Υποβάθμιση της αμερικανικής οικονομίας από τον οίκο αξιολόγησης Fitch επιδρά αρνητικά στα χρηματιστήρια, με τους αναλυτές πάντως με εκτιμούν πως οι πιέσεις θα είναι περιορισμένες.
Για πρώτη φορά από το 2011 η αμερικανική οικονομία χάνει την άριστη αξιολόγηση μετά την υποβάθμιση κατά μία βαθμίδα σε ΑΑ+ από την Fitch.
Η πρώτη φορά που οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών είχε στερηθεί το πολύτιμο ΑΑΑ ήταν το 2011 όταν η Standard and Poor’s την υποβάθμισε στο ΑΑ+.
Από τότε ο S&P διατήρησε σ’ αυτό το επίπεδο την αμερικανική οικονομία και δεν προχώρησε σε καμιά αναβάθμιση.
Μετά το «χαστούκι» από τη Fitch, o μοναδικός οίκος που διατηρεί την άριστη αξιόλογηση για την αμερικανική οικονομία είναι η Moody’s.
Η Fitch αιτιολόγησε την απόφαση της να υποβαθμίσει το αξιόχρεο της αμερικανικής οικονομίας επικαλούμενη ιδίως τις «επανειλημμένες» κρίσεις «για το όριο του χρέους», υπογραμμίζοντας πως οι «πολιτικές συγκρούσεις και οι αποφάσεις της τελευταίας στιγμής διάβρωσαν την εμπιστοσύνη στη διαχείριση των δημοσιονομικών» στην Ουάσιγκτον.
Σφοδρή αντίδραση από τον Λευκό Οίκο και την Γέλεν
Η αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν εξέφρασε την «έντονη διαφωνία» της με την απόφαση του οίκου αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας Fitch Ratings να υποβαθμίσει το μακροπρόθεσμο αξιόχρεο των ΗΠΑ κατά μια βαθμίδα. Πώς σχολίασε ο Λευκός Οίκος «Διαφωνώ έντονα με την απόφαση του Fitch Ratings. Η μεταβολή (…) είναι αυθαίρετη και βασισμένη σε παρωχημένα στοιχεία», τόνισε η κυρία Γέλεν, όπως αναφέρεται σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποιήθηκε από τις υπηρεσίες της. «Διαφωνούμε σθεναρά με την απόφαση αυτή», τόνισε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρίν Ζαν-Πιερ, σε δελτίο Τύπου το οποίο αναρτήθηκε στον ιστότοπο της προεδρίας, προσθέτοντας πως «αψηφά την πραγματικότητα το να υποβαθμίζονται οι ΗΠΑ τη στιγμή που ο πρόεδρος [Τζο] Μπάιντεν έφερε την πιο ισχυρή ανάκαμψη από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη οικονομία στον κόσμο».
Ψύχραιμοι οι αναλυτές και οι επενδυτές
Την επίσημη κυβερνητική στάση δεν συμμερίζονται οι αναλυτές και οι οικονομολόγοι, καθώς εκτιμούν ότι η υποβάθμιση της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο δεν «διαβρώνει» επί της ουσίας τη δυναμική των χρηματαγορών. Στην άποψη που συγκλίνουν οι περισσότεροι, είναι ότι η υποβάθμιση αυτή περισσότερο αντανακλά την παρατεταμένη διαφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση Μπάιντεν και τους Ρεπουμπλικανούς αναφορικά με το ανώτατο όριο χρέους που έφερε τις ΗΠΑ στο χείλος της χρεοκοπίας τον περασμένο Μάιο, παρά το οτιδήποτε άλλο (το ενδεχόμενο ύφεσης ή ο υψηλός πληθωρισμός για παράδειγμα).
Αυτό άλλωστε επισήμανε και ο οίκος Fitch στην αξιολόγησή του, τονίζοντας ότι οι επανειλημμένες πολιτικές αντιπαραθέσεις και τα ψηφίσματα της τελευταίας στιγμής για το όριο του χρέους έχουν διαβρώσει την εμπιστοσύνη στη δημοσιονομική διαχείριση.
Στη Wall Street, οι τράπεζες και οι επενδυτές είναι απίθανο να γυρίσουν την πλάτη τους στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα ως ασφαλής καταφύγια μετά τις ενέργειες ενός μόνο οίκου αξιολόγησης, υποστηρίζει ο Λουκ Τίλεϊ επικεφαλής οικονομολόγος στο Wilmington Trust. Ωστόσο, κινήσεις όπως αυτή του Fitch υποβαθμίζουν σταδιακά την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών προς την πιστοληπτική ικανότητα της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
«Η Ρώμη δεν χτίστηκε, ούτε διαλύθηκε σε μια μέρα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του τον Μάιο, όταν οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν μια επικείμενη χρεοκοπία. «Όμως στην περίπτωση που τα δύο κόμματα στην Ουάσιγκτον αναγκάσουν τους επενδυτές να ξανασκεφτούν εάν οι ΗΠΑ θα αθετήσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις, οι επενδυτές θα κάνουν ακριβώς αυτό (θα φύγουν από τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα)».
«Βασικά μας είπαν ότι οι δαπάνες της κυβέρνησης των ΗΠΑ είναι ένα πρόβλημα», δηλώνει ο Στίβεν Ριτσιούτο, επικεφαλής οικονομολόγος στη Mizuho Securities USA.
