Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εμπλέκει για μία ακόμη φορά τη χώρα σε επικίνδυνα γεωπολιτικά παιχνίδια, που απειλούν να διαρρήξουν οριστικά τα ιστορικά δεσμά μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας, καθώς ο Πρωθυπουργός συνομίλησε τηλεφωνικώς με τον επικεφαλής του καθεστώτος του Κιέβου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, για την ενίσχυση της ουκρανικής αεράμυνας με νέα εξοπλιστικά συστήματα. Η σχετική επικοινωνία δεν έγινε γνωστή από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, αλλά αποκαλύφθηκε από τον ίδιο τον Ζελένσκι μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Telegram.
Η πίεση που ασκείται στην ελληνική κυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες για την αποστολή οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία είναι αφόρητη, με τον αντιπρόσωπο των Ηνωμένων Πολιτειών στο ΝΑΤΟ, Μάθιου Ουίτακερ, να δηλώνει ότι «οι χώρες της Νότιας Ευρώπης πρέπει να προσφέρουν πιο ενεργά στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία». Εσχάτως, η Βορειοατλαντική Συμμαχία πιέζει την Ελλάδα να αποστείλει αντιαεροπορικά συστήματα Patriot στην Ουκρανία, γεγονός που θα αποδυναμώσει σημαντικά την εγχώρια αντιαεροπορική ασπίδα, σε μία περίοδο ιδιαίτερης έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Παράλληλα, οι πιέσεις δεν περιορίζονται μόνο στην αεράμυνα. Ουκρανικά μέσα ενημέρωσης αναφέρουν πως η Ελλάδα βρίσκεται υπό ασφυκτική πίεση να παραχωρήσει στην Ουκρανία μαχητικά αεροσκάφη τύπου Mirage 2000-5, τα οποία σήμερα επιχειρούν από τις ελληνικές μοίρες της Πολεμικής Αεροπορίας. Εάν η ελληνική κυβέρνηση προχωρήσει σε μία τέτοια ενέργεια, θα πρόκειται για ένα απονενοημένο βήμα στην ελληνική εξωτερική πολιτική, το οποίο αναμένεται να επιφέρει ανεπανόρθωτη ζημιά στις ήδη επιβαρυμένες ελληνορωσικές σχέσεις.
Ο Ζελένσκι, από την πλευρά του, επιβεβαίωσε τη συνομιλία του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, σημειώνοντας ότι συζήτησαν για την κατάσταση στην Ουκρανία και τις συνεχιζόμενες ρωσικές επιθέσεις κατά των ενεργειακών υποδομών. Όπως δήλωσε, στόχος της Ουκρανίας είναι η ενίσχυση της αεράμυνας ενόψει του χειμώνα, με τη συνδρομή της Ελλάδας να θεωρείται κρίσιμη. Παρά ταύτα, καμία επίσημη ενημέρωση δεν υπήρξε από την ελληνική πλευρά, ούτε από το Μέγαρο Μαξίμου ούτε από το Υπουργείο Εξωτερικών, γεγονός που δημιουργεί ερωτήματα για τη διαφάνεια και τη θεσμική διαχείριση κρίσιμων θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και άμυνας.
I spoke with the Prime Minister of Greece, Kyriakos Mitsotakis @kmitsotakis.
PM Mitsotakis has just returned from the summit in Sharm El-Sheikh, which marked an important peace achievement for the Middle East. And it would be right to maintain and build on this momentum. Global… pic.twitter.com/nRuZIHzNzc
— Volodymyr Zelenskyy / Володимир Зеленський (@ZelenskyyUa) October 15, 2025

Ο Ουίτακερ, κατά τη διάρκεια δηλώσεών του στο περιθώριο συνόδου του ΝΑΤΟ, τόνισε ότι η Ουκρανία πρέπει να αποκτήσει όλα τα απαραίτητα μέσα για την αυτοάμυνά της και κάλεσε τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, μεταξύ αυτών και την Ελλάδα, να συμμετάσχουν πιο ενεργά στην πρωτοβουλία PURL (Κατάλογος Προτεραιοτήτων για την Ουκρανία), ένα σχέδιο που αφορά την αγορά αμερικανικών όπλων μέσω χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο ίδιος υπενθύμισε ότι «ο πρόεδρος Τραμπ προμήθευσε την Ουκρανία με τα καλύτερα όπλα του κόσμου», προσθέτοντας ότι η ταχεία ενίσχυση του Κιέβου είναι ζωτικής σημασίας για την άσκηση πίεσης προς τη Ρωσία ώστε να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις.
