Παρά τις εικόνες πολέμου και τις πολιτικές εντάσεις που κυριαρχούν στα διεθνή πρωτοσέλιδα, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το Ιράν ίσως δεν βρίσκεται στην επιφάνεια, αλλά κάτω από αυτήν. Η χώρα αντιμετωπίζει μια από τις πιο σοβαρές και υποτιμημένες κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας της: την καθίζηση της γης. Πρόκειται για μια περιβαλλοντική καταστροφή που διαβρώνει την κρίσιμη υποδομή, καταστρέφει την καλλιεργήσιμη γη και απειλεί τα μέσα επιβίωσης εκατομμυρίων ανθρώπων. Αν και εξελίσσεται αργά, η καθίζηση έχει τη δυναμική να επιφέρει αποτελέσματα εξίσου καταστροφικά με έναν πόλεμο. Σε συνδυασμό με χρόνια κακοδιαχείριση και διαφθορά, η κατάσταση αυτή ενδέχεται να οδηγήσει σε μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, οικολογική καταστροφή και σοβαρές πολιτικές αναταραχές.
Η καθίζηση της γης είναι μια σταδιακή βύθιση της επιφάνειας, κυρίως λόγω της υπεράντλησης των υπόγειων υδάτων. Αντίθετα με τις φυσικές καταστροφές που εκδηλώνονται αιφνίδια, η καθίζηση εξελίσσεται αθόρυβα, με τα αποτελέσματά της να γίνονται φανερά όταν πλέον είναι μη αναστρέψιμα. Η κατάρρευση κτηριακών θεμελίων, η μείωση της γεωργικής απόδοσης, η εξαφάνιση υγροτόπων και η αυξημένη αλατότητα των υδάτων είναι μερικές μόνο από τις σοβαρές συνέπειες του φαινομένου.
Το Ιράν έχει μετατραπεί σε παγκόσμιο επίκεντρο της καθίζησης της γης. Σε πολυπληθείς περιοχές όπως η Τεχεράνη, η Μασάντ, η Ισφαχάν, η Χαμεντάν και η Φαρς, οι ετήσιες καθιζήσεις φτάνουν τα 20 έως 25 εκατοστά. Συγκριτικά, το παγκόσμιο όριο κινδύνου έχει τεθεί στα 4 χιλιοστά ανά έτος, γεγονός που σημαίνει ότι σε αυτές τις περιοχές η καθίζηση εξελίσσεται με ρυθμό έως και 60 φορές ταχύτερο από το διεθνές όριο ασφάλειας.
Οι επιπτώσεις αυτής της γεωλογικής μεταβολής επεκτείνονται πέρα από το φυσικό περιβάλλον και διαμορφώνουν ήδη μια ανθρωπιστική κρίση. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών, αν η τάση συνεχιστεί, μέχρι το 2036, μεταξύ 15 και 20 εκατομμυρίων Ιρανών θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Οι αιτίες αυτής της εσωτερικής μετανάστευσης περιλαμβάνουν την υποβάθμιση της γεωργικής γης, την απώλεια προσβάσιμου νερού, την αστάθεια κατοικιών και υποδομών, καθώς και τον αυξανόμενο κίνδυνο πλημμυρών και αμμοθυελλών. Η μετατόπιση πληθυσμών αναμένεται να επιβαρύνει περαιτέρω τις αστικές υποδομές, να οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες και να εντείνει την κοινωνική αστάθεια.
Οι περιβαλλοντικές συνέπειες του φαινομένου είναι εξίσου δραματικές. Η ερημοποίηση εξαπλώνεται, μετατρέποντας γόνιμες γεωργικές εκτάσεις σε άγονες. Οι αμμοθύελλες πληθαίνουν εξαιτίας της αποψίλωσης των δασών και της διάβρωσης του εδάφους. Η βιοποικιλότητα μειώνεται σημαντικά, καθώς υγρότοποι όπως οι Χαμούν και Γκάβκουνι ξηραίνονται. Παράλληλα, η υπεράντληση των υπόγειων υδάτων οδηγεί σε αύξηση της αλατότητας, περιορίζοντας τη διαθεσιμότητα ασφαλούς πόσιμου νερού.
Παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις από επιστημονικούς φορείς, περιβαλλοντικές οργανώσεις και ακόμη και ορισμένες κρατικές υπηρεσίες, η ιρανική κυβέρνηση δεν έχει προχωρήσει σε ουσιαστικές ενέργειες για την αντιμετώπιση της κρίσης. Η έλλειψη δράσης οφείλεται σε συνδυασμό διαρθρωτικών και πολιτικών παραγόντων. Η προστασία του περιβάλλοντος λαμβάνει ελάχιστους πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό, ο οποίος προσανατολίζεται κυρίως στην άμυνα και την εσωτερική ασφάλεια. Παράλληλα, μεγάλης κλίμακας έργα μεταφοράς ύδατος, όπως το πρόγραμμα Μπέχεστ-Αμπάντ, εντείνουν τις τοπικές ανισότητες και επιδεινώνουν την περιβαλλοντική επιβάρυνση. Η απουσία επιστημονικής διακυβέρνησης είναι εμφανής, καθώς οι αποφάσεις βασίζονται σε πολιτικές σκοπιμότητες και όχι σε δεδομένα ή βιωσιμότητα. Επιπλέον, περιβαλλοντικοί ακτιβιστές και ειδικοί αντιμετωπίζουν καταστολή, με συλλήψεις, λογοκρισία ή εξορία να αποτελούν συχνές πρακτικές. Το κράτος φαίνεται να δίνει προτεραιότητα στον ιδεολογικό έλεγχο έναντι της διασφάλισης της ποιότητας ζωής των πολιτών.
Η καθίζηση της γης έχει πάψει να είναι απλώς ένα περιβαλλοντικό ζήτημα. Αποτελεί σύμβολο μιας βαθύτερης θεσμικής αποτυχίας. Η ανικανότητα ή η απροθυμία του κράτους να προστατεύσει τους θεμελιώδεις φυσικούς πόρους υπονομεύει την ίδια του τη νομιμοποίηση. Καθώς η σύνδεση ανάμεσα στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την πολιτική σταθερότητα γίνεται όλο και πιο εμφανής, η δυνατότητα για ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές αυξάνεται. Οι διαμαρτυρίες αγροτών στην Ισφαχάν και οι κινητοποιήσεις πολιτών λόγω ελλείψεων νερού καταδεικνύουν ότι η περιβαλλοντική κρίση λειτουργεί πλέον ως καταλύτης πολιτικής αντίστασης.
Η καθίζηση διαβρώνει όχι μόνο το έδαφος, αλλά και τα θεμέλια της ιρανικής κοινωνίας. Σε αυτή τη διαδικασία αναδεικνύεται μια κρίσιμη πραγματικότητα: ένα καθεστώς που αδυνατεί να διατηρήσει τη γη του, αδυνατεί και να διατηρήσει την εξουσία του. Αν η διεθνής κοινότητα αγνοήσει αυτήν τη διάσταση της ιρανικής κρίσης, υπάρχει κίνδυνος να χαθεί η ευκαιρία παρέμβασης σε μια καθοριστική καμπή για τη χώρα. Η αντιμετώπιση της καθίζησης της γης πρέπει να καταστεί βασικός άξονας κάθε περιβαλλοντικής και γεωπολιτικής στρατηγικής. Αν και η γη βυθίζεται, η ελπίδα για το μέλλον του Ιράν δεν είναι απαραίτητο να καταρρεύσει μαζί της.