Ο Μάικλ Σούλμαν , επικεφαλής επενδύσεων στη Running Point Capital Advisors, αναφέρει ότι «η οικονομία των ΗΠΑ συνολικά θα θεωρηθεί ισχυρή. (Η αξιολόγηση) είναι ένα μελανό σημείο στη φήμη και το κύρος των ΗΠΑ».
Κάποιοι αναλυτές δηλώνουν έκπληκτοι από το χρονικό σημείο της υποβάθμισης, παρόλο που ο Fitch είχε προειδοποιήσει για αυτή την πιθανότητα. Τον περασμένο Μάιο, ο Fitch είχε προειδοποιήσει για πιθανή υποβάθμιση του αμερικανικού αξιόχρεου από την ανώτατη βαθμίδα «ΑΑΑ», επικαλούμενος καθοδικούς κινδύνους, όπως το αδιέξοδο για το χρέος και τη διαρκή αύξησή του.
«Δεν καταλαβαίνω πώς έχουν (οι αναλυτές της Fitch) χειρότερες πληροφορίες τώρα από ό,τι πριν από την επίλυση της κρίσης του ανώτατου ορίου χρέους», σημειώνει η Γουέντι Έντελμπεργκ, διευθύντρια του The Hamilton Project στο The Ινστιτούτο Brookings στην Ουάσιγκτον.
Ωστόσο, οι επενδυτές κρίνουν ότι ο αντίκτυπος μακροπρόθεσμα θα είναι περιορισμένης εμβέλειας.
«Δεν νομίζω ότι θα δείτε πάρα πολλούς επενδυτές, ειδικά εκείνους με μακροπρόθεσμη επενδυτική στρατηγική να λένε ότι πρέπει να πουλήσω μετοχές επειδή η Fitch μας υποβάθμισε από το AAA στο AA+», δήλωσε ο Τζέισον Γουέαρ, επικεφαλής επενδύσεων στην Albion Financial Group.
Οι επενδυτές χρησιμοποιούν τις αξιολογήσεις για την πιστοληπτική ικανότητα προκειμένου να αξιολογήσουν το προφίλ κινδύνου των εταιρειών και των κυβερνήσεων όταν θέλουν να αντλήσουν χρηματοδότηση από τις αγορές χρέους. Γενικά, όσο χαμηλότερη είναι η αξιολόγηση ενός δανειολήπτη, τόσο υψηλότερο είναι το κόστος χρηματοδότησής του.
«Συνολικά, αυτή η ανακοίνωση είναι πολύ πιο πιθανό να απορριφθεί παρά να έχει διαρκή ανατρεπτικό αντίκτυπο στην οικονομία και τις αγορές των ΗΠΑ», έγραψε ο Μοχάμεντ Ελ-Εριάν, πρόεδρος του Queens’ College σε ανάρτηση στο LinkedIn.
Το μακρινό 2011
Στην προηγούμενη κρίση για το ανώτατο όριο του χρέους το 2011, ο οίκος Standard & Poor’s υποβάθμισε την κορυφαία αξιολόγηση AAA κατά μία βαθμίδα λίγες μέρες μετά τη συμφωνία για το ανώτατο όριο χρέους, επικαλούμενος την πολιτική πόλωση και τα ανεπαρκή βήματα για να διορθώσει τις δημοσιονομικές προοπτικές της χώρας. Η βαθμολογία του εξακολουθεί να είναι «AA+» – η δεύτερη υψηλότερη.
Μετά από αυτή την υποβάθμιση, οι αμερικανικές μετοχές υποχώρησαν και ο αντίκτυπος της υποβάθμισης έγινε αντιληπτός σε όλες τις χρηματιστηριακές αγορές ανά τον κόσμο, οι οποίες εκείνη την περίοδο βρίσκονταν ήδη στη δίνη της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης της ευρωζώνης. Παραδόξως, οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων ακολούθησαν την ανιούσα εξαιτίας της μαζικής φυγής από τις μετοχές στην ασφάλεια.
Με έκθεσή της η Moody’s Analytics τον περασμένο Μάιο, υπογράμμιζε ότι μια υποβάθμιση του αξιόχρεου των ΗΠΑ θα πυροδοτήσει έναν ντόμινο πιστωτικών επιπτώσεων και υποβαθμίσεων για το χρέος πολλών άλλων ιδρυμάτων.
Κάποιοι αναλυτές έχουν επισημάνει τους κινδύνους ότι άλλη μια υποβάθμιση από έναν μεγάλο οίκο αξιολόγησης θα μπορούσε να επηρεάσει τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια που διαθέτουν τίτλους κορυφαίας αξιολόγησης.
Ωστόσο, ο αναλυτής της Raymond James, Εντ Μιλς, υποστηρίζει ότι δεν αναμένει οι αγορές να αντιδράσουν σημαντικά στα νέα.
«Καταλαβαίνω ότι μετά την υποβάθμιση του S&P πολλά από αυτά τα συμβόλαια επαναδιατυπώθηκαν λέγοντας «ΑΑΑ» ή «κρατική εγγύηση» κι έτσι η κρατική εγγύηση είναι πιο σημαντική από την αξιολόγηση του Fitch», εξηγεί.