Με ναυτικούς όρους και ρητορικές εικόνες για θάλασσες που απαιτούν όχι μόνο τόλμη αλλά και πείρα, ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε –για ακόμη μία φορά– να χτίσει το αφήγημα της επιστροφής του στην πολιτική σκηνή, αυτή τη φορά υπό τον μανδύα ενός νέου κόμματος. Χωρίς ακόμα να έχει κατατεθεί το όνομα, το σήμα ή το περιεχόμενο του φορέα, ο πρώην πρωθυπουργός προειδοποιεί πως δεν αρκεί απλώς να υπάρχει «καλός καπετάνιος», αλλά απαιτείται και «άξιο πλήρωμα». Ένα πλήρωμα, δηλαδή, που δεν θα του τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια, δεν θα εξαφανίζεται στην πρώτη φουρτούνα και κυρίως –ας μην ξεχνιόμαστε– δεν θα τον ξαναστείλει κατευθείαν στα βράχια.
Το υπονοούμενο είναι σαφές: εκείνοι που κάποτε μπήκαν στο πλοίο του ΣΥΡΙΖΑ ως ταπεινοί επιβάτες –ακόμα κι αν δεν γνώριζαν πού είναι η πλώρη και πού η πρύμνη– εξελίχθηκαν γρήγορα σε βαρίδια, τρικλοποδιές και, τελικά, σωστικά σκάφη που εγκατέλειψαν το καράβι πριν καν δοθεί το σήμα κινδύνου. Ο Τσίπρας δείχνει, χωρίς να τους κατονομάζει, εκείνους που έλαβαν υπουργεία, εξουσίες και δημοσιότητα από τη δική του πολιτική επένδυση και, μόλις άρχισε το καράβι να μπάζει νερά, έκαναν πως δεν τον ήξεραν. Τότε που η «πρώτη φορά Αριστερά» έγινε σύντομο ανέκδοτο και οι συνιστώσες που έπαιρναν 3% στα καλά τους, πίστεψαν ότι μπορούν να κυβερνήσουν κράτος. Ο ίδιος τους ανέβασε –και αυτοί ήταν οι πρώτοι που τον έριξαν.
Η παραίτησή του από βουλευτής ήταν το πολιτικό αντίο σε έναν ΣΥΡΙΖΑ που ο ίδιος δημιούργησε και εκείνοι φρόντισαν να διαλύσουν εις τα εξ ων συνετέθη. Τώρα, με νέο σκάφος υπό κατασκευή, προσπαθεί να πείσει ότι δεν θα επαναλάβει τα ίδια λάθη. Το ερώτημα όμως παραμένει: έμαθε πράγματι από την προηγούμενη συντροφιά ή απλώς αλλάζει κουπιά στους ίδιους κουρασμένους κωπηλάτες;
Διότι, αν θέλει να πλεύσει σε νέα πολιτικά νερά, θα πρέπει να αποφύγει τους γνώριμους «πολιτικούς κολαούζους», που –όπως φάνηκε– ήταν άριστοι στο να απολαμβάνουν το νέκταρ της εξουσίας, αλλά εντελώς ακατάλληλοι στη διαχείριση ευθυνών και κρίσεων. Πολλοί απ’ αυτούς που κάποτε περιφέρονταν ως «στρατηγοί της Αριστεράς», φάνηκαν τελικά «μικροί και λίγοι», ιδανικοί μόνο για τηλεοπτικά πάνελ και παρασκηνιακές βεντέτες. Κι όταν ήρθε η ώρα της κρίσης, έφυγαν όπως τα ποντίκια, αφήνοντάς τον να βυθιστεί μόνος του στο ναυάγιο του 2019.
Κι όμως, η πολιτική παρουσία του Τσίπρα δεν σβήνει. Τουλάχιστον όχι ακόμη. Δημοσκοπικά, οι πρώτες ενδείξεις για το νέο εγχείρημα δείχνουν διψήφια ποσοστά και μια υπόρρητη προσδοκία για επιστροφή. Το κοινό που κάποτε τον αποθέωνε στις πλατείες, δεν τον έχει διαγράψει εντελώς – αλλά δεν του έχει δώσει και συγχωροχάρτι. Κουβαλάει ακόμα, για πολλούς, την ευθύνη για την επανεκλογή Μητσοτάκη και το εξάχρονο σπιράλ κοινωνικής φθοράς που ακολούθησε. Αν θέλει να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη τους, δεν αρκεί να αλλάξει χάρτη· πρέπει να αποδείξει πως δεν οδηγεί το ίδιο παλιό πλοίο με καινούργιο όνομα.
Η αλήθεια είναι πως η χώρα δεν διαθέτει απόθεμα σε σοβαρό, άφθαρτο πολιτικό προσωπικό. Οι περισσότεροι υποψήφιοι υπουργοί έχουν καεί πριν καν πιάσουν το τιμόνι. Οπότε, αν ο Τσίπρας επιθυμεί όντως να φέρει νέο αέρα, δεν έχει άλλη επιλογή από το να βγει έξω από τον κλειστό του κύκλο. Ο κόσμος δεν αντέχει άλλο να βλέπει τους ίδιους επαγγελματίες της εξουσίας να εμφανίζονται ως λύση για όλα, ενώ στην πράξη αποδείχτηκαν το πρόβλημα.
Αυτή τη φορά δεν υπάρχει περιθώριο για δικαιολογίες. Ούτε για «άγουρες συμμαχίες», ούτε για «αναγκαίους συμβιβασμούς». Αν το νέο του πολιτικό καράβι ξεκινήσει με σαθρές σανίδες, το επόμενο ναυάγιο θα είναι και το τελευταίο. Οι θάλασσες που έχει μπροστά του δεν σηκώνουν ούτε αυτοσχεδιασμούς ούτε δεύτερες σκέψεις. Και σίγουρα δεν επιτρέπουν πλήρωμα που μυρίζει ναφθαλίνη και φθορά.
Γιατί ο κόσμος μπορεί να δώσει μία δεύτερη ευκαιρία στον καπετάνιο. Αλλά αν δει πάλι τα ίδια πρόσωπα στο κατάστρωμα, θα φωνάξει από το λιμάνι: «Καλά, με αυτούς θα ξαναφύγεις; Πάλι αυτοί;»

