχήματος.
Σκληρή επίθεση στην κυβέρνηση εξαπέλυσε και ο ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορώντας τη Νέα Δημοκρατία για συστηματική εργαλειοποίηση των πορισμάτων που αφορούν την τραγωδία των Τεμπών. Στην ανακοίνωσή του, το κόμμα καταγγέλλει ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη χρησιμοποιεί τα πορίσματα «à la carte»: όταν την εξυπηρετούν πολιτικά, τα παρουσιάζει ως αδιάψευστα τεκμήρια∙ όταν την εκθέτουν, σπεύδει να τα απαξιώσει ή να τα θάψει.
Κεντρικό σημείο της κριτικής είναι η επιλεκτική χρήση του πορίσματος του καθηγητή Καρώνη, αλλά και η ευρύτερη πρακτική απόκρυψης και παραποίησης της αλήθειας. Ο ΣΥΡΙΖΑ στέκεται ιδιαίτερα στην «επιχείρηση μπαζώματος» στον τόπο του δυστυχήματος, που — όπως επισημαίνει — στέρησε από την επιστημονική και δικαστική διερεύνηση κρίσιμα στοιχεία. Για την αξιωματική αντιπολίτευση, αυτή η πράξη δεν συνιστά απλώς διοικητική αμέλεια αλλά θεσμική εκτροπή.
Παράλληλα, η αναφορά του καθηγητή Καρώνη ότι τα έλαια σιλικόνης δεν έχουν την ικανότητα να σχηματίσουν πυρόσφαιρα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το κυβερνητικό αφήγημα και, σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύει την απόπειρα να φορτωθούν τεχνικά αίτια σε μια υπόθεση βαθιά πολιτική. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, το πραγματικό σκάνδαλο δεν είναι μόνο οι παραλείψεις που οδήγησαν στην τραγωδία αλλά και ο τρόπος με τον οποίο επιχειρείται η συγκάλυψή της.
«Η Νέα Δημοκρατία είναι ήδη καταδικασμένη στη συνείδηση του ελληνικού λαού», καταλήγει η ανακοίνωση, δίνοντας τον τόνο μιας αντιπολιτευτικής γραμμής που δεν περιορίζεται σε θεσμική κριτική, αλλά εστιάζει στην ηθική και πολιτική απαξίωση της κυβέρνησης.
Με σφοδρότητα τοποθετήθηκε και ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, Κυριάκος Βελόπουλος, κατακεραυνώνοντας το πόρισμα του καθηγητή Δημήτρη Καρώνη για την τραγωδία στα Τέμπη. Σε ιδιαίτερα αιχμηρό ύφος, ο Βελόπουλος υποστήριξε ότι η έκθεση Καρώνη «έκοψε την καρωτίδα της Δικαιοσύνης» και όχι το ίδιο το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, διαχωρίζοντας την επιστημονική κοινότητα από τις προσωπικές εκτιμήσεις του καθηγητή.
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης εστιάζει στη χρήση των βίντεο από την εμπορική αμαξοστοιχία που επικαλείται ο Καρώνης, σημειώνοντας πως αυτά δεν υφίστανται επίσημα, καθώς — όπως υποστηρίζει — η ίδια η Αστυνομία έχει δηλώσει εγγράφως πως δεν υπάρχουν καταγραφές από την 28η Φεβρουαρίου, ημέρα του δυστυχήματος. Κατά τον ίδιο, η αναφορά σε ανύπαρκτα τεκμήρια υπονομεύει τη σοβαρότητα του πορίσματος.
Παρότι αναγνωρίζει ότι το πόρισμα απορρίπτει τη θεωρία περί έκρηξης από έλαια σιλικόνης, ο Βελόπουλος επισημαίνει πως ο καθηγητής δεν δίνει καμία πειστική απάντηση για το πώς σχηματίστηκε τελικά η πυρόσφαιρα. Αντίθετα, παρατηρεί πως το κείμενο καταλήγει με τη λέξη «υποθέτω», κάτι που, όπως τονίζει, δεν συνάδει με την επιστημονική μέθοδο. «Η επιστήμη απαιτεί πείραμα και απόδειξη θεωρίας. Ας διαλέξει ο κος Καρώνης: ή επιστήμονας ή σεναριογράφος», κατέληξε, ασκώντας δριμεία κριτική στην αξιοπιστία και την τεκμηρίωση του πορίσματος.
Η τοποθέτηση Βελόπουλου προστίθεται σε ένα κύμα πολιτικής δυσπιστίας και αμφισβήτησης γύρω από τον χειρισμό της υπόθεσης, ενισχύοντας την αίσθηση πως η πλήρης αλήθεια για την τραγωδία στα Τέμπη παραμένει μακριά από τη δημόσια σφαίρα.
Με αιχμηρό τρόπο τοποθετήθηκε και το Κίνημα Δημοκρατίας απέναντι στο πόρισμα του καθηγητή του ΕΜΠ Δημήτρη Καρώνη, αμφισβητώντας ευθέως τη μεθοδολογία και την επιστημονική του βάση. Σε δήλωσή του, το κόμμα υποστηρίζει ότι το πόρισμα «ντύνεται με επιστημονικό κύρος, αλλά γυμνώνεται μπροστά στην κοινή λογική», καταγγέλλοντας ότι αντί για χημικές αναλύσεις και αντικειμενικά ευρήματα, βασίζεται σε υλικό από κάμερες ασφαλείας.
Το Κίνημα Δημοκρατίας υπογραμμίζει ότι η επιστήμη δεν μπορεί να στηρίζεται σε αποσπασματικά στιγμιότυπα, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ένα γεγονός τόσο σοβαρό όσο η φονική τραγωδία στα Τέμπη. «Δεν βγάζεις συμπέρασμα για την αιτία μιας πυρκαγιάς κοιτώντας τις σκιές στον τοίχο», σημειώνει χαρακτηριστικά, αποδομώντας την επιλογή του καθηγητή να βασιστεί σε εικόνες, αντί για εργαστηριακή ανάλυση και τεκμηριωμένα δεδομένα.
Η κριτική αυτή έρχεται να προστεθεί σε μια γενικευμένη αμφισβήτηση του πορίσματος, αλλά και της χρήσης του από την κυβέρνηση. Για το Κίνημα Δημοκρατίας, η επιστήμη δεν μπορεί να εργαλειοποιείται για να καλύψει πολιτικές ευθύνες, ούτε να χρησιμοποιείται ως επικοινωνιακό άλλοθι. Το ζητούμενο, όπως τονίζουν, παραμένει η αλήθεια και η δικαιοσύνη για τα 57 θύματα — όχι οι εντυπώσεις και τα σενάρια.