Σύμφωνα με την ουκρανική εφημερίδα Focus, η Ελλάδα φέρεται να εξετάζει το ενδεχόμενο αποστολής Mirage μέσω τρίτων χωρών — όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία, η Γερμανία ή η Τσεχία — οι οποίες θα λειτουργούσαν ως διαμεσολαβητές για την τελική μεταβίβαση στην Ουκρανία. Επιπλέον, αναφέρεται ότι η Εσθονία έχει εκφράσει ενδιαφέρον να διαδραματίσει ανάλογο ρόλο.
Το θέμα παραμένει ιδιαίτερα ευαίσθητο για την ελληνική κυβέρνηση, καθώς ενδεχόμενη αποστολή Mirage θα προκαλέσει σημαντικά στρατηγικά κενά στην Πολεμική Αεροπορία. Από τα 24 αεροσκάφη Mirage 2000-5 που διαθέτει σήμερα η Ελλάδα, περίπου τα μισά παραμένουν επιχειρησιακά. Την ίδια ώρα, το κόστος συντήρησης είναι υψηλό, ενώ η τεχνική υποστήριξη από τη Γαλλία προβλέπεται να διακοπεί έως το 2027.
Παρά τις δυσκολίες, η ελληνική Πολεμική Αεροπορία προχωρά στην ενίσχυση του στόλου της με την προμήθεια σύγχρονων μαχητικών Rafale, με στόχο την απόκτηση 24 έως 30 μονάδων. Σύμφωνα με στρατιωτικούς κύκλους, η μεταβίβαση Mirage θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως αντιστάθμισμα κόστους για τις νέες αγορές, ενώ θα απλοποιούσε τις διαδικασίες συντήρησης και εκπαίδευσης.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο, τα Mirage 2000-5 θεωρούνται μαχητικά πολλαπλών ρόλων, ικανά για αποστολές αναχαίτισης, στοχευμένων επιθέσεων και αντιμετώπισης απειλών από UAV ή πυραύλους. Εξοπλίζονται με κινητήρα SNECMA M53-P2, έχουν μέγιστη ταχύτητα Mach 2,2, επιχειρησιακή εμβέλεια έως 3.300 χιλιόμετρα με εξωτερικές δεξαμενές και φέρουν ραντάρ RDY-2, σύστημα αυτοπροστασίας ICMS Mk3 και δυνατότητα χρήσης πυραύλων MICA, SCALP-EG και Exocet.
Στην Ουκρανία, τα συγκεκριμένα αεροσκάφη χρησιμοποιούνται ήδη σε περιορισμένο αριθμό, κυρίως για αποστολές αναχαίτισης και στοχευμένες επιθέσεις υψηλής ακρίβειας. Η μεταφορά νέων μονάδων από την Ελλάδα, είτε άμεσα είτε μέσω τρίτων χωρών, θα ενίσχυε τη δυτική στήριξη στο Κίεβο, αλλά θα μπορούσε να επιφέρει σημαντικούς διπλωματικούς και στρατηγικούς τριγμούς για την Αθήνα.
Η τελική απόφαση παραμένει στα χέρια του ΚΥΣΕΑ, ωστόσο το ζήτημα της αποστολής οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία αποτελεί σαφή δοκιμασία για τα όρια της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ανάμεσα στις απαιτήσεις των συμμάχων και την ανάγκη διατήρησης ισορροπιών με ιστορικούς εταίρους και εχθρούς.

