Η κυβέρνηση, επιχειρώντας να περάσει στην αντεπίθεση για το θέμα των Ελληνικών Ταχυδρομείων, υπενθύμισε ότι η δημόσια περιουσία —μαζί και οι ΔΕΚΟ— εκχωρήθηκε στο Υπερταμείο επί ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο της μνημονιακής δέσμευσης προς τους δανειστές. Το επιχείρημα είναι αληθές, αλλά όχι ολόκληρο.
Η απαίτηση για τη δημιουργία του Υπερταμείου είχε τεθεί ήδη από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε προς την κυβέρνηση Σαμαρά. Ο τότε πρωθυπουργός αρνήθηκε να την αποδεχθεί, επιλογή που του στοίχισε πολιτικά, καθώς το «όχι» αυτό ήταν ένας από τους λόγους που δεν συγκέντρωσε την απαραίτητη πλειοψηφία για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας τον Δεκέμβριο του 2014. Αν είχε συναινέσει, η πέμπτη αξιολόγηση θα είχε κλείσει, και οι πιέσεις των δανειστών θα είχαν εκτονωθεί.
Η κυβέρνηση σήμερα προτιμά να επιρρίπτει όλη την ευθύνη στον ΣΥΡΙΖΑ, αποσιωπώντας ότι η απαίτηση για το Υπερταμείο δεν ξεκίνησε από την Αριστερά, αλλά από το Βερολίνο. Παραλείπει επίσης να αναφέρει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά την υπαγωγή της δημόσιας περιουσίας στο Ταμείο, πέτυχε τουλάχιστον η έδρα του να παραμείνει στην Αθήνα και όχι στο Λουξεμβούργο, όπως ζητούσαν οι δανειστές.
Όσον αφορά το ζήτημα του νερού, η Νέα Δημοκρατία επιχειρεί να ταυτίσει την εκχώρηση της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο με ιδιωτικοποίηση. Όμως η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπό τον πρόεδρο Σωτήρη Ρίζο, έχει ξεκαθαρίσει ότι το νερό είναι δημόσιο αγαθό και δεν μπορεί να ιδιωτικοποιηθεί.
Στο παρόν, η Ν.Δ. δεν φέρει ευθύνη για τη δημιουργία του Υπερταμείου, αλλά συγκυβερνά μαζί του. Τα πρόσωπα που στελεχώνουν τη διοίκησή του είναι επιλογές στενών συνεργατών του Μεγάρου Μαξίμου, με πρωταγωνιστικό ρόλο τον Άκη Σκέρτσο. Το Υπερταμείο λειτούργησε πλήρως ευθυγραμμισμένο με την κυβερνητική στρατηγική: απομάκρυνε εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τη ΔΕΘ για να προωθήσει σχέδια αξιοποίησης ακινήτων, παραγκωνίζοντας τα επιμελητήρια και τους κοινωνικούς φορείς.
Παράλληλα, στο παρασκήνιο ξεκίνησαν συζητήσεις για την «αναδιάρθρωση» του δικτύου ύδρευσης της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ, με σχέδιο που προέβλεπε την εξαγορά δημοτικών επιχειρήσεων από τη ΔΕΗ έναντι των χρεών των δήμων. Η ιδέα εγκαταλείφθηκε μόλις εκδηλώθηκαν έντονες αντιδράσεις ακόμη και από δημάρχους της Ν.Δ.
Όσο για τα ΕΛ.ΤΑ., ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε ότι δεν είχε καμία εμπλοκή με τις αποφάσεις για το κλείσιμο των καταστημάτων. Τυπικά έχει δίκιο, αλλά ουσιαστικά όχι. Τις αποφάσεις καθόρισε το οικονομικό επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου, υπό τον σύμβουλο Αλέξη Πατέλη, ο οποίος στο βιβλίο του «Η μεγάλη επιστροφή» δηλώνει πως η «επιτυχία του Υπερταμείου» ήταν ότι άντεξε στις πολιτικές πιέσεις να διατηρηθούν ανοιχτά τα ταχυδρομεία που κρίθηκαν «ζημιογόνα».
Η λογική αυτή, που αντιμετωπίζει τη δημόσια παρουσία στα σύνορα και στην περιφέρεια ως «ρουσφέτι», επικράτησε. Έτσι έφτασε η κυβέρνηση να σχεδιάζει το κλείσιμο ταχυδρομείων στο Σουφλί και στους Μεταξάδες — περιοχές-σύμβολα της ακριτικής Ελλάδας. Εκεί όπου η σημαία του κράτους δεν είναι λογιστικό μέγεθος, αλλά πράξη εθνικής συνέχειας.
Ο Κωστής Χατζηδάκης μπορεί να μην υπέγραψε τη «μεταρρύθμιση», αλλά δεν την εμπόδισε. Ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης είχε τη δυνατότητα να ανακόψει μια απόφαση που πλήττει τον κοινωνικό ιστό και αποδυναμώνει την κρατική παρουσία στα σύνορα. Προτίμησε τη σιωπή.
Η αλήθεια, λοιπόν, είναι απλή: το Υπερταμείο μπορεί να γεννήθηκε από μνημονιακή πίεση, αλλά σήμερα λειτουργεί ως εργαλείο της κυβέρνησης. Και όσο η Ν.Δ. συνεχίζει να κρύβεται πίσω από το παρελθόν, τόσο θα αναλαμβάνει όλο και περισσότερο την πολιτική ευθύνη για το παρόν.

