21 Νοεμβρίου, 2025
Αξίζει να δεις

Και μια ζωή να σωθεί… εκτός από τη δική σου – Η υποκρισία των δεσμωτών και οι εισαγόμενοι θάνατοι

Η υπόθεση του 58χρονου άνδρα που δολοφονήθηκε από Αλβανό επειδή «του έκλεισε τον δρόμο» φέρνει ξανά στην επιφάνεια μια πικρή αλήθεια: η κρατική «ευαισθησία» είναι συχνά επιλεκτική, ατσαλάκωτη και ψεύτικη. Όταν πρόκειται για την προστασία της ελληνικής κοινωνίας, οι κρατούντες δεν κάνουν τα πάντα «για να σωθεί μια ζωή». Κι όμως, επαναλαμβάνουν ασταμάτητα το ίδιο μότο σε περιπτώσεις όπου η πραγματική προστασία της ζωής απουσιάζει.

Η λαθρομετανάστευση, για παράδειγμα, δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ με την ίδια αυστηρότητα και επιμονή που επέδειξαν οι αρχές σε άλλες περιπτώσεις. Έχουν αφήσει αμέτρητους εισαγόμενους εγκληματίες να δρουν ανεξέλεγκτα, με το πρόσχημα της «ανικανότητας» να ελέγξουν το φαινόμενο. Κι όμως, όταν οι ίδιοι έκριναν απαραίτητο, κατάφεραν να επιτηρήσουν αυστηρά κάθε εκατοστό της χώρας.

Τα 132.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα της ελληνικής επικράτειας έγιναν υπόδειγμα ασφυκτικού ελέγχου κατά την περίοδο του κατ’ οίκον περιορισμού λόγω κορωνοϊού. Οι πολίτες τρόμαζαν να βγουν από τα σπίτια τους χωρίς να στείλουν SMS, να υποδείξουν το δρομολόγιο και τη διάρκεια της εξόδου τους, ακόμα κι αν επρόκειτο για τη βόλτα του σκύλου ή ένα απλό φαρμακείο.

Η κρατική αφήγηση ήταν παντού ίδια: «Και μια ζωή να σωθεί». Ήταν η μανιέρα που επαναλάμβαναν οι χονδρέμποροι των εμβολίων, οι υπερτιμημένοι επιστήμονες της πανδημίας και οι δημοσιολόγοι με τα μειλίχια πρόσωπα, που επί μήνες λογόκριναν και έλεγχαν την ελευθερία των πολιτών, υποστηρίζοντας ότι η ζωή ενός ανθρώπου είναι πιο σημαντική από κάθε άλλη κοινωνική, οικονομική ή πολιτική δραστηριότητα.

Την ίδια στιγμή, η ελληνική κοινωνία βίωνε την απόλυτη ειρωνεία της εξουσίας: οι ίδιοι που απαιτούσαν πειθαρχία από δέκα εκατομμύρια πολίτες, κυκλοφορούσαν ανεμπόδιστα σε ιδιωτικά τσιμπούσια και ποδηλατάδες, σε Πάρνηθα και Φούρνους Ικαρίας, απολαμβάνοντας την ελευθερία που αρνούνταν στους πολίτες. Κάθε μέτρο που υποτίθεται ότι «έσωζε ζωές» μετατρεπόταν σε εργαλείο ελέγχου, υπερβολής και φαρσοκωμωδίας.

Η πολιτική ηγεσία παρουσίαζε ένα επικοινωνιακό θέαμα που θύμιζε υπερκινητικότητα χωρίς νόημα. Οι πολίτες, πληρώνοντας φόρους και ζώντας υπό διαρκή πίεση, συντηρούσαν το σύστημα των «δεσμωτών» τους. Οι ξένοι εγκληματίες που έφταναν στην Ελλάδα όχι μόνο δεν αντιμετωπίζονταν, αλλά επιδοτούνταν με κρατικούς πόρους, ενισχύοντας τη διαφθορά και το αίσθημα αδικίας.

Αν η λογική «και μια ζωή να σωθεί» είχε εφαρμοστεί ισότιμα, η ελληνική κοινωνία θα είχε προστατευτεί από τέτοια φαινόμενα εγκληματικότητας. Αντί γι’ αυτό, η ψεύτικη ευαισθησία των κρατούντων έγινε άλλοθι για την εγκατάλειψη της ασφάλειας των πολιτών. Η κυβέρνηση και οι αρμόδιες αρχές απέδειξαν ότι μπορούν να εφαρμόσουν αυστηρά μέτρα όταν αυτό εξυπηρετεί την εικόνα και τον έλεγχο, αλλά αδυνατούν να προστατεύσουν την πραγματική ζωή.

Το περιστατικό αυτό φέρνει στην επιφάνεια την ουσία της αποτυχίας του κράτους: η ανικανότητα να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων, η επιλογή της επικοινωνίας αντί της ουσίας και η προτεραιότητα στην εικόνα αντί στην ασφάλεια. Η ελληνική κοινωνία παραμένει αβοήθητη, δεμένη από μέτρα που έχουν χαρακτήρα συμβολικό και όχι ουσιαστικό, ενώ οι εγκληματικές δράσεις των αλλοδαπών παραμένουν ανεξέλεγκτες και συχνά επιδοτούμενες.

Αν η κυβέρνηση πραγματικά νοιαζόταν για τις ζωές των πολιτών, θα είχε λάβει μέτρα πρόληψης και αστυνόμευσης που θα εξασφάλιζαν την ακεραιότητα των ανθρώπων. Η πραγματικότητα είναι ότι οι ίδιοι που επικαλούνται καθημερινά το σύνθημα «και μια ζωή να σωθεί» απέδειξαν ότι η προστασία αυτή είναι επιλεκτική και υποκριτική. Η ανικανότητα και η αναποτελεσματικότητα δεν καλύπτονται με σλόγκαν, ούτε με φωτογραφίες και τηλεοπτικές εμφανίσεις.

Το ελληνικό κράτος, με την πολιτική του αφασία και την ψευδεπίγραφη ευαισθησία, έχει μετατρέψει την προστασία της ζωής σε παιχνίδι επικοινωνίας. Οι πολίτες παρακολουθούν αβοήθητοι τα γεγονότα, ενώ οι εγκληματικές εισροές συνεχίζονται, και οι δημόσιοι πόροι ξοδεύονται σε επιδοτήσεις και μέτρα που υπονομεύουν την ίδια την ασφάλεια της κοινωνίας.

Η λύση δεν είναι άλλοθι, ούτε επικοινωνιακά τρικ. Η προστασία της ζωής των πολιτών απαιτεί πράξεις και όχι λόγια, μέτρα και όχι σλόγκαν. Κάθε φορά που οι αρχές επαναλαμβάνουν τη φράση «και μια ζωή να σωθεί», η κοινωνία θυμάται ότι οι πραγματικές ζωές που χάνονται είναι αποτέλεσμα αδράνειας, υποκρισίας και πολιτικής ατολμίας.

Μέχρι να αλλάξει αυτή η νοοτροπία, η ελληνική κοινωνία θα συνεχίσει να ζει υπό τον φόβο, την ανασφάλεια και την αίσθηση ότι η ζωή της δεν έχει αξία για τους «προστάτες» της. Και η αλήθεια είναι απλή: θα σωθούν πολλές ζωές μόνο όταν ξεφορτωθούμε τους δεσμώτες, τους δήθεν ευαίσθητους που στην πράξη αγνοούν το ουσιαστικό καθήκον τους απέναντι στους πολίτες.