23 Ιουνίου, 2025
Ελλάδα

Η Μονή Σινά στο στόχαστρο του Καΐρου: Τα 71 ακίνητα της Αγίας Αικατερίνης και το παρασκήνιο της διεκδίκησής τους

Η πραγματική έκταση, φύση και, κυρίως, η οικονομική και πολιτισμική αξία της περιουσίας που ανήκει στη Μονή Αγίας Αικατερίνης στο Σινά αποτελεί ένα φαινόμενο το οποίο, αν και βρίσκεται –θεωρητικά– σε κοινή θέα, παραμένει καλυμμένο από ένα πέπλο αδιαφάνειας. Η αφορμή για την πρόσφατη αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος είναι μια απόφαση του Εφετείου Ισμαηλίας στην Αίγυπτο, η οποία, αν και δημοσιεύθηκε, παραμένει ουσιαστικά απρόσιτη, αφού ελάχιστοι έχουν πρόσβαση στο αυθεντικό της κείμενο. Βάσει αυτής της αμφιλεγόμενης ετυμηγορίας, το αιγυπτιακό κράτος αποκτά το δικαίωμα να δημεύσει κατά βούληση τμήματα της ακίνητης περιουσίας της Μονής Σινά, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον 71 καταγεγραμμένα ακίνητα.

Η απόφαση αυτή, όπως διαμορφώνεται στο πλαίσιο του αραβικού δικαίου, αμφισβητεί ευθέως την ιστορικά παγιωμένη ιδιοκτησία της Μονής Σινά επί των ακινήτων που κατείχε για περισσότερο από δεκαπέντε αιώνες. Το νομικό κείμενο, το οποίο εκτείνεται σε 160 σελίδες, είναι συνταγμένο στην αραβική «καθαρεύουσα» και έχει μεταφραστεί στα αγγλικά. Εντούτοις, η φιλοσοφία του εγγράφου εντάσσεται σε ένα σύστημα δικαίου που δεν συμβαδίζει με τα δεδομένα του ελληνικού ή ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού, προκαλώντας αβεβαιότητα και σύγχυση γύρω από το τι ακριβώς σημαίνει η απόφαση αυτή στην πράξη.

Τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι πολλά και κρίσιμα. Ανάμεσά τους, το κατά πόσον περιλαμβάνονται στα υπό αμφισβήτηση ακίνητα και τα μετόχια της Μονής που βρίσκονται εκτός αιγυπτιακής επικράτειας. Η Μονή Αγίας Αικατερίνης διαθέτει ακίνητα σε Αίγυπτο, Λίβανο, Ελλάδα και Κύπρο. Ο ναός της Αγίας Αικατερίνης στην Πλάκα, ο οποίος αποτελεί μετόχι της Μονής, ενδέχεται να εμπλέκεται στην υπόθεση αυτή, δημιουργώντας εύλογες ανησυχίες για την τύχη ιστορικών και θρησκευτικά πολύτιμων ιδιοκτησιών.

Πέραν της νομικής διάστασης, ιδιαίτερη σημασία έχει και το ερώτημα της αποτίμησης των ακινήτων. Πόσο αποτιμάται το σύνολο της ακίνητης περιουσίας; Ποια από τα 71 ακίνητα έχουν σημαντική οικονομική αξία και θεωρούνται «φιλέτα», που ενδέχεται να αξιοποιηθούν τουριστικά ή επενδυτικά από το αιγυπτιακό κράτος ή ιδιωτικά συμφέροντα; Ποια είναι μικρής ή μηδενικής εμπορικής αξίας λόγω της μορφολογίας, της απομόνωσης ή της αδυναμίας αξιοποίησης; Ορισμένα από αυτά βρίσκονται σε εξαιρετικά απομονωμένες τοποθεσίες, όπως το θεοβάδιστο Όρος Σινά ή το σημείο Ραϊθώ, όπου η Μονή έχει διέξοδο στη θάλασσα. Ανάμεσά τους υπάρχουν ερημητήρια, σκήτες, μικρά παρεκκλήσια, ακόμη και κελιά μοναχών σε σημεία που δεν προσφέρονται για εμπορική εκμετάλλευση, εντείνοντας την απορία ως προς τις προθέσεις πίσω από την αιγυπτιακή πρωτοβουλία.

Το χαρτοφυλάκιο της Μονής περιλαμβάνει επίσης ζωτικής σημασίας περιοχές για την καθημερινή λειτουργία του μοναστηριού, όπως οι Κήποι των Αγίων Σαράντα με τις πηγές που υδροδοτούν το μοναστήρι, καθώς και οι ελαιώνες των Αγίων Αναργύρων που συνεισφέρουν στην αυτάρκεια της μοναστικής κοινότητας. Επίσης, περιλαμβάνει και τη σκήτη του Όρους Αγίας Επιστήμης, όπου μονάζουν Σιναΐτες μοναχοί, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το κελί όπου ασκήτευσε ο όσιος Παΐσιος, σήμερα σημείο προσκυνηματικού ενδιαφέροντος. Η γεωμορφολογία των περιοχών αυτών καθιστά δύσκολη, αν όχι αδύνατη, οποιαδήποτε εμπορική αξιοποίηση, γεγονός που δημιουργεί επιπλέον ερωτήματα για τα πραγματικά κίνητρα της αιγυπτιακής πλευράς.

Ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν και τα μετόχια της Μονής Σινά εκτός Αιγύπτου, που λειτουργούν ως μικρές μονές ή παραρτήματα του κεντρικού μοναστηριού. Πολλά από αυτά προέρχονται από δωρεές πιστών ή ηγεμόνων και έχουν ιστορικό βάθος αιώνων. Μετόχια της Μονής υπάρχουν στη Γαλλία, στη Ρωσία, στην Ινδία και αλλού, ενώ στη σύγχρονη εποχή η παρουσία της είναι ιδιαίτερα αισθητή στον Λίβανο, την Κύπρο και φυσικά την Ελλάδα. Στη χώρα μας εντοπίζονται μετόχια στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στην Κρήτη και στα Ιωάννινα. Πέρα από τη θρησκευτική λειτουργία τους, έχουν και οικονομική σημασία, αφού διαθέτουν αγροκτήματα ή άλλες παραγωγικές υποδομές, προσφέροντας έσοδα και συμβάλλοντας στην οικονομική βιωσιμότητα της Μονής.

Η απόπειρα δήμευσης ή μεταβολής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Μονής Σινά δεν αφήνει ανεπηρέαστη την Ελλάδα. Η μακραίωνη σύνδεση του ελληνισμού με τη Μονή Αγίας Αικατερίνης δεν είναι μόνο πνευματική και θρησκευτική, αλλά και πολιτική και οικονομική. Το ενδεχόμενο περιορισμού της ελευθερίας και της αυτονομίας της Μονής επαναφέρει στην επιφάνεια το ακανθώδες ζήτημα των μουσουλμανικών βακουφίων στην Ελλάδα – και ειδικότερα των αιγυπτιακών. Στο ισλαμικό δίκαιο, βακούφι θεωρείται κάθε περιουσία που αφιερώνεται σε κοινωφελείς σκοπούς και καθίσταται ακίνητο «του θείου δικαίου». Η πώληση ή μεταβίβασή του είναι εξαιρετικά δύσκολη, εφόσον η κατοχή του ταυτίζεται με ανώτερη θεία βούληση.

Στην Ελλάδα, τα τουρκικά και αιγυπτιακά βακούφια χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα. Η παρουσία τους είναι συνδεδεμένη με την τουρκο-αιγυπτιακή συμμαχία στην εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και με πρόσωπα όπως ο Ιμπραήμ Πασάς. Από το 1850 και εξής, η Αίγυπτος οργανώθηκε θεσμικά για να διαχειρίζεται αυτά τα ακίνητα μέσω ειδικού Οργανισμού Βακουφίων. Μεταγενέστερες συμφωνίες μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, όπως αυτή του 1948 και κυρίως εκείνη του 1984, προέβλεψαν αποζημιώσεις για καταπατήσεις και την παραμονή ορισμένων ακινήτων υπό αιγυπτιακή κυριότητα, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ιμαρέτ στην Καβάλα.

Το Ιμαρέτ, που κατασκευάστηκε το 1821 από τον Μοχάμεντ Αλί, λειτουργούσε ως πτωχοκομείο και αποτελεί ένα εμβληματικό βακούφι. Εγκαταλελειμμένο επί δεκαετίες, σώθηκε χάρη στην παρέμβαση της Άννας Μισσιριάν και της εταιρείας «Ιμαρέτ Α.Ε.», που το μίσθωσε για 50 χρόνια από τον αιγυπτιακό οργανισμό και το αποκατέστησε πλήρως, μετατρέποντάς το σε μνημείο και πολιτιστικό κέντρο. Ωστόσο, ούτε αυτή η περίπτωση δεν έμεινε ανεπηρέαστη από γεωπολιτικούς σχεδιασμούς. Το 2012, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πρότεινε στον τότε Αιγύπτιο ηγέτη Μοχάμεντ Μόρσι μια συμφωνία ανταλλαγής βακουφίων, βάσει της οποίας το Ιμαρέτ θα περνούσε σε τουρκική ιδιοκτησία. Η συμφωνία, ευτυχώς, δεν προχώρησε.

Η περίπτωση του Ιμαρέτ αποτελεί προειδοποιητικό παράδειγμα για τις πιθανές συνέπειες της αμφισβήτησης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Μονής Σινά. Η ιστορική, θρησκευτική και γεωπολιτική σημασία της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά ξεπερνά τα σύνορα της Αιγύπτου. Η διαχείριση της υπόθεσης απαιτεί λεπτούς χειρισμούς σε διεθνές επίπεδο, με πλήρη σεβασμό στην ιδιαιτερότητα της Μονής, στις θρησκευτικές ελευθερίες και στα κεκτημένα δικαιώματα που εγγυώνται την αδιάλειπτη παρουσία της στην έρημο του Σινά εδώ και δεκαπέντε αιώνες.